Ορισμοί του μύθου
“Η πρωτόγονη και αδέξια προσπάθεια εξήγησης του
φυσικού κόσμου (Frazer).”
“Η παραγωγή ποιητικής φαντασίας από τα προϊστορικά
χρόνια που έχει παρερμηνευθεί από τις γενιές που ακολούθησαν (Müller).”
“Μια πηγή αλληγορικών οδηγιών για την διαμόρφωση
του ατόμου και της κοινωνικής του ομάδας (Durkheim).”
“Ένα συλλογικό όνειρο, συμπτωματικό αρχετυπικών
ορμών, που προέρχεται μέσα από τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής (Jung).”
"Ο μύθος είναι μια γλώσσα που λειτουργεί σε
ένα ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο όπου το νόημα "απογειώνεται" από το
γλωσσικό έδαφος στο οποίο κυλά (Lévi-Strauss)."
Οι μυθικές ιστορίες φαντάζουν αυθαίρετες, ανούσιες,
παράλογες παρόλα αυτά όμως φαίνεται πως επανεμφανίζονται σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μια "ευφάνταστη" δημιουργία του μυαλού σε μία περιοχή του
κόσμου θα ήταν μοναδική όμως- δεν θα μπορούσε να βρεθεί ξανά σε έναν εντελώς
διαφορετικό τόπο (Levi-Strauss, 1995).
Μυθική αφηγηματική δομή
Ο μύθος πάντα αναφέρεται σε γεγονότα που υποτίθεται έλαβαν χώρα στο μακρινό
παρελθόν. Αλλά αυτό που δίνει στον μύθο λειτουργική αξία είναι ότι το
συγκεκριμένο μοτίβο που παρουσιάζει είναι διαχρονικό, περιγράφει το παρών, το
παρελθόν και το μέλλον. Το γεγονός αυτό γίνεται ξεκάθαρο μέσα από την σύγκριση
μεταξύ του μύθου και με τον αντικαταστάτη του μύθου στις σύγχρονες κοινωνίες,
δηλαδή την πολιτική. Όταν ένας ιστορικός αναφέρεται στην Γαλλική Επανάσταση
παρουσιάζει μια σειρά παρελθοντικών γεγονότων, μια μη αντιστρέψιμη σειρά
γεγονότων όπου οι απώτερες τους συνέπειες φαίνονται ακόμα στο παρών. Για τον
Γάλλο πολιτικό όμως η Γαλλική Επανάσταση είναι τόσο μια ακολουθία του
παρελθόντος όσο και ένα διαχρονικό μοτίβο που μπορεί να ανιχνευθεί στην
σύγχρονη Γαλλική κοινωνική δομή και που παρέχει στοιχεία για την ερμηνεία του
και για την πρόβλεψη μελλοντικών εξελίξεων (Levi-Strauss, 1983).
Η μυθολογία είναι στατική, συναντάμε τα ίδια μυθικά στοιχεία συνδυασμένα ξανά
και ξανά. Είναι όμως ένα κλειστό σύστημα σε αντίθεση με την ιστορία που μπορεί
να θεωρηθεί ένα ανοιχτό σύστημα (Levi-Strauss, 1995).
Αρχέτυπα
Στους μύθους, τα παραμύθια και τα όνειρα συναντώνται περιοδικά εμφανιζόμενοι
τύποι χαρακτήρων, συμβόλων, μοτίβων και συγκεκριμένες σχέσεις μεταξύ τους.
Χαρακτήρες όπως οι ήρωες που τελούν μια ιερή αποστολή, οι αγγελιοφόροι, οι
σοφοί μέντορες κτλ. Για να περιγράψει αυτό το φαινόμενο ο Ελβετός ψυχολόγος
Carl. G. Jung χρησιμοποίησε τον όρο αρχέτυπο, εννοώντας αρχαία μοτίβα
προσωπικότητας που αποτελούν κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας. Παρότι η μελέτη
του έγινε περισσότερο υπό το πρίσμα της κλινικής ψυχολογίας και όχι της
αφήγησης οι διηγηματογράφοι χρησιμοποιούν πολλές φορές ενστικτωδώς τα αρχέτυπα
αυτά για την δημιουργία δραματικών εμπειριών που είναι καθολικά αναγνωρίσιμες.
Για αυτόν τον λόγο η κατανόηση αυτών των δυνάμεων είναι σημαντικό πλεονέκτημα
ενός διηγηματογράφου (Vogler, 2007).
Τα αρχέτυπα δεν συναντώνται μόνο στην αφήγηση
ιστοριών αλλά και στα θρησκευτικά μυστήρια και στις τελετές μύησης (rites of
passage). Ο Campbell
(Campbell, 1993, p. 91) συγκρίνει το μοτίβο της πέρασης του κατωφλιού με την
είσοδο του πιστού στον ναό. Σε πολλούς μύθους ο ήρωας μπαίνει μέσα στον κόσμο
της περιπέτειας, τον άγνωστο κόσμο που θα εξερευνήσει, μέσα από μια ενδοστρεφή
είσοδο ("μέσα στην κοιλιά της φάλαινας") που ορισμένες φορές παίρνει
την μορφή της αυτοεξόντωσης. Το τέρας στο οποίο μπαίνει μέσα ο ήρωας είναι
αντίστοιχο με τις τερατώδεις μορφές που συναντώνται στις εισόδους ορισμένων
ναών (πχ στους καθεδρικούς). Τα τέρατα αυτά συμβολίζουν κατά τον Campbell μια αρχέτυπη
μορφή τον "φύλακα του κατωφλιού" η λειτουργία του οποίου είναι να
αναγκάζει τον ήρωα να αφήσει πίσω του τον σαρκικό του εαυτό (το συνειδητό) και
να εισέλθει μόνο με τον πνευματικό του εαυτό (το ασυνείδητο). Ο ήρωας και
αντίστοιχα ο πιστός υπόκεινται σε μια πνευματική μεταμόρφωση κατά το πέρασμα
του μονοπατιού. Το αρχέτυπο αυτό ενώ αρχικά φαντάζει σαν μια διαβολική φιγούρα
ο ρόλος του είναι να διαφυλάσσει την αγνότητα του ήρωα και άρα δείχνει την
διπλή φύση και λειτουργία των αρχετυπικών μορφών.
Τα σημαντικότερα αρχέτυπα που συναντώνται στους μύθους και τα παραμύθια κατά
τον Vogler (Vogler, 2007) είναι:
(i) Ο ήρωας
(ii) Ο μέντορας (ο σοφός γέρος ή η σοφή γριά)
(iii) Ο φρουρός του κατωφλιού
(iv) Ο αγγελιοφόρος
(v) Ο χαρακτήρας που αλλάζει μορφή (shapeshifter)
(vi) Η σκιά
(vii) Ο σύμμαχος
(viii) Ο απατεώνας (trickster)
Τα αρχέτυπα αυτά αποτελούν τα βασικά μοτίβα που
χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες συγκεκριμένων ιστοριών και ειδών αφήγησης.
Ανάμεσα στους μύθους συναντάται πολλές φορές ένα
κοινό μοτίβο, αυτό που ο Joseph Campbell (Campbell,
1993) ονόμασε "μονομύθο". Δομικά συστατικά του "μονομύθου"
αποτελούν οι διαδικασίες της διαχώρισης, της μύησης και της επιστροφής
(seperation - initiation - return). Η ιστορία αυτή παρουσιάζεται καθολικά σε
μύθους ανά τον κόσμο και εμπεριέχει αρχέτυπες μορφές (με χαρακτηριστική το
αρχέτυπο του ήρωα - ο πρωταγωνιστής της ιστορίας). Παρακάτω ακολουθεί αναλυτικά
η περιγραφή των στοιχείων που απαρτίζουν τον μονομύθο.
Ο μυθικός ήρωας ξεκινώντας από
την καλύβα ή το κάστρο της καθημερινής του ζωής, παρασύρεται, χάνεται ή
διαφορετικά εκούσιος προχωρά στο κατώφλι της περιπέτειας. Εκεί
συναντά μια σκοτεινή παρουσία που φυλά το πέρασμα. Ο ήρωας μπορεί να
αντιμετωπίσει ή να συμφιλιωθεί με αυτή την δύναμη και να μπει ζωντανός στο
σκοτεινό βασίλειο (μάχη μεταξύ αδερφών, μάχη εναντίον δράκου, προσφορά,
σαγήνευση) ή να σφαγιαστεί από τον αντίπαλο και να κατέλθει στον θάνατο
(διαμελισμός, σταύρωση) (Campbell,
1993).
Πέρα από το κατώφλι ο ήρωας ταξιδεύει μέσα σε έναν
άγνωστο μεν κόσμο όπου ορισμένες οικίες δυνάμεις τον απειλούν θανάσιμα
(δοκιμασίες) ενώ άλλες του παρέχουν μαγική βοήθεια (βοηθοί). Όταν πια φτάνει
στο ναδίρ του μυθολογικού γύρου υπόκειται μία υπέρτατη δοκιμασία και κερδίζει
την ανταμοιβή του.
Ο θρίαμβος αυτός μπορεί να αναπαρασταθεί σαν την
σεξουαλική ένωση του ήρωα με την θεά-μητέρα του κόσμου (ιερός γάμος), την
αναγνώριση του από τον πατέρα-δημιουργό (εξιλέωση με τον πατέρα), την θεοποίηση
του εαυτού του (αποθέωση) ή αν οι δυνάμεις παρέμειναν εχθρικές απέναντι του
συναντάμε την περίπτωση της κλοπής του υπέρτατου αγαθού που ήρθε να αποκτήσει
(απαγωγή της νύφης, κλοπή της φωτιάς). Η εγγενής σημασία αυτού του θριάμβου
είναι η επέκταση της συνείδησης και κατ' ακολουθία της ύπαρξης (διαφώτιση,
εξευγενισμός, ελευθερία). Το τελευταίο στάδιο είναι αυτό αυτό της
επιστροφής (Campbell,
1993).
Αν οι θεϊκές δυνάμεις έχουν
ευλογήσει τον ήρωα τότε αυτός συνεχίζει την πορεία του υπό την προστασία τους
(απεσταλμένος), αν όχι τότε τρέπεται σε φυγή ακολουθούμενος από διώκτες
(μεταμορφωτική φυγή, φυγή μετ εμποδίων). Στο κατώφλι της επιστροφής οι
υπερβατικές δυνάμεις πρέπει να παραμείνουν πίσω. Ο ήρωας ξανά-αναδύεται από το
βασίλειο του δέους (επιστροφή, ανάσταση). Το (θείο) δώρο που φέρνει μαζί του
επαναφέρει τον κόσμο στην αρχική του κατάσταση (ελιξίριο) (Campbell, 1993, p.
245).
Πολλοί μύθοι διαφοροποιούνται σε σημεία από το
μοντέλο του μονομύθου. Κάποιες ιστορίες απομονώνουν και μεγεθύνουν ένα ή δύο
από τα τυπικά στοιχεία του πλήρους κύκλου (το μοτίβο των δοκιμασιών, το μοτίβο
της φυγής, η απαγωγή της νύφης). Άλλες εναποθέτουν μια αλληλουχία ανεξάρτητων
κύκλων σε μια μεγάλη σειρά (όπως συμβαίνει στην Οδύσσεια). Διαφορετικοί
χαρακτήρες ή επεισόδια μπορούν να συνενωθούν ενώ ένα στοιχείο μπορεί να
αναδιπλασιάσει τον εαυτό του και να επανεμφανιστεί κάτω από πολλές αλλαγές
(Campbell, 1993, p. 246).
Ο Christofer Vogler αναλύοντας το έργο του Joseph Campbell εντόπισε τα εξής στάδια στον μονομύθο (το ταξίδι του ήρωα).
Η ανάλυση του βασίζεται στην δραματική δομή και χωρίζει τον μύθο σε 3
πράξεις όπως δηλαδή χωρίζονται τα κλασσικά δραματικά έργα. Η περιγραφή αυτή
είναι επηρεασμένη από την γραπτή μεταφορά του μύθου καθώς κατά την προφορική
μετάδοση δεν ακολουθείται απαραίτητα αυτή η γραμμική δομή.
Πράξη πρώτη:
(i) Ο κοινός κόσμος
(ii) Το κάλεσμα στην περιπέτεια
(iii) Άρνηση του καλέσματος
(iv) Συνάντηση με τον μέντορα
(v) Το πέρασμα του πρώτου κατωφλιού
Πράξη δεύτερη:
(vi) Δοκιμασίες, σύμμαχοι, εχθροί
(vii) Προσέγγιση στην ενδότατη σπηλιά
(viii) Η δοκιμασία
(ix) Ανταμοιβή
Πράξη τρίτη:
(x) Ο δρόμος της επιστροφής
(xi) Ανάσταση
(xii) Επιστροφή με το ελιξίριο
Δομική ανάλυση του μύθου (Lévi-Strauss)
Κατά τον Lévi-Strauss (Levi-Strauss, 1995) κατά την
μυθική δομή στην αρχή ενός μύθου ξεκινούν δύο εντελώς διαφορετικές ιστορίες που
φαίνεται να μην έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Στην πορεία μπλέκονται μεταξύ
τους και συγχωνεύονται μέχρις ότου στο τέλος δημιουργούν ένα μόνο θέμα. Σε μια
μυθική ιστορία εμφανίζονται περιοδικά θέματα που ενώ κρύβουν ένα κοινό νόημα
εμφανίζονται με διαφορετικές μορφές (πχ το ξίφος κατακτά την αγάπη, ο χρυσός
κατακτά την δύναμη).
Ο μύθος είναι αδύνατον να κατανοηθεί σαν μια συνεχής ακολουθία. Για την
κατανόηση ενός μύθου δεν αρκεί η σειριακή ανάγνωση του πρέπει να κατανοηθεί σαν
σύνολο. Το βασικό νόημα του μύθου βρίσκεται σε ομάδες γεγονότων ακόμα και αν
αυτά τα γεγονότα βρίσκονται σε διαφορετικά σημεία της ιστορίας. Ο Lévi-Strauss
(Levi-Strauss, 1995) συγκρίνει τον μύθο με ένα μουσικό έργο. Σε μια παρτιτούρα
που είναι γραμμένη για πολλά όργανα (κάθε σελίδα αποτελείται από πεντάγραμμα
που αντιστοιχούν σε ένα όργανο) το θέμα κάθε οργάνου αποκτά νόημα όταν
διαβάζεται μαζί με τα άλλα. Η σελίδα της παρτιτούρας πρέπει να κατανοηθεί σαν
σύνολο, διαβάζοντας τόσο τις γραμμές όσο και τις στήλες. Αντίστοιχα και ο μύθος
πρέπει να κατανοηθεί σαν σύνολο.
Ο μύθος πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μια μη γραμμική σειρά γεγονότων. Για την
κατανόηση του απαιτείται η διάταξη όλων των κοινών στοιχείων σε στήλες. Ο
Lévi-Strauss (Levi-Strauss, 1983) ονόμασε τα στοιχεία αυτά "μυθέματα"
(mythemes).
Παρόμοια θέση παίρνει και ο Ong (Ong, 1982, p. 238) ο οποίος υποστηρίζει πως η προφορική σύνθεση δεν
λειτουργεί με μια ευθεία αφηγηματική "γραμμή" αλλά με "πυρήνες
πληροφοριών."
Σε ένα παράδειγμα του ο Lévi-Strauss (Levi-Strauss,
1983) αναλύει τον μύθο του Οιδίποδα. Για την αφήγηση του μύθου αρκεί η ανάγνωση
των γραμμών από αριστερά προς τα δεξιά. Για την κατανόηση όμως του μύθου
απαιτείται η ανάγνωση των στηλών (από πάνω μέχρι κάτω) από αριστερά προς τα
δεξιά. Κάθε στήλη είναι μια μονάδα. Η πρώτη στήλη εκφράζει την
"υπερεκτίμηση των συγγενικών δεσμών (blood relations)". Η δεύτερη
στήλη εκφράζει το ίδιο πράγμα αλλά ανεστραμμένο, η "υποτίμηση των
συγγενικών δεσμών". Η τρίτη στήλη αναφέρεται σε σφαγές τεράτων ενώ η
τέταρτη περιγράφει την γενεαλογία του Οιδίποδα. Πιο συγκεκριμένα όλα τα ονόματα
της γενεαλογίας υπαινίσσονται δυσκολία στο περπάτημα και στην ορθή στάση του
σώματος.
Η σχέση των δύο τελευταίων στηλών έχει να κάνει με ένα
κοσμογονικό μοτίβο. Ο δράκος είναι ένα χθόνιο ον που πρέπει να σκοτωθεί
έτσι ώστε η ανθρωπότητα να γεννηθεί από την γη. Η Σφίγγα είναι ένα τέρας που
αρνείται στους ανθρώπους να ζήσουν. Εφόσον οι τύραννοι αυτοί υπερνικούνται από
ανθρώπους μπορούμε να πούμε πως το κοινό χαρακτηριστικό της τρίτης στήλης είναι
η άρνηση της αυτόχθονης καταγωγής του ανθρώπου. Στην μυθολογία οι άνθρωποι που
γεννιούνται από την γη είτε δεν μπορούν να περπατήσουν είτε περπατούν αδέξια.
Κάτι τέτοιο παρατηρείται στα χθόνια όντα στην μυθολογία των Pueblo: ο Muyingwu ο οποίος ηγείται της
ανάδυσης στον πάνω κόσμο και οι χθόνιοι Shumaikoli είναι κουτσοί
("ματωμένο-πόδι", "πληγιασμένο-πόδι"). Το ίδιο παρατηρείται
στους Koskimo του Kwakiutl όπου αφού τους είχε καταπιεί το χθόνιο τέρας
Tsiakish, όταν επέστρεψαν στην επιφάνεια της γης "κούτσαιναν προς τα
εμπρός ή σκουντουφλούσαν προς τα πλάγια." Το κοινό στοιχείο λοιπόν της
τέταρτης στήλης είναι η επιμονή της αυτόχθονης καταγωγής του ανθρώπου.
Παρατηρούμε πως η στήλη ένα σχετίζεται με την δύο όπως και η στήλη τρία με την
τέσσερα. Οι αντιφατικές σχέσεις είναι πανομοιότυπες καθώς είναι
αυτοαναιρούμενες κατά παρόμοιο τρόπο. Το παράδειγμα αυτό παρουσιάζει μια
μεταβατική μορφολογία της δομής της μυθικής σκέψης.
Μέσα από αυτή την ανάλυση μπορούμε να δούμε το νόημα του μύθου του Οιδίποδα. Ο
μύθος έχει να κάνει με την ανικανότητα ενός πολιτισμού, που πιστεύει ότι η
ανθρωπότητα είναι αυτόχθονη, να βρει μια ικανοποιητική μετάβαση μεταξύ της
θεωρίας και της γνώσης ότι οι άνθρωποι γεννιούνται από την ένωση ενός άντρα με
μια γυναίκα. Παρότι το πρόβλημα αυτό δεν μπορεί να λυθεί ο μύθος του Οιδίποδα
παρέχει ένα λογικό εργαλείο που σχετίζει το αρχικό πρόβλημα - γέννηση από ένα ή
γέννηση από δύο; - με το παράγωγο πρόβλημα - γέννηση από διαφορετικά ή γέννηση
από παρόμοια; Σύμφωνα με την συσχέτιση αυτού του τύπου η υπερεκτίμηση των
συγγενικών δεσμών και η υποτίμηση των συγγενικών δεσμών είναι ότι και η
προσπάθεια της διαφυγής από την αυτοχθονία και η ανικανότητα να επιτύχεις σε
αυτή.
Ο Campbell αναλύει
επίσης τα συγκρουόμενα θέματα που εμφανίζονται στους μύθους. Οι
κοσμογονικοί μύθοι πολλές φορές παρουσιάζουν τις συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα
στον δημιουργημένο κόσμο μέσα από δύο όψεις. Κατά τον Campbell (Campbell, 1993, p. 288) σε αυτό το
σημείο έγκειται το βασικό παράδοξο του μύθου, το παράδοξο της διπλής εστίασης.
"Κατά την αρχή του κοσμογονικού κύκλου από την μία μπορούμε να πούμε πως ο
Θεός δεν συμμετείχε στο γεγονός, συγχρόνως όμως ο Θεός είναι ο
δημιουργός-σωτήρας-καταστροφέας. Για αυτόν τον λόγο σε αυτή την κρίσιμη χρονική
στιγμή όπου το Ένα σπάει σε πολλά, το πεπρωμένο ταυτοχρόνως δημιουργεί και
δημιουργείται. Από την οπτική της πηγής ο κόσμος είναι μια μεγαλειώδης αρμονία
μορφών που δημιουργούνται, εκρήγνυνται και εξαφανίζονται. Από την πλευρά όμως
των πλασμάτων που κατοικούν τον κόσμο, αυτό που βιώνεται είναι μια τρομερή
κακοφωνία κραυγών πολέμου και πόνου. Οι μύθοι δεν αρνούνται αυτήν την αγωνία
(πχ η σταύρωση) αλλά αποκαλύπτουν μέσα, πίσω και γύρω από αυτή την απαραίτητη
γαλήνη (πχ the heavenly rose)."
Οι δύο κόσμοι του μύθου ο θεϊκός και ο
ανθρώπινος μπορούν να παρασταθούν μόνο σαν αντιδιαμετρικά διαφορετικοί μεταξύ
τους. Διαφορετικοί όπως η ζωή και ο θάνατος ή η ημέρα και
η νύχτα. Ο ήρωας ταξιδεύει πέρα από την γνωστή γη στο σκοτάδι. Εκεί
πραγματοποιεί την περιπέτεια του ή χάνεται, φυλακίζεται ή βρίσκεται σε κίνδυνο
και η επιστροφή του περιγράφεται σαν την επιστροφή από έναν μακρινό τόπο.
Παρόλα αυτά οι δύο κόσμοι είναι στην πραγματικότητας ένας. Το βασίλειο των θεών
είναι μια ξεχασμένη διάσταση του κόσμου που γνωρίζουμε. Η εξερεύνηση αυτής της
διάστασης με προθυμία ή χωρίς αποτελεί τον άθλο του ήρωα. Οι αξίες και οι
διαφοροποιήσεις που στην "κανονική" ζωή φαίνονται ουσιώδεις
εξαφανίζονται μπροστά στην αφομοίωση του εαυτού με το στοιχείο αυτό που
ήταν πρωτίστως ξένο (Campbell, 1993, p. 217).
Σε ορισμένες ανατολικές μυθολογίες το υπόβαθρο στο οποίο ανήκει το άτομο είναι
το ίδιο με αυτό του δημιουργού του σύμπαντος. Για αυτόν τον λόγο η θεϊκή δύναμη
αυτών των μύθων ονομάζεται Εαυτός (Campbell,
1993).
Μορφολογία Propp. Λειτουργίες του μύθου. Μύθος σαν δομικό πλαίσιο πληροφοριών
Ο Όμηρος θεωρείται ένας ολοκληρωμένος ποιητής και
τέλειος τεχνίτης. Φαίνεται όμως πως διέθετε κάποιου είδος φρασεολόγιο στο
κεφάλι του και με αυτό συνέρραπτε προκατασκευασμένα μέρη. Μόνο ένα μικρό τμήμα
των λέξεων στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια δεν ανήκε σε λογότυπους ή σε λογότυπους
σε πολύ μεγάλο βαθμό προβλέψιμους. Ίσως από αυτό το γεγονός να προέρχεται και ο
όρος ραψωδείν, από το ράπτειν και ωδή που σημαίνει συρράπτω άσματα (Ong, 1982,
p. 26).
Ο Parry (Parry, 1987, p. 272) ορίζει τον λογότυπο σαν: "μια ομάδα λέξεων
που χρησιμοποιείται τακτικά κάτω από τις ίδιες μετρικές συνθήκες για να
εκφράσει μια δεδομένη βασική ιδέα". Ο David E. Bynum (Bynum, 1978, p. 11)
παρατήρησε πως οι "βασικές ιδέες" του ορισμού του Parry δεν είναι
τόσο απλές όσο υπονοεί η συντομία του ορισμού τους, η συνηθισμένη συντομία των
ίδιων των λογοτύπων, η συμβατικότητα του επικού ύφους ή η κοινοτοπία της λεκτικής
αναφοράς των περισσότερων λογοτύπων.
Ο Bynum διακρίνει τα "λογοτυπικά" στοιχεία από τις "αυστηρά
λογοτυπικές" (πανομοιότυπα επαναλαμβανόμενες) φράσεις. Αν και οι αυστηρά
λογοτυπικές φράσεις χαρακτηρίζουν την προφορική ποίηση στην ποίηση αυτή
εμφανίζονται και επανεμφανίζονται σε συμπλέγματα. "Τα συμπλέγματα
αποτελούν τις οργανωτικές αρχές των λογοτύπων, βάσει των οποίων η "βασική
ιδέα" δεν υπόκειται σε σαφή, άμεση διατύπωση, αλλά συνιστά μάλλον ένα
είδος μυθοπλαστικού συμπλέγματος που διατηρεί την συνοχή του κυρίως στο
ασυνείδητο".
Για παράδειγμα στο στοιχειώδες μυθοπλαστικό στοιχείο που ο Bynum (daemon
woods) αποκαλεί σχήμα "Δύο-Δέντρα" οι έννοιες του χωρισμού, της
ανιδιοτέλειας και του απρόβλεπτου κινδύνου συγκεντρώνονται γύρω από ένα δέντρο
(το πράσινο) και οι ιδέες της ενοποίησης, της ανταπόδοσης και της αμοιβαιότητας
συσσωρεύονται γύρω από το άλλο (το ξερό δέντρο, το πελεκημένο ξύλο) (Ong, 1982,
p. 30).
Έχει σημασία να σημειώσουμε την παρατήρηση του Bynum, δηλαδή την εμφάνιση
μυθοπλαστικών συμπλεγμάτων στην προφορική αφήγηση που υπονοούν έννοιες με
υποσεινήδητη πηγή. Μπορούμε να δούμε την σχέση που έχουν οι έννοιες των
λογότυπων με τα αρχέτυπα που πηγάζουν στο υποσυνείδητο.
Τα σύμβολα αποτελούν το μέσο της επικοινωνίας και όχι το περιεχόμενο (την
κεντρική ιδέα) που αντιπροσωπεύουν.
Το τι ακριβώς είναι ένας προφορικός λογότυπος (formula) και πως λειτουργεί
εξαρτάται από την παράδοση στην οποία χρησιμοποιείται. Παρόλα αυτά υπάρχουν
πολλές φορές κοινές έννοιες μεταξύ των παραδόσεων με αποτέλεσμα ένας λογότυπος
να έχει ισχύ σε παραπάνω από μια παραδόσεις (Ong, 1982, p. 31).
"Οι τυποποιημένοι
λογότυποι ομαδοποιούνταν γύρω από τυποποιημένα θέματα, όπως η συνέλευση, η
συγκέντρωση του στρατού, η μονομαχία, η λεηλασία των ηττημένων, η ασπίδα του
ήρωα κ.ο.κ. Ένα ρεπερτόριο παρόμοιων θεμάτων βρίσκουμε στην προφορική αφήγηση
και τα άλλα προφορικά είδη σε όλο τον κόσμο (Ong, 1982, p. 27)."
Ο Havelock (Havelock, 1982) γράφει πως οι έλληνες της ομηρικής εποχής έδιναν
αξία τα στερεότυπα επειδή τόσο οι ποιητές όσο και όλος ο προφορικός νοητικός
κόσμος ή ο κόσμος της σκέψης στηριζόταν πάνω στην λογοτυπική συγκρότηση της
σκέψης. Σε έναν προφορικό πολιτισμό μόλις αποκτηθεί μια γνώση πρέπει να
επαναλαμβάνεται συνεχώς για να μην χαθεί.
Tα χαρακτηριστικά
γνωρίσματα της ομηρικής ποίησης οφείλονται στην οικονομία που επιβάλει ο
προφορικός τρόπος σύνθεσης. Παραδείγματος χάρη τα επίθετα που χρησιμοποιούνται
για το κρασί διαφέρουν όλα μετρικά μεταξύ τους και η χρήση ενός επιθέτου δεν
καθορίζεται τόσο από το ακριβές του νόημα αλλά περισσότερο από τις μετρικές
ανάγκες του αποσπάσματος στο οποίο εμφανίζεται. Οι μετρικές ανάγκες καθορίζουν
την επιλογή των λέξεων από κάθε ποιητή που συνθέτει έμμετρα (Ong, 1982, p. 24).
Η Ιλιάδα δομείται από την λογοτυπική τάση να
επαναλαμβάνονται στο τέλος ενός επεισοδίου στοιχεία από την αρχή του. "Το
έπος είναι φτιαγμένο σαν ένα κινέζικο παζλ, κουτιά μέσα σε κουτιά (Ong, 1982, p. 33)."
"Η γλώσσα που από χρόνια διαμορφώθηκε από τους
επικούς ποιητές με τη χρήση παλιών καθιερωμένων εκφράσεων, τις οποίες
διατηρούσαν και/ή επεξεργάζονταν ξανά, κυρίως για μετρικούς λόγους. Η γλώσσα τους
δεν είναι ελληνικά που άνθρωποι είχαν ποτέ μιλήσει στην καθημερινή τους ζωή,
αλλά τα ελληνικά που είχαν ειδικά διαμορφωθεί από την χρήση των ραψωδών και που
για γενιές τα μάθαιναν ο ένας από τον άλλο". Παρόμοια γλώσσα συναντάμε και
σήμερα στα αγγλικά που χρησιμοποιούνται στα παραμύθια (Ong, 1982, p. 27).
Ο Lévi-Strauss
περιγράφει την μυθική σκέψη σαν μια μορφή εννοιολογικής σκέψης (conceptual thinking).
Γράφει πως στους μύθους χρησιμοποιούνται φορείς παραπλήσιοι με το πρόβλημα που
περιγράφεται. Σαν παράδειγμα αναφέρει την χρησιμοποίηση ενός δυαδικού φορέα
(ένα επίπεδο ψάρι που φαίνεται μόνο από την πλάγια του όψη) για την περιγραφή
ενός δυαδικού προβλήματος (η περιοδικότητα των ανέμων) (Levi-Strauss, 1995).
Ο Robert Wood πίστευε πως ο Όμηρος ήταν αναλφάβητος και ότι η δύναμη
της μνήμης του του επέτρεπε να παράγει την ποίηση του. Υποστήριζε πως η μνήμη
παίζει ένα τελείως διαφορετικό ρόλο σε έναν προφορικό απ' ότι σε έναν
εγγράμματο πολιτισμό.
Η μνήμη στους πρωταρχικά προφορικούς πολιτισμούς
λειτουργεί κάνοντας σκέψεις που απομνημονεύονται. Οι σκέψεις αυτές στηρίζονται
πάνω σε μνημοτεχνικά πρότυπα, διαμορφωμένα για εύχερη προφορική επανάληψη.
Επιπλέον γεννιούνται σε έντονα ρυθμικά και ισορροπημένα πρότυπα, εκτυλίσσονται
με επαναλήψεις ή αντιθέσεις, με παρηχήσεις και με συνηχήσεις, με
κατηγορηματικές και άλλες λογοτυπικές εκφράσεις, με καθορισμένη θεματική
διάταξη (πχ το συμβούλιο, το γεύμα, η μονομαχία, ο "βοηθός" του ήρωα
κ.οκ).
Η διατήρηση και η ανάπτυξη μιας σκέψης αναπτύσσεται ακόμα με παροιμίες
διατυπωμένες με τρόπο ώστε να ανακαλούνται έυκολα από την μνήμη. Η στηριγμένη
στην προφορικότητα παρατεταμένη σκέψη ακόμα και όταν δεν παίρνει την μορφή
στίχου πρέπει να είναι εντόνως ρυθμική καθώς ο ρυθμός βοηθά την ανάκληση ακόμη
και για λόγους που σχετίζονται με την φυσιολογία (υπάρχει στεν΄σχέση μεταξύ των
ρυθμικών προφορικών προτύπων με την αναπνευστική λειτουργία, τις χειρονομίες
και τη διμερή συμμετρία του ανθρωπίνου σώμματος). Οι ρυθμικές εκφράσεις αυτού
του είδους αποτελούν την ουσία της ίδιας της σκέψης καθώς η σκέψη συγκροτείται
από αυτές. Ο ίδιος ο νόμος στους πρωταρχικά προφορικούς πολιτισμούς
εμπεριέχεται σε λογοτυπικές ρήσεις, παροιμίες που δεν είναι απλώς νομολογικές
διακοσμήσεις αλλά από μόνες τους συνιστούν τον νόμο (Ong, 1982, p. 45).
Σε έναν προφορικός πολιτισμό η εμπειρία
διανοητικοποιείται μνημοτεχνικά. Βέβαια κάθε έκφραση και σκέψη είναι σε κάποιο
βαθμό λογότυπος υπό την έννοια ότι κάθε λέξη και κάθε ιδέα που αποδίδεται με
λέξεις είναι ένα είδος φόρμουλας, ένας παγιωμένος τρόπος επεξεργασίας των
δεδομένων της εμπειρίας (Ong, 1982, p. 46).
Η
ψυχολογική σημασία του μύθου
Μέσα από τους μύθους και τα παραμύθια (wonder tale) που υποτίθεται
περιγράφουν τις ζωές μυθικών ηρώων, τις δυνάμεις των θεοτήτων της φύσης, των
πνευμάτων των νεκρών και των τοτεμικών προγόνων ενός πολιτισμού δίνεται
συμβολική έκφραση σε υποσυνείδητες επιθυμίες, φόβους και εντάσεις που
υπόκεινται στα συνειδητά μοτίβα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η μυθολογία με
άλλα λόγια είναι ψυχολογία παρερμηνευμένη σαν βιογραφία, ιστορία και κοσμολογία
(Campbell, 1993, p. 256).
Ο Róheim γράφει πως "σε κάθε πρωτόγονη φυλή (ουσιαστικά κάθε
πρωταρχικά προφορικός πολιτισμός) βρίσκουμε τον μάγο-γιατρό (σαμάνο) στο
επίκεντρο της κοινωνίας και είναι εύκολο να αποδείξουμε πως αυτός ο
μάγος-γιατρός είναι ή νευρωτικός ή ψυχωτικός ή τουλάχιστον η τέχνη του είναι
βασισμένη στους μηχανισμούς μιας νεύρωσης ή μιας ψύχωσης. Οι ανθρώπινες ομάδες
δραστηριοποιούνται βάσει των συλλογικών ιδανικών τους τα οποία είναι πάντα
βασισμένα στην βρεφική κατάσταση. Η βρεφική κατάσταση τροποποιείται ή
αντιστρέφεται μέσω της διαδικασίας της ωρίμανσης και πάλι τροποποιείται από τις
αναγκαίες προσαρμογές στην πραγματικότητα. Παρόλα αυτά η βρεφική κατάσταση
υπάρχει και τροφοδοτεί τους αόρατους "λιμπιντικούς" δεσμούς που χωρίς
αυτούς δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν ανθρώπινες ομάδες. Ο σαμάνος πολεμάει τους
"δαίμονες" έτσι ώστε τα υπόλοιπα μέλη να μπορούν να κυνηγούν και γενικότερα
να πολεμούν την πραγματικότητα (Campbell,
1993)."
Ο Campbell (Campbell, 1993) γράφει πως ο ρόλος του μάγου-γιατρού είναι να
κάνει ορατά και δημόσια τα συστήματα συμβολικής φαντασίας που είναι παρόντα
στον ψυχισμό κάθε ενήλικα στην πρωτόγονη κοινότητα.
Οι ψυχολογικοί κίνδυνοι τους οποίους οι πρόγονοι μας
αντιμετώπιζαν μέσα από τα σύμβολα και τις πνευματικές ασκήσεις της μυθολογίας
και της θρησκευτικής τους παράδοσης στις σύγχρονες κοινωνίες οι άνθρωποι είναι
αναγκασμένοι να τους αντιμετωπίζουν μόνοι ή με όχι πολύ αποτελεσματική
καθοδήγηση. Ο Campbell θεωρεί
πως αυτό είναι ένα σημαντικό ψυχολογικό πρόβλημα μιας κοινωνίας στην οποία
"όλοι οι θεοί και οι δαίμονες έχουν εξαφανισθεί μέσα από την εκλογίκευση (Campbell, 1993, p. 104)."
Όταν η ποιητική του μύθου ερμηνεύεται σαν βιογραφία,
ιστορία ή επιστήμη, χάνεται τελείως η αξία της και οι ζωντανές εικόνες του
μύθου καταντούν απόμακρα γεγονότα μιας ξεχασμένης εποχής. "Όταν ένας
πολιτισμός ερμηνεύει την μυθολογία του με αυτόν τον τρόπο, χάνεται η ζωή από
μέσα της, οι ναοί καταντούν μουσεία και η σύνδεση μεταξύ των δύο προοπτικών
εξαλείφεται (Campbell, 1993, p. 249)."
Μύθος και όνειρα
O Josheph Campbell λέει
χαρακτηριστικά πως «το όνειρο είναι ο προσωποποιημένος μύθος και ο μύθος είναι
το απροσοποποιημένο όνειρο».
Σύμφωνα με την δημοσιευμένη ψυχαναλυτική βιβλιογραφία οι
ονειρικές πηγές και τα σύμβολα μπορούν να αναλυθούν μαζί με την αφανή τους
σημασία για το ασυνείδητο και την λειτουργία τους για τον ψυχισμό του ατόμου. Η
υπόθεση ότι οι διδάσκαλοι του παρελθόντος τα ενέταξαν συνειδητά σαν μεταφορές
παραμένει αδιάφορη. Η
σιωπηλή παραδοχή που επικρατεί είναι ότι οι μεγάλοι δάσκαλοι (με εξαίρεση
συγκεκριμένους Έλληνες και Ρωμαίους) ήταν νευρωτικά άτομα που παρερμήνευαν τις
αναιτιολόγητες φαντασιώσεις τους σαν μεγάλες ανακαλύψεις. Στο ίδιο πνεύμα οι
ανακαλύψεις της ψυχανάλυσης θεωρούνται από πολλούς μη ειδήμονες παράγωγα του
"πονηρού μυαλού" του Segmund Freud (Campbell, 1993, p. 178).
Ο συμβολισμός της μυθολογίας έχει μια ιδιαίτερη
ψυχολογική σπουδαιότητα. Συγκεκριμένα από το έργο των ψυχαναλυτών προκύπτει
είτε οι μύθοι έχουν ονειρική φύση είτε ότι τα όνειρα είναι συμπτωματικά της
δυναμικής που εμφανίζεται στον ψυχισμό του ατόμου. Ο Sigmund Freud, ο Carl G. Jung, ο Wilhelm Stekel, ο Otto Rank, ο Karl Abraham, ο Géza Róheim και πολύ άλλοι έχουν αναπτύξει μια ευρέως καταγεγραμμένη
μοντέρνα παράδοση ονειρικής και μυθικής ερμηνείας. Παρότι οι παραπάνω
επιστήμονες διαφέρουν σε σημεία μεταξύ τους, όλοι συγκλίνουν σε μια μεγάλη
ενιαία κίνηση με ένα μεγάλο σώμα κοινών αρχών.
"Με την ανακάλυψη ότι τα μοτίβα και η λογική των μύθων και των παραμυθιών
αντιστοιχούν σε αυτά των ονείρων το χαμένο κύρος των χιμαιρών του αρχαίου
ανθρώπου επέστρεψε δραματικά στο προσκήνιο της μοντέρνας συνείδησης (Campbell, 1993, p. 255)."
Οι μύθοι δεν είναι ακριβώς συγκρίσιμοι με τα όνειρα. Οι
μορφές τους προέρχονται από τις ίδιες πηγές με τα όνειρα, το υποσυνείδητο, και
η γραμματική τους είναι κοινή όμως ο μύθος δεν είναι το αυθόρμητο προϊόν του
ύπνου. Τα μοτίβα των μύθων είναι συνειδητά ελεγχόμενα και η λειτουργία τους
είναι να προσφέρουν μια ισχυρή συμβολική γλώσσα για την μετάδοση και την
επικοινωνία της παραδοσιακής σοφίας (Campbell, 1993).
Συναισθηματική
ανάπτυξη μέσα από τον μύθο
Ο Campbell
(Campbell, 1993, p. 173) αναφέρει κατά τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης ενός
βρέφους μπορούν να παρατηρηθούν συμπτώματα μιας αναδυόμενης μυθολογίας, μιας
κατάστασης πέρα από την επιρροή του χρόνου. Τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται σαν
αντιδράσεις και αυθόρμητες άμυνες ενάντια στις φαντασιώσεις καταστροφής του
σώματος που προκύπτουν στο παιδί όταν στερείται την μητέρα του. Το βρέφος
αντιδρά με κρίσεις θυμού που ακολουθούνται από την φαντασίωση της διαμέλισις
του σώματος της μητέρας. Σαν επακόλουθο αυτών των ορμών ακολουθούν φόβοι
αντίποινας και η φαντασίωση ότι θα αφαιρεθεί το εσωτερικό του σώματος του.
.
Οι παιδικές φαντασιώσεις που τρέφουμε στο
υποσυνείδητο συναντώνται συνεχώς στον μύθο, το παραμύθι και στα διδάγματα
της εκκλησίας σαν σύμβολα άθραυστης ύπαρξης. Το γεγονός αυτό βοηθά το μυαλό να
νιώθει οικίες τις εικόνες και να ξαναθυμάται κάτι που του είναι γνωστό. Τα
σύμβολα αυτά όμως μπορεί να παίξουν παρεμποδιστικό ρόλο στην ψυχολογική
ανάπτυξη του ατόμου. Τα συναισθήματα που αναδύονται αναπαύονται πάνω στα
σύμβολα και αντιδρούν σθεναρά σε κάθε προσπάθεια να τα ξεπεράσουν. Το
άτομο απελευθερώνεται όταν τα υπερβεί ολοκληρωτικά (Campbell, 1993).
Επιμέλεια, προσαρμογή, εικονογράφηση κειμένου από τον γράφοντα.