Ο εορτασμός της γέννησης του Χριστού, την 25η Δεκεμβρίου, συμπίπτει, ως γνωστόν, με το χειμερινό ηλιοστάσιο, στο βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη. Τότε που σταματά η αύξηση της διάρκειας της νύχτας και αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση με την αύξηση της διάρκειας της μέρας, το χειμερινό ηλιοστάσιο κορυφώνει την νάρκωση των ενεργητικών δυνάμεων της Φύσης και σηματοδοτεί την έναρξη της διαδικασίας για την αφύπνιση τους, διαδικασία που θα ολοκληρωθεί την Άνοιξη.
Με άλλα λόγια, το χειμερινό ηλιοστάσιο σφραγίζει την κορύφωση της περιόδου της εσωστρέφειας και πυροδοτεί μια νέα εξωτερίκευση που θα καταλήξει σε μια νέα δημιουργία. Καθώς το φως της μέρας αρχίζει και πάλι να επικρατεί του σκοταδιού της νύχτας, προσφέρει την ελπίδα, στην αρχή του κρύου και «σκοτεινού» χειμώνα, ότι σύντομα ο ήλιος θα ζεστάνει και θα φωτίσει και πάλι τους ανθρώπους της γης. Έτσι, από τα πρώτα χρόνια της ιστορίας του ανθρώπινου γένους, ιδιαίτερα δε από την εποχή που ο άνθρωπος άρχισε να καλλιεργεί την γη και συνέδεσε την τύχη του με τον αέναο κύκλο των εποχών, το χειμερινό ηλιοστάσιο συνδυάστηκε, στην αντίληψή του, με το τέλος των δυνάμεων του σκότους και την έναρξη της διαδικασίας για την επικράτηση των δυνάμεων του φωτός, όπως αυτές ιεραρχούνται από το υλικό μέχρι το πνευματικό πεδίο.
Για τους παραπάνω λόγους, το χειμερινό ηλιοστάσιο ήταν φυσικό να συνδεθεί και με την γέννηση του Χριστού επί της γης, η παρουσία του Οποίου έδωσε την δυνατότητα στον άνθρωπο να ζήσει αιώνια, ακολουθώντας το φωτεινό παράδειγμα της ζωής Του.
Η σύνδεση ανάμεσα στο χειμερινό ηλιοστάσιο και στην γέννηση του Χριστού δεν υιοθετήθηκε αυτόματα από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Καθώς τα ευαγγέλια δεν παρέχουν συγκεκριμένα στοιχεία που να οδηγούν με βεβαιότητα σε συμπεράσματα όσον αφορά στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή της γέννησης του θείου βρέφους, οι πρώτοι Χριστιανοί γιόρταζαν τα γενέθλια του Χριστού στις 6 Ιανουαρίου, μαζί δηλαδή με την επέτειο της βάπτισης Του που θεωρείται η πνευματική Του γέννηση. Μέχρι και τις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα, τόσο οι παγανιστές όσο και οι νεοφώτιστοι Χριστιανοί συνέχιζαν να γιορτάζουν με πάθος την πανάρχαια γιορτή του χειμερινού ηλιοστασίου, με όλα τα συνοδά παγανιστικά έθιμα (γλέντια στην φύση, στολισμοί σπιτιών με φυτικό διάκοσμο, φωταγωγήσεις, ανταλλαγές δώρων κλπ.).
Τα Χριστούγεννα, επομένως, ως γιορτή που αναβιώνει ετήσια την γέννηση του Φωτός μέσα στον καθένα και μέσα στην ανθρωπότητα ολόκληρη, δηλαδή ως γιορτή που δεν μπορεί παρά να συμπίπτει με την γέννηση του φωτός στην φύση, δεν αποτελούν αποκλειστική επέτειο της μετά Χριστόν εποχής. Υπήρχαν ανέκαθεν και, όπως προκύπτει από την μελέτη των μύθων των σημαντικότερων πολιτισμών του πλανήτη, συνδέθηκαν σε κάθε εποχή με παρόμοιο τρόπο με την εμφάνιση του Θεϊκού ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ο Αρχαίος Κόσμος
Στην Βαβυλώνα, ο Γιος της Παγκόσμιας Μητέρας, της Ίσιδας, εθεωρείτο γιος του φωτός και γιορταζόταν κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο.
Στην Αίγυπτο, ο Ώρος, γιος του ανασυσταθέντος θεού του Φωτός Όσιρι και της Ίσιδας, έργο του οποίου είναι η αποκατάσταση της τάξης που διασαλεύτηκε όταν ο αδελφός του Όσιρι, ο Σηθ, σκότωσε τον Όσιρι και του άρπαξε το βασίλειο, γιορταζόταν από τους Αιγυπτίους επίσης κατά το χειμερινο ηλιοστάσιο.
Παρόμοιες παραδόσεις συνδεδεμένες με τον εορτασμό του χειμερινού ηλιοστασίου, συναντάμε στους Κινέζους, στους Σκανδιναβούς και στους Κέλτες.
Οι Ρωμαίοι, κατά
την μεγάλη χειμωνιάτικη γιορτή Saturnalia, γιόρταζαν τον θεό της γεωργίας
Saturnus με την ελπίδα της αναγέννησης της Φύσης. Ο Saturnus, που ταυτίζεται με
τον Κρόνο, συν τω χρόνω ταυτίστηκε και με τον λεγόμενο «ανίκητο Ήλιο» ο οποίος
γιορταζόταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα από τους Ρωμαίους από πολύ παλιά κατά το
χειμερινό ηλιοστάσιο. Κατά τον εορτασμό αυτό οι Ρωμαίοι έκοβαν και μετέφεραν
αειθαλή κωνοφόρα στα σπίτια τους και τα στόλιζαν ευχόμενοι το ηλιακό φως που
κάθε χρόνο νικά το σκοτάδι, να αναγεννήσει την Φύση και να δώσει πλούσιες
σοδειές.
Η Αρχαία Ελλάδα
Η πρώτη αναφορά σχετίζεται με τον θεό Διόνυσο. Σύμφωνα με την ορφική παράδοση, ο Διόνυσος, παιδί του Δία και της Δήμητρας, όταν ήταν μικρός κατατεμαχίστηκε από τους Τιτάνες. Μόνο η καρδιά του διασώθηκε από την Αθηνά που την παρέδωσε στον Δία και εκείνος με την σειρά του στην αγαπημένη του νύμφη Σεμέλη, η οποία τον ξαναγέννησε. Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση, ο Διόνυσος, παιδί του Δία και της Σεμέλης, κατατρεγμένος από την Ήρα βρέθηκε στη Φρυγία όπου γνώρισε την Ρέα, η οποία τον μύησε στα μυστικά της παραγωγής του οίνου και στις τελετές που σχετίζονται με την ετήσια αναγέννηση της βλάστησης.
Και οι δύο εκδοχές του μύθου του Διόνυσου τον συνδέουν με την αναγέννηση της Φύσης, με την νίκη της ζωής επί της φθοράς, με την νίκη του φωτός επί του σκότους, με την αθανασία. Γι’ αυτό, εξ άλλου, ο Διόνυσος είχε σημαντική θέση στα δρώμενα των Ελευσίνιων Μυστηρίων, δίπλα στην Δήμητρα και την Κόρη. Οι γιορτές για την αναγέννηση του Διόνυσου αλλά και της Φύσης, με την οποία ο Διόνυσος ταυτιζόταν, τελούνταν σε τέσσερις διαφορετικές ευκαιρίες κατά την διάρκεια του έτους (Λήναια, Μικρά εν αγροίς Διονύσια, Ανθεστήρια, Μεγάλα εν άστει Διονύσια). Η αρχαιότερη από αυτές, τα Μικρά ή αγροτικά Διονύσια, ήταν πανελλήνιου χαρακτήρα και εορταζόταν στους αγρούς κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Διαρκούσε αρκετές μέρες, από τα τέλη Δεκεμβρίου μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου.
Η δεύτερη αναφορά αφορά στον Θεό της Ιατρικής, τον Ασκληπιό. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή για την γέννησή του, ο Ασκληπιός ήταν γιος της πανέμορφης Κορωνίδας την οποία ερωτεύθηκε ο Απόλλωνας. Η Κορωνίδα ήταν κόρη του Φλεγύα, βασιλιά από την Θεσσαλία. Έχοντας μείνει έγκυος από τον Απόλλωνα και λίγο πριν γεννήσει, βρέθηκε στην περιοχή της Επιδαύρου συνοδεύοντας τον πατέρα της σε μια περιοδεία του στην Πελοπόννησο. Στην προσπάθειά της να αποφύγει τον θυμό του πατέρα της, στην περίπτωση που εκείνος μάθαινε ότι κυοφορούσε το παιδί του Απόλλωνα, δεδομένου ότι είχε άλλα σχέδια γι’ αυτήν, προτίμησε να γεννήσει και να εγκαταλείψει τον νεογέννητο Ασκληπιό σε ένα σπήλαιο στο παρακείμενο βουνό Μύρτιο.
Ο Απόλλωνας, βλέποντας τον κίνδυνο που διέτρεχε το βρέφος, έστειλε ένα σκύλο να το προσέχει και μια κατσίκα από μια γειτονική στάνη να το ταΐσει με το γάλα της. Ο βοσκός που έχασε την κατσίκα και το σκύλο του, άρχισε να τα αναζητά και έτσι κατέληξε στο σπήλαιο που βρισκόταν το βρέφος. Ένα θείο φως που περιέβαλε το βρέφος τον βοήθησε να αντιληφθεί την θειότητα του νεογέννητου και να αποφασίσει να το σώσει και να αναλάβει ο ίδιος να το μεγαλώσει.
Μεγαλώνοντας, ο Ασκληπιός εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο θεραπευτή της αρχαιότητας, ο οποίος, με την καθοδήγηση του Απόλλωνα, όχι μόνο θεράπευε ασθενείς, αλλά και ανάσταινε νεκρούς, σύμφωνα με την παράδοση. Στην μνήμη του οι κάτοικοι της Επιδαύρου οργάνωσαν ένα από τα μεγαλύτερα ασκληπιεία της αρχαιότητας που εξελίχθηκε σε μια μορφή δημόσιου νοσοκομείου, του πρώτου στον αρχαίο κόσμο. Κατά τους ύστερους κλασικούς χρόνους ο Ασκληπιός λατρεύτηκε ως σημαντική θεότητα απολλώνιας (λογικής) προέλευσης και, σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, σε τοπικό τουλάχιστον επίπεδο η λατρεία του συνδέθηκε με τους εορτασμούς του χειμερινού ηλιοστασίου, ως θεός που ανανεώνει και διατηρεί την ζωή.
Επίλογος
Οι παραπάνω παραδόσεις, αν και αποτελούν μικρό μόνο μέρος της παγκόσμιας μυθολογίας που σχετίζεται με το χειμερινό ηλιοστάσιο, έχουν πάντως εμφανώς εντυπωσιακές ομοιότητες και παρόμοιους συμβολισμούς. Δίνουν την εικόνα μιας παγκόσμιας αποκάλυψης που πληροφορεί για το ίδιο πράγμα με διαφορετικά κάθε φορά λόγια: για την αιώνια σύγκρουση μεταξύ σκότους και φωτός, όπως το παράδειγμα της Φύσης επιβεβαιώνει. Μια νίκη όμως που, είναι προσωρινή, στο υλικό τουλάχιστον πεδίο, καθώς το θερινό ηλιοστάσιο οδηγεί στην προσωρινή και πάλι επικράτηση του σκότους.
Η σχετικότητα της επικράτησης του σκότους και του φωτός εναλλάξ, μέσω της εναλλαγής των εποχών, βασισμένη στην ισχύουσα κοσμική νομοτέλεια, θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως ένδειξη ότι η συμπαντική μάχη μεταξύ Φωτός και Σκότους είναι σε εξέλιξη και ότι περιμένει την οριστική λύση. Μήπως την λύση αυτή πρέπει να δώσουν οι μόνοι που μπορούν να κάνουν συνειδητές επιλογές ένοικοι αυτού του Κόσμου;
Ο Χριστός, έδωσε νέο, αναβαθμισμένο περιεχόμενο στον εορτασμό του χειμερινού ηλιοστασίου μέσω της διδασκαλίας της Αγάπης που οδηγεί στο Φως της Αλήθειας. Συγχρόνως έδειξε, πιστεύω, την κατεύθυνση που πρέπει να έχουν οι επιλογές μας ώστε να οδηγούν σταθερά στο Φως: η πίστη στον θεό και οι πάσης φύσεως ενωτικές διαδικασίες, τόσο στην ατομική όσο και στην συλλογική ζωή, μπορούν να επισπεύσουν την οριστική λύση καθώς φέρνουν την χαρά, την ειρήνη, την συνειδητότητα και την απόλαυση της ζωής.
Του Θανάση Μαριολόπουλου, Περιοδικό Οδοδείκτες Τεύχος 29
Βιβλιογραφία
1. Burkert W., 1997, Μυστηριακές Λατρείες της Αρχαιότητας, μτφρ. Ματθαίου Ε., Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα.
2. Κακρίδης Ι.Θ., 1986, Ελληνική Μυθολογία, Τόμος 2ος, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα.
3. Matthews J., 1998, The Winter Solstice. The sacred traditions of Christmas, Queen Books, Ireland.
4. Μπιργάλιας Ν., 2000, «Αρχαία Ελληνική Θρησκεία», στο Μήλιου κ.ά.: Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα Ι, Τόμος Α΄, Ε.Α.Π., Πάτρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου