Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

Τα "παγκάκια φιλίας", της Ζιμπάμπουε



Στη Ζιμπάμπουε, σχεδόν ένας στους τέσσερις πάσχει από kufungisisa, δηλαδή από κατάθλιψη. Σημαίνει "αυτός που σκέφτεται πολύ". 

Το στίγμα της ψυχικής ασθένειας είναι βαρύ, το κόστος των συνεδριών, σε μια χώρα με 80% ανεργία, δυσβάσταχτο, κι έτσι οι περισσότεροι στρέφονται σε μάγους, σε προφήτες ή σε εξορκιστές και πολύ συχνά επιλέγουν την αυτοκτονία.
Μέχρι που ο κ. Τσιμπάντα, ένας από τους 12! ψυχιάτρους που υπάρχουν στη χώρα (με πληθυσμό 15 εκ.) είχε την καταπληκτική ιδέα να εκπαιδεύσει γιαγιάδες και οι συνεδρίες να γίνονται σε παγκάκια.

Κι έτσι, στην Χαράρε οι σοφές ηλικιωμένες απλώς κάθονται στα "παγκάκια φιλίας", όπως ονομάζονται, και περιμένουν τους ασθενείς τους. 

"Ξέρουν να ακούν, ξέρουν να διηγούνται ιστορίες, ξέρουν να παρηγορούν και έχουν πολύ χρόνο", λέει ο Τσιμπάντα για τις "χρυσές κυρίες" του, που αυτή τη στιγμή είναι πάνω από 300. 

Συνεχίζει να τις εκπαιδεύει, μέσα από παιχνίδια ρόλων, για να βοηθήσουν τους ασθενείς τους να αναγνωρίσουν τα προβλήματά τους και να βρουν μόνοι τους τρόπους να τα αντιμετωπίσουν. 

"Όχι πολλές συμβουλές, δεν έχουν αποτέλεσμα, μικρά βήματα". Γιατί όπως λένε στη Ζιμπάμπουε, υπάρχει μόνο ένας τρόπος να φας έναν ελέφαντα: μπουκιά μπουκιά.

 Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος


 
 

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

«Σωκράτης, Χριστός, Γκάντι: Η συνάντηση»


            α. «Κρείττον αδικείσθαι του αδικείν» / «Ει αναγκαίον είη αδικείν ή αδικείσθαι ελοίμην αν αδικείσθαι» (ΣΩΚΡΑΤΗΣ).
            β. «Εγώ δε λέγω υμίν…. αλλ’ όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα στέψον αυτώ και την άλλην» (ΙΗΣΟΥΣ).
            γ. «Ο οφθαλμός αντί οφθαλμού, καταλήγει να κάνει όλο τον κόσμον τυφλό»/ «Το να πολεμάς το κακό με κακό δεν βοηθά κανέναν» (ΓΚΑΝΤΙ).
            Σε μια εποχή που η βία και η εκδίκηση – αντεκδίκηση είτε σε διαπροσωπικό – κοινωνικό, είτε σε διεθνές επίπεδο τείνει να λάβει επιδημικές διαστάσεις οι παραπάνω θέσεις φαντάζουν ουτοπικές ή και «συντηρητικές» για κάποιους. Μπορεί σύμφωνα με τον Έριχ Φρομ «η ανθρώπινη ιστορία να άρχισε με μια πράξη βίας» (ο Κάιν σκότωσε τον Άβελ), αυτό, όμως, δεν καταδίκασε την ανθρωπότητα να υμνολογεί τη βία και τη δύναμη. Μπορεί και η θέση του Μαρξ ως διαπίστωση «η βία είναι η μαμή της ιστορίας» να βοήθησε στην ερμηνεία του ανθρώπινου πολιτισμού (η πάλη των τάξεων), αυτό, όμως, δεν εμπόδισε κάποιους να αντιτάξουν την αγάπη και τη συγχώρεση στο κακό και τη βεβαιότητα.
            Στην ομάδα αυτών που αρνήθηκαν το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και το αρχαίο «αντιπεπονθός» (Ζάλευκος) ανήκουν ο Σωκράτης, ο Χριστός και ο Γκάντι. Και οι τρεις με τη διδασκαλία και τη συμπεριφορά – πράξεις τους διαμόρφωσαν ως ένα βαθμό την ταυτότητα του ανθρώπινου πολιτισμού. Ο δύσμορφος φιλόσοφος, ο ξυλουργός από τη Ναζαρέτ και ο ξυπόλητος Ινδός έμελλε με τις θέσεις τους απέναντι στα «μικρά και μεγάλα» της ανθρώπινης διαδρομής να θεμελιώσουν μια άλλη αντίληψη για τις ανθρώπινες σχέσεις, το δίκαιο, την ηθική, τη δύναμη, την εξουσία, το νόμο και το θείο. Διαφορετικοί άνθρωποι, σε διαφορετικές εποχές βρέθηκαν τόσο κοντά σε κάποια διαχρονικά και θεμελιώδη ζητήματα – ερωτήματα του ανθρώπου και της τέχνης του «συν-κοινωνείν».
 α. Οι ομοιότητες
            Η ανίχνευση των κοινών θέσεων των τριών «μεγάλων» της ανθρωπότητας, πέρα από τα μεθοδολογικά προβλήματα που εμπεριέχει, ίσως «σκανδαλίσει» κάποιους στο βαθμό που ο Χριστός ως θεάνθρωπος κρίνεται και συγκρίνεται με δυο ανθρώπους θνητούς. Για λόγους δεοντολογικούς και μεθοδολογικούς ο Χριστός θα λαμβάνεται ως άνθρωπος, αφού με αυτήν την ιδιότητα ήλθε στον κόσμο, γεννήθηκε στη φτωχική φάτνη, δίδαξε, υπέφερε και σταυρώθηκε ως «πάσχων». Βέβαια η εξέταση των κοινών στοιχείων μεταξύ των τριών είναι ευκολότερη και πιο εμφανής μεταξύ του Σωκράτη και του Χριστού. Επειδή το εύρος των κοινών σημείων είναι μεγάλο, η έρευνα θα εστιάσει σε συγκεκριμένες θέσεις.
 Η άρνηση της Βίας
1. Ο Σωκράτης
            Και οι τρεις ρητά αποκήρυξαν τη βία ως συμπεριφορά και ως τρόπο επίλυσης των διαφορών. Πρώτος χρονολογικά – και όχι κατ’ ανάγκην και αξιολογικά – ο Σωκράτης επέλεξε το «αδικείσθαι» αντί του «αδικείν». Αν και αδικήθηκε από τους δικαστές, δεν δραπέτευσε. Δεν θέλησε στην αδικία να αντιτάξει τη δική του αδικία. Ευθαρσώς διακήρυξε: «Ούτε άρα ανταδικείν δει ούτε κακώς ποιείν ουδένα ανθρώπων, ουδ’ αν οτιούν πάσχη υπ’ αυτών». Ήταν απολύτως ενάντια στην εκδίκηση και σε αυτήν τη θέση έμεινε συνεπής μέχρι το τέλος της ζωής του, διακηρύσσοντας με θάρρος, αυτό που μέχρι σήμερα ακούγεται περίεργο: «Ουδέ αδικούμενον άρα δει ανταδικείν, ως πολλοί οίονται, επειδή γε ουδαμώς δει ανταδικείν» (Ούτε όταν αδικείται κανείς πρέπει να ανταποδίδει το άδικον, όπως πολλοί νομίζουν αφού βέβαια απολύτως δεν πρέπει να αδικεί κανείς).
            Μέχρι τότε δεν είχε διατυπωθεί τέτοια θέση με τόσο καθαρό τρόπο. Θέση που τρόμαξε τους παραδοσιακούς ηθικολόγους και τη συστημική λογική περί της φύσεως του δικαίου. Κάτι παρόμοιο, βέβαια, εξέφρασε και ο Ισοκράτης «α πάσχοντες υφ’ ετέρων οργίζεσθε, ταύτα τοις άλλοις μη ποιείτε» (Μην κάνετε στους άλλους εκείνα για τα οποία εσείς θυμώνετε όταν τα κάνουν άλλοι σε σας).
2. Ο Ιησούς
            Σε ανάλογο επίπεδο κινείται και η διδασκαλία του Ιησού που η αγάπη και η άρνηση ανταπόδοσης του κακού και της αδικίας αποτέλεσαν τα βάθρα της ρηξικέλευθης βιοθεωρίας του. Ο Μωσαϊκός νόμος της αντεκδίκησης «Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος» σωριάστηκε κάτω από το βάρος μιας «ακατανόητης» μέχρι σήμερα για πολλούς θέσης – πρότασης του Χριστού «όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην». Η ανεξικακία του Ναζωραίου θρυμμάτισε την υποκρισία και την «ανήθικη ηθική» των Φαρισαίων και προβίβασε την αγάπη και τη συγχώρεση σε απόλυτες αξίες.        
            Ωστόσο η απόλυτη πρόταση του Χριστού ως τρόπος ειρήνευσης των ανθρώπων και κώδικας συμβίωσης είναι το εμβληματικό «Πάντα ουν όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως». Συνιστά το χρυσό κανόνα της ανθρώπινης συμπεριφοράς με στόχο την αλληλοκατανόηση και την ειρηνική συνύπαρξη. Πάνω σε αυτόν τον χρυσό κανόνα του Ιησού θεμελιώθηκε αιώνες αργότερα από τον Καντ η «κατηγορική προσταγή» (Η Καντιανή ηθική), η οποία ορίζεται ως η ενιαία υποχρέωση που πηγάζει από το αίσθημα και την έννοια του καθήκοντος. Για τον Καντ, δηλαδή, μια συμπεριφορά είναι ηθική στο βαθμό που αν αυτή γινόταν ηθικός νόμος για όλα την ανθρωπότητα (παγκόσμιος) θα είχε θετικά αποτελέσματα.
3. Ο Γκάντι
             Ο τρίτος της ομάδας, ο Μαχάτμα Γκάντι, είναι αυτός που στον αγώνα του για την ανεξαρτησία της Ινδίας εισήγαγε την πολιτική της μη – βίαιης αντίστασης. Η πολιτική της μη – βίας ή της παθητικής αντίστασης εκφράστηκε ως θέση τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Δέχτηκε επιδράσεις τόσο από το Χριστό όσο κι από τον Αμερικανό συγγραφέα Χένρι Θορό.
            Ο ίδιος ο Ινδός επαναστάτης – φιλόσοφος – διανοούμενος διέγραψε τον όρο παθητική αντίσταση από το λεξιλόγιό του και εισήγαγε το “Satyagraha”. Είναι η φιλοσοφία της μη – βίας. Η λέξη είναι σύνθεση του Satva (αλήθεια) και Agraha (σταθερότητα). Θεωρούσε, δηλαδή, ότι ακόμη και στις επιθέσεις – βία των κατακτητών δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί βία. Αυτό απέβλεπε στο να αναγκάσει τον αντίπαλο να αλλάξει συμπεριφορά και να συνεργαστεί. Τόνιζε πως «αν χρησιμοποιείται βία, αναγκαστικά, ενσωματώνεται μέσα σε αυτή και η αδικία».
            Βέβαια η Satyagraha βρήκε εφαρμογή τόσο στην πολιτική όσο και στις διαπροσωπικές σχέσεις – διαμάχες. Με τον καιρό η πρόταση της μη – βίας κατέστη κινητήρια δύναμη και ενέπνευσε πολλούς, όπως τον Martin Luther King, τον Μαντέλα κι άλλους «Ξεκίνησα να αποκαλώ το Ινδικό κίνημα Satyagraha, γιατί η Δύναμη γεννιέται από την Αλήθεια και την Αγάπη, τη μη – βία. Έτσι εγκατέλειψα τον όρο ‘’παθητική αντίσταση’’».
β. Ο θάνατος των μεγάλων διανοητών
            Αποτελεί αντιφατικότητα και ιστορική παραδοξότητα οι κήρυκες της μη – βίας και οι υπέρμαχοι της αγάπης και της ειρήνης να πεθαίνουν από μεθόδους βίας. Είναι ένα άλλο κοινό στοιχείο και των τριών ανδρών. Εκείνο, όμως, που ξαφνιάζει – και ίσως διαφοροποιεί κάπως τον Γκάντι από το Σωκράτη και το Χριστό – είναι ο τρόπος που αντιμετώπισαν το τέλος τους, τόσο ο Σωκράτης όσο και ο Χριστός. Ωστόσο τα κίνητρα όλων αυτών που σχεδίασαν και επέφεραν το θάνατο και των τριών ήταν κοινά. Η αδυναμία των ανθρώπων να βιώσουν την εσωτερική ειρήνη˙ κι όταν αυτή απουσιάζει τότε εξωτερικεύεται ως μίσος και βία προς το συνάνθρωπό μας. 
            Ο Σωκράτης ήπιε το κώνειο μετά την καταδίκη του σε θάνατο. Η κατηγορία οδήγησε σε μια δίκη, που με τους δικονομικούς όρους της εποχής ερμηνευόταν ως «γραφή ασεβείας». Κατηγορήθηκε, δηλαδή, για αθεία, για διαφθορά της νεολαίας και για εισαγωγή «καινών δαιμονίων». «Αδικεί Σωκράτης, ους μεν η πόλις νομίζει θεούς ου νομίζων, έτερα δε δαιμόνια καινά εισηγούμενος˙ αδικεί δε και τους νέους διαφθείρων. Τίμημα θάνατος». Βέβαια τους κατήγορους ενόχλησε ο λόγος του φιλοσόφου που λειτουργούσε ως αλογόμυγα στις συντηρητικές και κοιμισμένες συνειδήσεις των Αθηναίων.
            Παρόμοιους λόγους επικαλέστηκαν και οι εχθροί του Χριστού που στο πρόσωπο του διέβλεψαν τον κίνδυνο της αποκάλυψης της υποκρισίας τους και του ψευδούς προσωπείου τους. Φοβήθηκαν έναν ξυλουργό που μέσα από την απλότητα και το κήρυγμα της αγάπης αναδομούσε το αξιακό σύστημα και τους ηθικούς κώδικες της κοινωνίας.
            Το κατηγορητήριο θεμελιώθηκε πάνω στη φράση του Χριστού «λύσατε τον ναόν τούτον και εν τρισίν ημέρας εγερώ αυτόν». Επειδή, όμως, αυτό δεν αρκούσε ως κατηγορία, τότε εφεύραν τη ρήση του Χριστού που τον εμφάνιζε ως «υιόν Θεού» «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού; λέγει αυτώ ο Ιησούς. Συ είπας…», ενώ ο όχλος κατευθυνόμενος από τους επιτήδειους έκραζε: «Ημείς νόμον έχομεν και κατά νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι θεού υιόν εαυτόν εποίησε». Το αποτέλεσμα της δίκης γνωστό: «Ένοχος θανάτου εστί» (Ματθαίου ΚΣΤ, 67).
            Βέβαια, η αιτία ήταν διαφορετική, όπως και της καταδίκης του Σωκράτη. Ο φόβος και η ανασφάλεια απέναντι στον εμπρηστή του Φαρισαϊσμού. «…Τι ποιούμεν, ότι ούτος ο άνθρωπος πολλά σημεία ποιεί;…. ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται» (Ιωάννη ΙΑ’, 48-50).
             Ωστόσο θύμα της μισαλλοδοξίας και της απουσίας θρησκευτικής ανεκτικότητας έπεσε και ο Ινδός ηγέτης Γκάντι. Έχασε τη ζωή του από έναν ομόθρησκό του Ινδουιστή, που δεν συγχωρούσε την αναγνώριση των δικαιωμάτων προς τους μουσουλμάνουν. Ο φανατικός ομόθρησκός του Ναθουράμ Γκόντσε πυροβολώντας τον Γκάντι πυροβολούσε την πολιτική του θρησκευτικού κατευνασμού και της μη – βίας. Ο Γκάντι υπήρξε το θύμα ενός μέσου (ΒΙΑ) που το απέρριπτε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ως μέσο επίτευξης πολιτικών στόχων.
            Ο Σωκράτης και ο Χριστός μπορούσαν να αποφύγουν το θάνατο. Ωστόσο έμειναν πιστοί σε αυτά που δίδασκαν. Υπήρξαν δάσκαλοι με τη ριζική έννοια του όρου. Ο Γκάντι, αν και απέφυγε το θάνατο από τους Άγγλους κατακτητές, έπεσε θύμα ενός ομογενούς – ομόθρησκου στο όνομα της εθνικής και θρησκευτικής καθαρότητας. Αν μπορούσε να αποφύγει τη βία ή την αντι- βία του δολοφόνου του, είναι ένα θεωρητικό πρόβλημα. Ωστόσο πριν δεχτεί τη σφαίρα του Ινδού εθνικιστή είπε «Μερικές φορές μπορεί να χρειαστεί να υποστείς την οργή του αντιπάλου. Με τον τρόπο αυτό θα αποδεχθείς τις επιθέσεις από τον αντίπαλο, ποτέ όμως δε θα προβείς σε αντίποινα».
             γ. Η αμφισβήτηση του Νίτσε
            Ο βίαιος θάνατος είναι η κοινή μοίρα όλων των μεγάλων που τόλμησαν να συγκρουστούν με παραδοσιακές αντιλήψεις και απολιθωμένες ιδεολογίες. Ωστόσο η νίκη στο τέλος τους στεφανώνει με αθάνατη δόξα. «Πρώτα θα σε αγνοήσουν , μετά θα γελάσουν με σένα, μετά θα σε πολεμήσουν, και τότε κέρδισες» (Γκάντι).
            Ο Σωκράτης, ο Χριστός και ο Γκάντι εμπλούτισαν την ανθρωπότητα με εκείνα τα στοιχεία που είναι συμβατά με θετικές αξίες, όπως: αγάπη, ανεκτικότητα, ειρήνη, συγχώρηση, ανθρωπιά, ηθική…. Αν και έζησαν σε διαφορετικές εποχές και βάδισαν σε ξεχωριστές διαδρομές, ωστόσο κάπου νοητά συναντήθηκαν.
            Πολεμήθηκαν σφοδρά όσο ζούσαν (γι’ αυτό και θανατώθηκαν) αλλά και μετά το θάνατό τους. Ιδιαίτερα αντικείμενο σφοδρής κριτικής αποτέλεσαν ο Σωκράτης και ο Ιησούς στο βαθμό που η διδασκαλία τους στόχευε στην υπεράσπιση των αδυνάτων. Κύριος εκφραστής αυτής της πολεμικής ο Νίτσε, ο υπέρμαχος της δύναμης, ως βασικού στοιχείου που πυροδοτεί τις διαδικασίες για την εξέλιξη και τον πολιτισμό. Κατηγόρησε σφοδρά και τους δυο για την ακατάσχετη ηθικολογία τους. Κηρύσσοντας τη «θέληση για δύναμη» πίστευε ότι θα απελευθέρωνε το δημιουργικό στοιχείο του ανθρώπινου είδους και ο πολιτισμός θα αποκτούσε άλλη ταχύτητα. Θεωρούσε πως οι άξιοι, δημιουργικοί και οι φυσικοί ηγέτες πρέπει να αισθάνονται ελεύθεροι και αποκομμένοι από τους «δουλικούς ηθικούς κώδικες». Κάπως έτσι προανήγγειλε τον Υπεράνθρωπό του. («Το λυκόφως των ειδώλων»).
            Η βασική κριτική του Νίτσε στο Σωκράτη και στο Χριστιανισμό συμπυκνώνονται στα παρακάτω: α. «Ο Σωκράτης ήταν ο παλιάτσος που κατάφερε να τον πάρουν στα σοβαρά», β. «Οι αδύναμοι και οι αποτυχημένοι πρέπει να εκλείψουν. Είναι η πρώτη αρχή της δικής μας αγάπης για τον άνθρωπο», γ. «Οι Χριστιανοί κηρύττουν την υπακοή, μα εγώ κηρύττω τη θέληση του λιονταριού. Η θέληση σπάει τα δεσμά, γιατί το θέλω είναι δημιουργώ. Αυτή είναι η διδασκαλία μου».
            Όποιες, όμως, κι αν ήταν οι φιλοσοφικές, ιδεολογικές, πολιτικές, ηθικές και κοινωνικές αιτιάσεις κατά του ηθικού και κοινωνικού κώδικα αξιών που θεμελίωσαν οι Σωκράτης, Χριστός και Γκάντι, δεν στάθηκαν ικανές να αποδομήσουν το αξιακό οικοδόμημα των τριών μεγάλων ανδρών. Το έργο τους εξακολουθεί να φωτίζει, να εμπνέει, να προβληματίζει και να προκαλεί αμφισβητήσεις.
            Έζησαν λιτά και δεν επιδίωξαν τον πλούτο. Δίδαξαν τη σεμνότητα και την αληλοκατανόηση και στιγμάτισαν την έπαρση και το φαρισαϊσμό. Λοιδορήθηκαν, θανατώθηκαν αλλά το έργο τους εξακολουθεί να ζει. Παραμένουν ακόμη ενοχλητικοί γιατί οι εχθροί τους πέτυχαν να τους θανατώσουν, όχι όμως και να τους βλάψουν.
            «Εμέ δε Άνυτος και Μέλητος αποκτείναι μεν δύνανται, βλάψαι δε ου» (Σωκράτης).
 Του συνεργάτη της Μυσταγωγίας – Μυθαγωγίας, Ηλία Γιαννακόπουλου, Φιλόλογου. E-mail: iliasgia53@gmail.com

Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος


             

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2018

Ο ρόλος των παραμυθιών στη σύγχρονη εποχή



Είναι τρομακτική και με ανυπολόγιστες ακόμα συνέπειες η διαπίστωση ότι η παιδική ηλικία ή τουλάχιστον τα βασικά συστατικά της τείνουν να περιοριστούν στις μέρες μας. Τα παιδιά βιάζονται να μεγαλώσουν, για να εισέλθουν σε μια παρατεταμένη εφηβεία, και οι γονείς, αποκομμένοι από τα ενοποιητικά, παραδοσιακά στοιχεία, που δόμησαν την οικογένεια, σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο, επιτείνουν με τις πραγματιστικές επιλογές τους τη δυσοίωνη αυτή κατάσταση.

Η παιδικότητα είναι συνυφασμένη με το μαγικό, το άρρητο και το υπερφυσικό. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μύθο, τον ανθρωπομορφισμό και τον ανιμισμό, με άλλα λόγια με την παρηγορητική αφήγηση-το παραμύθι. Η ίδια η λογική αναπτύσσεται ως αντιπαραβολή προς το φανταστικό και χωρίς αυτό μένει κενό γράμμα και οικοδόμημα δίχως στέρεες ρίζες.

Η εξιστόρηση, η αναπαλαισίωση της πλοκής, η στιχομυθία, η ποιητικότητα, συνιστώσες, που δημιούργησαν το θέατρο και πολλές μορφές τέχνης και που διατήρησαν αλώβητες στα παραμύθια, έχουν αντικατασταθεί από την άχρωμη παράθεση δεδομένων, από τον περιληπτικό λόγο και την απύθμενη αιτιοκρατία.
Τα κυρίαρχα ψηφιακά μέσα της εποχής μας και τα ΜΜΕ δεν συντηρούν μυστικά, καταπνίγοντας την παιδική αγνότητα. Αποκαλύπτουν τα ανούσια και συγκαλύπτουν τα ουσιαστικά, αδιαφορώντας για την ψυχοσύνθεση και την ηλικία του τηλεθεατή-χρήστη-αναγνώστη-ακροατή.

Η πληροφορία σήμερα είναι σύντομη, δυναμική, παραπεμπτική. Έχει απωλέσει την ελκυστικότητα βασισμένη στην αληθοφάνεια. Οι αρχετυπικές αξίες, τα ινδάλματα και οι παραδοχές, που γαλούχησαν την ανθρωπότητα, παρουσιάζονται με τον πιο απροκάλυπτο και πεζό τρόπο, αποστεγνωμένα από το λυρισμό, την εφευρετικότητα της διήγησης, το παράδοξο, το απρόσμενο και το λυτρωτικό.

Οι κλασικοί ήρωες αντικαταστάθηκαν σταδιακά από βίαιους χαρακτήρες σε κόμικς και οι πριγκίπισσες εκθρονίστηκαν από καταναλωτικές, νευρωτικές φιγούρες, που εμποτίζουν τα παιδιά με άγχος και ένταση. Το ευτυχισμένο τέλος των παραμυθιών, η κάθαρση, έδωσε τη θέση του στο κενό, που συνοδεύει τα σύγχρονα υποκατάστατα, ενώ η αποκοπή από το φυσικό κόσμο αντικατοπτρίζεται στην έλλειψη αναφορών σε πλάσματα της γης, της θάλασσας και του αέρα, που παλιότερα συνόδευαν με καταλυτικούς ρόλους τους κεντρικούς ήρωες στις περιπέτειές τους. Στα παραμύθια μπορεί κανείς να ανακαλύψει την ίδια την πορεία του ανθρώπινου είδους, που ταυτίζεται με θαυμαστό τρόπο με το δρόμο του παιδιού προς την ενηλικίωση.

Δεν υπάρχει λαός χωρίς παραμύθια, ενώ πολλές από αυτές τις αφηγηματικές ιστορίες έχουν περάσει τα σύνορα και έχουν εξελιχθεί σε πανανθρώπινους μύθους. Οι χαρακτήρες τους αλλάζουν μορφή, ανάλογα με τη χρονική περίοδο, που εξελίσσονται, αλλά πάντοτε απεικονίζουν όλους τους κοινωνικούς τύπους, τις ανισότητες, τη διαφορετικότητα, την παράδοση, το λαϊκό πολιτισμό και τον κοινό αγώνα για επιβίωση.

Μέσα από αντιθετικές έννοιες αναδεικνύεται η πάλη του καλού και του κακού, ο θάνατος και ο έρωτας, η πλεονεξία, ο αλτρουισμός, η ομορφιά και η ασχήμια, η δικαιοσύνη, η ύβρις και η νέμεσις.

Όλη η φύση συμμετέχει στα πάθη των ηρώων και χαίρεται όταν επέρχεται η λύτρωση. Γιατί τα παραμύθια αρχικά πλάθονταν για να απευθυνθούν σε ενηλίκους και όχι σε παιδιά. Πάντοτε είχαν διδακτικό χαρακτήρα και κατά πολλούς τρόπους αποτελούσαν μορφή ψυχανάλυσης. Η ανάμνηση του αγαπημένου παραμυθιού δεν είναι τυχαία, αλλά αποκαλύπτει καθηλωμένες ελπίδες, υποσυνείδητους φόβους, απωθημένες ενορμήσεις. Αποτελεί το συνεκτικό κρίκο με την παιδική ηλικία και την επιθυμία της επιστροφής στην ασφάλεια και την ξεγνοιασιά της.

Γι’ αυτό, διαφορετική η επίδρασή των παραμυθιών, όταν αποδέκτης είναι ένα παιδί που έχει κακοποιηθεί και άλλη, όταν ομιλούν σε εκείνο, που περνά μια ασθένεια. Τα παραμύθια αξιοποιήθηκαν από το σχολείο για παιδαγωγικούς-εκπαιδευτικούς λόγους (γλωσσική εξάσκηση, δημιουργική έκφραση, αντίληψη σχημάτων λόγου, επεξεργασία εμπειριών του παρελθόντος, παιγνιοθεραπεία, θεατρικές αναπαραστάσεις, τελετουργίες, αναπλάσεις ιστοριών, καλλιέργεια της φαντασίας), αλλά και από την ψυχολογία για θεραπευτικούς σκοπούς: Τα παιδιά ταυτίζονται με τους ήρωες και μαθαίνουν να διαχειρίζονται με συμβολικό τρόπο, μέσα από υιοθέτηση ρόλων και από απόσταση τα δικά τους πάθη, τις αγωνίες, τους φόβους και τις ανασφάλειες.

Το παραμύθι είτε ως σύντροφος του παιδιού πριν τον ύπνο, παράλληλα με τα νανουρίσματα, είτε ως οικογενειακό μυθιστόρημα, είτε ως θεατρική απόλαυση συνέδεε πάντοτε τα μέλη της εκτεταμένης ή πυρηνικής οικογένειας μεταξύ τους και κυρίως τον παππού και τη γιαγιά με τα εγγόνια, εγκαθιδρύοντας δεσμούς ακλόνητους στο χρόνο και εξισορροπώντας τις διαγενεακές αντιθέσεις.
Σήμερα, η επέλαση της μονογονεικότητας, ο περιορισμός του χρόνου παραμονής και των δύο γονέων στην εστία για οικονομικούς-επαγγελματικούς λόγους, η γεωγραφική απομάκρυνση, ο απομονωτισμός που επιβάλλει η τηλεόραση και ο υπολογιστής, η καταπόνηση του παιδιού από τις εξωσχολικές δραστηριότητες, ο εξοβελισμός του παραμυθιού ως αναχρονιστική μορφή αλληλεπίδρασης και κυρίως οι ψευδεπίγραφες προοδευτικές παιδαγωγικές θεωρήσεις, οδηγούν στην αποξένωση και στην εξασθένηση των συναισθηματικών αποθεμάτων της οικογένειας με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση και τη δημιουργικότητα.

Τα παραμύθια ανέκαθεν συνέδεαν τη νέα γενιά με την παράδοση, με τα λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία περασμένων εποχών και κοινωνιών, που έχουν παρέλθει. Με την αλληγορία τους μεταλαμπάδευαν τις αγωνίες και τους πόθους των ανθρώπων από τα παλιά στους σύγχρονους, διασφαλίζοντας τη συνέχεια του πολιτισμού.

Μα πάνω από όλα διακήρυτταν την ευάλωτη φύση του ανθρώπου, ο οποίος παρά τους μετασχηματισμούς του παρέμεινε το ίδιο αδύναμο πλάσμα, που  χρειάζεται την αλληλεγγύη, τη συμπαράσταση, την παραμυθία και την συμπόρευση του μαγικού με το πραγματικό, για να επιβιώσει. 


Δρ. Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας
Πηγή: a-typos.gr


Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος

Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

Απεικόνιση Μινωίτισσας ιέρειας κρατώντας κομποσκοίνι 1600 π.χ.


Το κομπολόι ή το κομποσκοίνι, το γνωρίζετε όλοι. Αυτό που ίσως δεν γνωρίζεται ίσως είναι ότι το κομποσκοίνι το χρησιμοποιούσαν ήδη στην Μινωική Κρήτη, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε στην εικόνα που σας παραθέτω. 



Σύμφωνα με την επικρατούσα θεωρία το κομποσκοίνι/ κομπολόι χρησιμοποιήθηκε στην Ινδία περίπου το 700 π.Χ . Γενικότερα το κομποσκοίνι/ κομπολόι ταυτίστηκε το μέτρημα προσευχών και στην επίκληση των Θεών Βισνού και Σίβα.αργότερα ο Βουδισμός συνέχισε την παράδοση , και οι πιστοί του Θιβέτ, όπου ο Βουδισμός έφτασε γύρω στο 800 μ. Χ., έκαναν τις δικές τους χάντρες προσευχής από κοράλλι, όστρακα, ελεφαντόδοντο, κεχριμπάρι, τιρκουάζ και διάφορους λίθους, με 108 χάντρες. Ο αριθμός 108 συμβολίζει τις ισάριθμες αμαρτωλές επιθυμίες τις οποίες πρέπει να ξεπεράσει κάθε Βουδιστής, για να μπορέσει να φτάσει σε Νιρβάνα. Από την Ανατολή πέρασε τους Άραβες, και από τους Τούρκους ξανά σε εμάς....;

Το μουσουλμανικό κομποσκοίνι/ κομπολόι είχε 99 χάντρες, όσες και οι χάρες του Αλλάχ, όμως τελικά μειώθηκαν λόγω οικονομίας χρόνου σε 33 .

Στον Χριστιανισμό συγγραφείς του 4ου και 5ου μ.Χ. αιώνα όπως ο Παλλάδιος αναφέρουν κατασκευάσματα για μέτρηση προσευχών μοναχών, ερημίτων και αναχωρητών ασκητών στις ερήμους της Αιγύπτου. Ανάλογες αναφορές υπάρχουν σε βίους ασκητών των τελών του 3ου και των αρχών του 4ου αιώνα όπως του Αγίου Αντωνίου, του Αγίου Παύλου του Ερημήτη και του Αγίου Παχωμίου (στον οποίο και αποδίδεται η "εφεύρεση" του κομποσχοινιού).


Το πρώτο μέρος στην Ελλάδα, όπου λέγεται πως χρησιμοποιήθηκαν «κομποσκοίνια», ήταν η μοναστική πολιτεία του Άθω. Οι αγιορείτες καλόγεροι έδεναν σε τακτές αποστάσεις μιας χοντρής κλωστής κόμπους, για να μετρούν τις προσευχές τους. Οι κόμποι είναι και εδώ 33 για να συμβολίζουν τα χρόνια του Ιησού Χριστού, οι 99 κόμποι είναι το 33 πολλαπλασιασμένο με τον αριθμό των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδας, και ο κάθε κόμπος αποτελείται από 9 πλεγμένους σταυρούς, που συμβολίζουν τα εννέα τάγματα των αγγέλων.


Αυτή είναι η επικρατούσα εκδοχή. Μήπως όμως μετά την ανάδειξη της εικονιζόμενης Μινωίτισσας ιέρειας μήπως πρέπει να αναθεωρήσουμε; !

 Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2018

Ελευθερία και Ασφάλεια.


«Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι αναγκαστικά ανασφαλής. Ο σκεπτόμενος άνθρωπος είναι αναγκαστικά αβέβαιος» 
Φρομ

            Στο ερώτημα ποιο από τα δυο αγαθά της ανθρώπινης ύπαρξης – η ελευθερία ή η ζωή – κατέχει την πρώτη θέση στην αξιακή κλίμακα μπορούν να δοθούν πολλές απαντήσεις. Πολλοί είναι εκείνοι που διατείνονται πως η ζωή συνιστά την πρώτιστη και απόλυτη αξία γιατί μόνο αυτή εξασφαλίζει τους όρους για τη βίωση κάθε αγαθού. Άλλοι, όμως, υποστηρίζουν πως η ελευθερία κατέχει την πρώτη θέση στην αξιακή κλίμακα, γιατί μια ανελεύθερη ζωή είναι μια ζωή «αβίωτη» και χωρίς περιεχόμενο. Τη θέση αυτή στηρίζουν και ιστορικά γεγονότα που καταμαρτυρούν τη θυσία της ίδιας της ζωής στο όνομα της ελευθερίας (εθνικοί αγωνιστές, κοινωνικοί επαναστάτες…). 

            Συνέχεια του παραπάνω ερωτήματος είναι και το δίπολο Ελευθερία και Ασφάλεια. Υποστηρίζεται, δηλαδή, πως η κατάκτηση και η τελική βίωση της ελευθερίας προϋποθέτουν την ασφάλεια ή τη δραστική μείωση όλων εκείνων των παραγόντων που αυξάνουν το αίσθημα της ανασφάλειας. Κάθε προσπάθεια, επομένως, να οριοθετήσουμε το περιεχόμενο της προσωπικής μας ελευθερίας προαπαιτεί και την ανάλογη καταμέτρηση του βαθμού ασφάλειας ή ανασφάλειας. 

α. Η έννοια της ασφάλειας

            Κανένα βήμα, όμως, δεν μπορεί να γίνει στην ανίχνευση της σχέσης Ελευθερίας και Ασφάλειας, αν πρώτα δεν οριστεί η έννοια της ασφάλειας και τα είδη αυτής. Σύμφωνα με τους λεξικογράφους, η έννοια ασφάλεια παράγεται από το α + σφάλλω που σημαίνει τη σταθερότητα, τη βεβαιότητα, το αμετακίνητο. Ακολουθώντας τις διαδρομές του ρήματος *σφάλλω (αρχικά ωθώ κάποιον σε πτώση και μεταγενέστερα διαπράττω λάθος…) οδηγούμαστε στην ταύτιση της ασφάλειας με τη σιγουριά και τη σταθερότητα. 

            Για τους περισσότερους μελετητές (Φρεντερίκ Γκρο) η ασφάλεια είναι συναφής με την ψυχική ηρεμία και με μια αίσθηση σιγουριάς και ηρεμίας. Η ασφάλεια συνιστά μια ισορροπημένη πνευματική κατάσταση, μια ψυχική διάθεση γεμάτη ηρεμία, ησυχία και εμπιστοσύνη. Η ασφάλεια, λογίζεται και ως απουσία κινδύνων. Στην περίπτωση αυτή η ασφάλεια δεν δηλώνει μια ψυχική διάθεση, αλλά μια αντικειμενική κατάσταση. Υπάρχει, επίσης, και η ασφάλεια «ως στοιχείο της υλικής δημόσιας τάξης, που χαρακτηρίζεται από την απουσία κινδύνων για τη ζωή, την ελευθερία ή το δικαίωμα ιδιοκτησίας των ατόμων». (δημόσια ασφάλεια, συλλογική ασφάλεια, στρατιωτική ασφάλεια, αστυνομική ασφάλεια…). 

            Ειδικότερα, ο Φρεντερίκ Γκρο στο έργο του «Η αρχή της ασφάλειας» επισημαίνει επιγραμματικά: «Διερευνώ τέσσερις κύριες διαστάσεις της αρχής της ασφάλειας. Η ασφάλεια ως γαλήνη, ψυχική σταθερότητα, πνευματική ηρεμία, σύμφωνα με τις μεγάλες στωικές, επικούρειες και σκεπτικές φιλοσοφίες. Η ασφάλεια ως απουσία κινδύνων, ως εξάλειψη απειλών σε μια αναγεννημένη ανθρωπότητα που θα πλέει στην επίγεια ευτυχία, σύμφωνα με τα χιλιαστικά πολιτικά, κοινωνικά και θρησκευτικά κινήματα του Μεσαίωνα. Η ασφάλεια ως σύνολο κρατικών εγγυήσεων, μέσα από τα ιδρυτικά κείμενα της πολιτικής σκέψης (Χομπς, Λοκ, Ρουσσώ). Και, τέλος, η ασφάλεια ως έλεγχος των ροών». 

            Σύμφωνα με το Σάλλιβαν«η ανάγκη προσωπικής ασφάλειας», ως μια προσπάθεια απαλλαγής από το άγχος συνιστά μια από τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου. Για την ψυχολογία και την Ψυχιατρική η έννοια της ασφάλειας αποτελεί προνομιακό πεδίο έρευνας και θεωρείται ως ο υπέρτατος σκοπός της ζωής και σαν η ουσία της ψυχικής υγείας. Η αιτία που  οδηγεί στην ενδελεχή μελέτη του αισθήματος της ασφάλειας είναι και το γεγονός «ότι οι άνθρωποι νιώθουν ολοένα και περισσότερο λιγότερη ασφάλεια, σαν αποτέλεσμα μιας όλο και μεγαλύτερης αυτοματοποίησης και υπερπροσαρμογής»(Φρομ).

            Η εννοιολογική προσέγγιση της «ασφάλειας» μπορεί να βοηθήσει στην απάντηση του αρχικού ερωτήματος – διλήμματος για τη δυνατότητα βίωσης της ελευθερίας μέσα σε έναν κόσμο που καθημερινά γεννά την ανασφάλεια. Η άρση της αντίφασης μεταξύ της ελευθερίας και της ασφάλειας μπορεί να επιτευχθεί στο βαθμό που εντοπίσουμε τη βασική αιτία όλων εκείνων των παραγόντων που διαχρονικά ροκανίζουν το αίσθημα της ασφάλειας του ανθρώπου. 

β. Αίτια ανασφάλειας

            Αρχικά, πρωτογενής αιτία της ανασφάλειας του ανθρώπου είναι η συνειδητοποίηση της φθαρτότητας – περατότητας του ανθρώπου μπροστά στη βεβαιότητα του θανάτου ως μιας βιολογικής νομοτέλειας. Ο Επίκουρος επισημαίνει σχετικά «Προς μεν τάλλα δυνατόν ασφάλειαν πορίσασθαι, χάριν δε θανάτου πάντες άνθρωποι πόλιν ατείχιστονοικούμεν»(Απέναντι σε όλα τα άλλα πράγματα μπορούμε να εξασφαλιστούμε, όμως εξαιτίας του θανάτου όλοι οι άνθρωποι ζούμε σε μια πόλη ανοχύρωτη). Παραπλήσια είναι και η άποψη του Σενέκα που καταγράφει το αναπότρεπτο του θανάτου που συνιστά μόνιμη πηγή άγχους και ανασφάλειας για τον άνθρωπο «Κάθε τι που μεσολαβεί μεταξύ λίκνου και μνήματος είναι αβέβαιο».

            Για τη Χριστιανική θρησκεία, η έννοια της ασφάλειας και της ελευθερίας σχετίζονται με την έξοδο – εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο. Όσο, δηλαδή, ο άνθρωπος ζούσε στον παράδεισο βίωνε σε απόλυτο βαθμό το αίσθημα της ασφάλειας αλλά όχι και της ελευθερίας. Η έξοδος από τον παράδεισο μπορεί να σήμανε τον αγώνα για ελευθερία, αλλά με βαρύ αντίτιμο την απώλεια της ασφάλειας. Εξ αυτού του γεγονότος η σχέση ελευθερίας και ασφάλειας συνιστά μια από τις μεγαλύτερες αντιφατικότητες της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο μύθος του προπατορικού αμαρτήματος υποδηλώνει το χρέος του ανθρώπου να βαδίσει προς την ελευθερία μέσα από την αποδοχή κάποιων αναγκαιοτήτων. «Η ανθρώπινη, δηλαδή, πορεία είναι μια συγκλονιστική πορεία ανάμεσα στην αναγκαιότητα και την ελευθερία» (Γιάννη Γαλανού «Ο ψυχικός κόσμος»). 

            Ο Φρόιντ συνδέει την ανασφάλεια του σύγχρονου ανθρώπου με την αποδόμηση κάποιων βεβαιοτήτων που διαχρονικά έτρεφαν τον ανθρώπινο Ναρκισσισμό και το αναβλύζον από αυτόν αίσθημα της ασφάλειας. Ειδικότερα, ο πατέρας της ψυχανάλυσης πίστευε ότι η ψυχανάλυση προξένησε «το πιο βαθύ ναρκισσιστικό πλήγμα» που δέχτηκε ποτέ ο άνθρωπος (Γενική θεωρία των νευρώσεων). Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Φρόιντ στη διάρκεια του χρόνου ο ναρκισσισμός των ανθρώπων δέχτηκαν τρία μεγάλα πλήγματα από την επιστήμη. 

            Το πρώτο το προκάλεσε ο Κοπέρνικος, όταν απέδειξε πως η Γη δεν είναι το κέντρο του κόσμου (Γεωκεντρικό σύστημα) αλλά ένα απειροελάχιστο τμήμα του σύμπαντος που το χαρακτηρίζει η απεραντοσύνη. Το δεύτερο πλήγμα το προξένησε ο Δαρβίνος που αποδόμησε την υποτιθέμενη προνομιούχο θέση του ανθρώπου στη θεϊκή δημιουργία. Διατύπωσε τη θέση του ανθρώπου συνιστά τη μετεξέλιξη του πιθήκου (Η θεωρία της Εξέλιξης). Το τρίτο, όμως, και σοβαρότερο πλήγμα το επέφερε η ψυχανάλυση (Φρόιντ) αποκαλύπτοντας ότι το συνειδητό «Εγώ» δεν είναι καν κύριος του ανθρώπου, αλλά η όλη του συμπεριφορά καθορίζεται από το ασυνείδητο. Αυτό σημαίνει το τέλος των ψευδαισθήσεων για το αυτεξούσιο του ανθρώπου και της ελευθερίας του. 

            Όλες αυτές οι επισημάνσεις του Φρόιντ φωτίζουν τη βασική αιτία που ροκάνισε την ασφάλεια του ανθρώπου και τον βύθισε σε μια κατάσταση απόγνωσης και άγχους. 

            Ενισχυτικές των παραπάνω θέσεων είναι και οι πεσιμιστικές απόψεις του Σοπενχάουερ που έμμεσα αναδεικνύουν τα τρωκτικά της ασφάλειας (ψυχολογικής…) του ανθρώπου. «Η ματαιότητα της ύπαρξης φανερώνεται σε όλες τις εκφάνσεις της ύπαρξης: στον χρόνο και στον χώρο που είναι άπειροι, σε αντίθεση με το πεπερασμένο της ανθρώπινης ζωής μέσα τους….. στη ρευστότητα και τη σχετικότητα των πραγμάτων˙ στο διαρκές ‘’γίγνεσθαι’’, που δεν σταθεροποιείται ποτέ σε ένα ‘’είναι’’…… στη συνεχή απογοήτευση από τον αγώνα που συνιστά η ζωή. Ο χρόνος και η φθαρτότητα όλων των πραγμάτων μέσα σ’ αυτόν….».

            Στο οδοιπορικό για τον εντοπισμό της ανασφάλειας του ανθρώπου δεν θα μπορούσε να απουσιάσει και ο Καζαντζάκης που σχετικά τονίζει: «Μια κινήσαμε από ένα χάος παντοδύναμο, από μιαν αξεδιάλυτη, πηχτή, φως και σκοτάδι άβυσσο. Και μαχόμαστε όλοι – φυτά, ζώα, άνθρωποι, ιδέες – στο λιγόστιγμο τούτο διάβα της ατομικής ζωής, να ρυθμίσουμε εντός μας το Χάος, να λαγαρίσουμε την άβυσσο, να κατεργαστούμε στα κορμιά μας όσο πιότερο σκοτάδι μπορούμε, να το κάμουμε φως»και αλλού «Ξεκίνησα από ένα σκοτεινό σημείο, τη Μήτρα˙ οδεύω σ’ ένα άλλο σκοτεινό σημείο, το Μνήμα. Μια δύναμη με σφεντονάει μέσα από το σκοτεινό βάραθρο˙ μια άλλη δύναμη με συντραβάει ακατάλυτα στο σκοτεινό βάραθρο». ( Η Ασκηκτική). 

            Ο κατάλογος της αναζήτησης της ανθρώπινης ανασφάλειας είναι μακρύς. Ωστόσο, όλες οι επισημάνσεις συγκλίνουν σε ένα κοινό στοιχείο πως η ασφάλεια συνιστά πρώτιστη ανάγκη (ψυχική) για τον άνθρωπο και πως ο άνθρωπος υπόκειται σε δυνάμεις που αδυνατεί να κατανοήσει ή να ελέγξει, όπως εμφαντικά περιγράφει ο Αμερικανός συγγραφέας Χόθορν«….μια δύναμη που δεν ελέγχουμε αδράχνει με το αδυσώπητο χέρι της όλες μας τις ενέργειες και υφαίνει τις συνέπειές τους  στον σιδερένιο ιστό της αράχνης».

            Είμαστε, λοιπόν, ως όντα καταδικασμένοι να αναζητούμε απεγνωσμένα την ασφάλεια για την πραγμάτωση της ελευθερίας ή στο όνομα της ασφάλειας να θυσιάζουμε κομμάτια της ελευθερίας μας; Το δίπολο Ελευθερία ή Ασφάλεια επανέρχεται σε μόνιμη βάση. 


Του συνεργάτη της Μυσταγωγίας – Μυθαγωγίας, Ηλία Γιαννακόπουλου, Φιλόλογου. E-mail: iliasgia53@gmail.com
Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος