Ο Μύθος του Γύγη
«Ήταν λένε o Γύγης βοσκός, και δούλευε στον άρχοντα, τότε, της Λυδίας, όταν ύστερα από μια μεγάλη νεροποντή και σεισμό ράγισε κάπου το έδαφος και άνοιξε ένα βαθύ ρήγμα στον τόπο που έβοσκε το κοπάδι του. Σάστισε σαν το είδε, κατεβαίνει, και κοντά στα άλλα περίεργα βλέπει εκεί, όπως λέει ο μύθος, ένα χάλκινο άλογο, κούφιο από μέσα, που είχε κάτι μικρές θυρίδες· σκύβοντας στο εσωτερικό του βλέπει μέσα έναν νεκρό με κορμί, έτσι έδειχνε, μεγαλύτερο από ανθρώπινο που δεν είχε απάνω του τίποτε άλλο παρά μόνο φορούσε στο χέρι του ένα χρυσό δαχτυλίδι, που ο βοσκός του το βγάζει κι ανεβαίνει επάνω.
Καθώς τότε γινόταν η τακτική συνάθροιση των βοσκών για να στείλουν, όπως κάθε μήνα, στο βασιλιά τις αναφορές τους για τα κοπάδια, έφθασε κι αυτός φορώντας στο χέρι το δαχτυλίδι. Εκεί λοιπόν που καθόταν με τους άλλους βοσκούς, γύρισε εντελώς τυχαία το δέσιμο του δαχτυλιδιού προς το μέρος του, προς την παλάμη, και μόλις το έκανε αυτό, έγινε ο ίδιος άφαντος για όσους ήσαν καθισμένοι εκεί γύρω, έτσι που κι εκείνοι μιλούσαν γι' αυτόν σαν να ήταν φευγάτος. Εκείνος τά 'χασε και ψηλαφώντας πάλι το δαχτυλίδι γυρίζει το δέσιμο προς τα έξω, και με το που το έκανε αυτό έγινε ορατός.
Έχοντας αντιληφθεί ότι κάτι συνέβαινε, προσπάθησε να δοκιμάσει αν τη δύναμη αυτή την είχε το δαχτυλίδι, και αν πραγματικά στρέφοντας το δέσιμο προς τα μέσα, γινόταν άφαντος, ενώ στρέφοντάς το προς τα έξω γινόταν φανερός. Μόλις το διαπίστωσε, κατάφερε να πάει κι αυτός με τους βοσκούς, με τους οποίους έστελναν τους λογαριασμούς στο βασιλιά, και φθάνοντας εκεί, αφού μοίχευσε τη γυναίκα του βασιλιά, του επιτέθηκε μαζί της, τον σκότωσε και έτσι άρπαξε την εξουσία.»
Στο δαχτυλίδι του Γύγη ο βοσκός έχοντας βγει στο φως του ήλιου αρχίζει μια μορφής έρευνα στηριγμένη στην τύχη χωρίς τη συνδρομή ενός δασκάλου. Η ίδια η φύση τον οδηγεί σε ένα χάσμα της γης-της ύλης. Ο ήρωας εισέρχεται μέσα και κάτω από μία περιέργεια εκπηγάζουσα από τις δυνάμεις της φύσης και όχι από την αέναη παγκόσμια τάξη του κόσμου. Μέσα στη σπηλιά θαυμάζει, αλλά όχι με ένα σωκρατικό θαυμασμό που θα μπορούσε να είναι η αρχή της φιλοσοφίας. Βλέπει ένα άλογο(:ά-λογο=χωρίς τον Λόγο). Ένα άλογο τόσο μεγάλο που μπορεί και εμπεριέχει έναν άνθρωπο στην κοιλιά του. Το άλογο είναι ένα, σε αντίθεση με το άρμα της ψυχής στον Φαίδρο που απαρτίζεται από δύο άλογα.
Εδώ είναι το ένα δηλ. μόνο το υλικό μέρος της ψυχής ανίκανο να κινηθεί αλλά και σαν νεκρό όπως και το ανθρώπινο σώμα μέσα του. Ο συνειρμός μας παραπέμπει στο άλογο της απάτης και της ύπουλης νίκης: το άλογο του τρωικού πολέμου. Ένα άλογο σύμβολο της ψευδοενότητας του ελληνικού κόσμου. Το νεκρό σώμα μέσα στο ά-λογο είναι ένα ανθρώπινο σώμα αποξενωμένο από τη θέρμη του πνεύματος που ολοκληρώνει την ανθρώπινη ενότητα: ο λόγος είναι ζωοφόρος του συνόλου.
Εδώ είναι το ένα δηλ. μόνο το υλικό μέρος της ψυχής ανίκανο να κινηθεί αλλά και σαν νεκρό όπως και το ανθρώπινο σώμα μέσα του. Ο συνειρμός μας παραπέμπει στο άλογο της απάτης και της ύπουλης νίκης: το άλογο του τρωικού πολέμου. Ένα άλογο σύμβολο της ψευδοενότητας του ελληνικού κόσμου. Το νεκρό σώμα μέσα στο ά-λογο είναι ένα ανθρώπινο σώμα αποξενωμένο από τη θέρμη του πνεύματος που ολοκληρώνει την ανθρώπινη ενότητα: ο λόγος είναι ζωοφόρος του συνόλου.
Μέσα στο σώμα είναι ένα χρυσό δαχτυλίδι. Τυχαία το βρήκε . Τι προσφέρει το δαχτυλίδι; την αποποίηση της ευθύνης: Μπορεί να γίνεται αόρατος. Ο βοσκός σταματά πια να υπάρχει ως υπεύθυνο ον. Πολλοί από εμάς σήμερα δεν επιλέγουμε να ζούμε στις ψευδαισθήσεις μας που αλλοιώνουν την πραγματικότητα;
Ο βοσκός με συνεργό την επιθυμία και την πείνα προερχόμενα αποκλειστικά από τις δυνάμεις του σώματος – της ύλης, φτάνει στο ύψιστο σημείο “δόξας” : ξελογιάζει τη Βασίλισσα και δολοφονεί το Βασιλιά. Η αλληγορία είναι λίγο πολύ εμφανής: Αν δούμε τη Βασίλισσα ως την ύλη και το Βασιλιά ως τον Δημιουργό του κόσμου, έχουμε ένα εξουσιαστή θνητό που συμπορεύεται με την ύλη για να δολοφονήσει το ύψιστο πνευματικό κομμάτι που κυριαρχεί στον κόσμο.
Και αν με το δαχτυλίδι του Γύγη ο Πλάτων ξεκινά την έρευνά του για τη δικαιοσύνη με την έννοια της ευθύνης, ο μύθος του Ηρός αναδεικνύει την προβληματική της ελεύθερης επιλογής. Ο Πλάτων αναγνωρίζει τη δυσκολία της ορθής επιλογής ανάμεσα σε ένα πονηρό ή αγαθό βίο. Με τον εν λόγω μύθο διαφαίνεται η έμφαση στη βιωματικότητα της ζωής στον κόσμο των αισθήσεων.
Οι ψυχές που πόνεσα στη ζωή και είδαν και τις άλλες να υποφέρουν έχουν μεγαλύτερη φρόνηση και σύνεση ως προς την ορθότερη επιλογή. Η αρετή λοιπόν, χρειάζεται την εμπειρία των κακών. Η συνείδηση προσανατολισμένη στον κόσμο των ιδεών και αδαής από τη βίωση των κακών και του πόνου είναι περισσότερο επιρρεπής σε λανθασμένη επιλογή του βίου. Η εκγύμναση της ψυχής απέναντι στον πόνο της παρέχει αξιοπρέπεια απέναντι στις συμφορές που ενδέχεται να της επιβληθούν. Λαμπρό παράδειγμα ο Σωκράτης που αντιμετώπιζε με γαλήνιο τρόπο τα δυσάρεστα περιστατικά ακόμη και τον δικό του θάνατο. Ευτυχισμένη η ψυχή που εξάγει το καλό μέσα από το κακό.
Ο μυθος του Ηρός.
Μπορεί να ειπωθεί ότι ο μύθος του Ηρός αντιστρέφει την αλληγορία του σπηλαίου. Και αυτό γιατί το καλύτερο πρότυπο ζωής το διδάσκουν οι άνθρωποι που έρχονται από το βασίλειο των σκιών. Η ελεύθερη επιλογή του ορθού τρόπου ζωής δε γίνεται απριορικά αλλά είναι ένα γίγνεσθαι, μια διαδικασία με δική της δυναμική. Μέσα από ένα διαρκές continuum διαμορφώνεται ο χαρακτήρας. Οι ψυχικές αρετές δεν είναι εξασφαλισμένες, αλλά καταλήγουν απότοκα ενός ψυχικού αγωνίζεσθαι με τις εχθρικές δυνάμεις που υπονομεύουν την ψυχική καθαρότητα. Η καθαρότητα προϋποθέτει την ησυχία.
Η ηρεμία της ψυχής είναι μία μέση κατάσταση. Δεν είναι ούτε χαρά ούτε λύπη. Στο πεδίο της ετερότητας δεν υπάρχει αληθινή ηδονή αλλά γοητεία τις , μια φαντασμαγορία, μια αυταπάτη. Η καθαρή ηδονή είναι σε ανώτερο γνωσιολογικό και οντολογικό επίπεδο.
Ο μυθος του Ηρός.
«O Ηρ
στο μύθο, που είχε φύγει από το σώμα του, πορεύτηκε μαζί με άλλες ψυχές σε έναν
τόπο δαιμονικό. Εκεί υπήρχαν δύο ανοίγματα πάνω στη γη, το ένα δίπλα στο άλλο
και άλλα δύο απέναντί του πάνω στον ουρανό. Ανάμεσά τους κάθονταν δικαστές, οι
οποίοι , αφού δίκαζαν, πρόσταζαν τους δίκαιους να προχωρήσουν δεξιά και επάνω, μέσα από τον ουρανό και τους άδικους
αριστερά και κάτω. Όταν παρουσιάστηκε ο Ηρ στους δικαστές,
του είπαν να ακούει και να βλέπει προσεκτικά ό,τι συνέβαινε εκεί για να γίνει
αγγελιοφόρος και να τα ανακοινώσει αργότερα όλα στους ζωντανούς.
Έβλεπε εκεί τις ψυχές που είχαν δικαστεί, να προχωρούν προς τα δύο ανοίγματα και άλλες να βγαίνουν από τα άλλα δύο. Όσες ανέβαιναν από τα ανοίγματα της γης ήταν κατασκονισμένες και διψασμένες, ενώ όσες κατέβαιναν από τον ουρανό ήταν καθαρές. Όλες οι ψυχές πήγαιναν προς ένα λιβάδι και κατασκήνωναν εκεί σαν να ήταν σε πανηγύρι.
Όσες έρχονταν από τη γη, έκλαιγαν και οδύρονταν για όσα είχαν πάθει κατά την πορεία τους κάτω από τη γη, που είχε κρατήσει χίλια χρόνια. Όσες έρχονταν από τον ουρανό διηγούνταν όλα τα ευχάριστα που είχαν δοκιμάσει και όλη την ομορφιά που είχαν αντικρίσει.
Οι ψυχές που είχαν διαπράξει αδικήματα, πλήρωναν για όλα δεκαπλάσιες ποινές. Επίσης με την ίδια αναλογία, δεκαπλάσιες ήταν και οι ανταμοιβές για όσες ψυχές είχαν φανεί δίκαιες. Ακόμη μεγαλύτερες ήταν οι τιμωρίες για όσους είχαν ασεβήσει προς τους θεούς ή τους γονείς ή για όσους είχαν σκοτώσει με τα ίδια τους τα χέρια. Τον Αρδιαίο, τον τύραννο της Παμφυλίας που διέπραξε στη ζωή του μεγάλα και πολλά κακουργήματα, οι τιμωροί του άλλου κόσμου τον έδεσαν χειροπόδαρα και τον τραβούσαν πάνω στα αγκάθια των ασπαλάθων. Ύστερα μαζί με άλλους πολλούς που είχαν διαπράξει πολλά ανομήματα, τον πέταξαν στον Τάρταρο.
Επτά ημέρες έμειναν οι ψυχές στο λιβάδι και την όγδοη πορεύτηκαν σε ένα τόπο, όπου έβλεπαν ένα φως σαν ουράνιο τόξο, αλλά πολύ λαμπρότερο και καθαρότερο. Εκεί, μετά από μιας ημέρας δρόμο, είδαν να’ ναι τεντωμένες από τον ουρανό οι άκρες των δεσμών που το συγκρατούσαν. Αυτό το φως ήταν ο σύνδεσμος του ουρανού που συγκρατούσε την ουράνια περιφορά. Από τις άκρες των δεσμών του ήταν σφιχτά στερεωμένο το αδράχτι της Ανάγκης, το οποίο προκαλεί όλες τις κινήσεις .
Το αδράχτι είχε στέλεχος και αγκίστρι από σκληρό μέταλλο και σφόνδυλο που ήταν κοίλος και περιείχε άλλους επτά σφονδύλους. Στους κύκλους που σχημάτιζαν τα επάνω χείλη των σφονδύλων ήταν καθισμένες και περιστρέφονταν Σειρήνες, μια πάνω σε κάθε κύκλο. Κάθε Σειρήνα έβγαζε από μέσα της έναν ήχο και όλες μαζί σχημάτιζαν ένα αρμονικό ταίριασμα από νότες. Την κυκλική κίνηση των σφονδύλων, πάνω στα γόνατα της Ανάγκης, παρακολουθούσαν καθισμένες πάνω σε θρόνους οι τρεις Μοίρες, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος και τραγουδούσαν η καθεμιά πάνω στη μελωδία των Σειρήνων. Η Λάχεσις τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μελλούμενα.
Φθάνοντας εκεί οι ψυχές, ήταν αναγκασμένες να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους. Ένας προφήτης έπειτα πήρε από τα γόνατα της Λάχεσης πολλά παραδείγματα ζωής, τα τοποθέτησε μπροστά στις ψυχές και ανεβαίνοντας σε ένα βήμα ψηλό, απήγγειλε ένα λόγο της Λάχεσης που καλούσε τις ψυχές να τραβήξουν τον κλήρο τους για τη σειρά που θα διαλέξουν. Ο καθέναν έπρεπε ανάλογα με τη σειρά που προσδιόριζε ο κλήρος του, να επιλέξει ένα ορισμένο είδος ζωής.
Οι αφιλοσόφητες ψυχές έσπευσαν να επιλέξουν βίους ένδοξους, χωρίς να υπολογίσουν πόση δυστυχία κρύβουν μέσα τους τα αξιώματα και τα μεγαλεία. Όσες όμως ψυχές είχαν δοκιμαστεί σκληρά στην προηγούμενη ζωή τους, τώρα πρόσεχαν να μην απατηθούν από τη δολερή λάμψη. Είδε την ψυχή του Οδυσσέα, που ’χε τον τελευταίο κλήρο, να διαλέγει την ήσυχη ζωή ενός άσημου ανθρώπου. Επίσης είδε πολλές ψυχές ανθρώπων να επιλέγουν ζωές ζώων και πολλών ζώων να επιλέγουν ζωές ανθρώπων.
Μετά την επιλογή της κάθε ψυχή πήγαινε μπροστά στη Λάχεση και εκείνη έδινε στην καθεμιά ένα δαίμονα που θα τη συνόδευε στη ζωή που είχε διαλέξει. Ο δαίμονας πήγαινε πρώτα την ψυχή στην Κλωθώ για να επικυρώσει αυτή την επιλογή της μοίρας της κάθε ψυχής και μετά την πήγαινε στην Άτροπο, η οποία έκανε αμετάστροφη την επικύρωση της Κλωθώς. Έπειτα όλες οι ψυχές, χωρίς να κοιτάζουν πίσω, προχωρούσαν προς την πεδιάδα της λήθης όπου κατασκήνωναν εκεί και έπιναν από το νερό του Αμέλητα ποταμού και σιγά σιγά ο καθένας ξεχνούσε τα πάντα. Τα μεσάνυχτα, μετά από δυνατή βροντή και σεισμό οι ψυχές άρχιζαν να αναπηδούν προς τα πάνω για να ξαναγεννηθούν μέσα στα νέα τους σώματα. Τον ΄Ηρα μόνο δεν τον άφησαν να πιει νερό από τον Αμέλητα ποταμό. Το πώς ξαναγύρισε στο σώμα του δεν το ήξερε. Ξαφνικά ανοίγοντας τα μάτια του, απλώς είδε πως ήταν πρωί και βρισκόταν πάνω στην πυρά».
Έβλεπε εκεί τις ψυχές που είχαν δικαστεί, να προχωρούν προς τα δύο ανοίγματα και άλλες να βγαίνουν από τα άλλα δύο. Όσες ανέβαιναν από τα ανοίγματα της γης ήταν κατασκονισμένες και διψασμένες, ενώ όσες κατέβαιναν από τον ουρανό ήταν καθαρές. Όλες οι ψυχές πήγαιναν προς ένα λιβάδι και κατασκήνωναν εκεί σαν να ήταν σε πανηγύρι.
Όσες έρχονταν από τη γη, έκλαιγαν και οδύρονταν για όσα είχαν πάθει κατά την πορεία τους κάτω από τη γη, που είχε κρατήσει χίλια χρόνια. Όσες έρχονταν από τον ουρανό διηγούνταν όλα τα ευχάριστα που είχαν δοκιμάσει και όλη την ομορφιά που είχαν αντικρίσει.
Οι ψυχές που είχαν διαπράξει αδικήματα, πλήρωναν για όλα δεκαπλάσιες ποινές. Επίσης με την ίδια αναλογία, δεκαπλάσιες ήταν και οι ανταμοιβές για όσες ψυχές είχαν φανεί δίκαιες. Ακόμη μεγαλύτερες ήταν οι τιμωρίες για όσους είχαν ασεβήσει προς τους θεούς ή τους γονείς ή για όσους είχαν σκοτώσει με τα ίδια τους τα χέρια. Τον Αρδιαίο, τον τύραννο της Παμφυλίας που διέπραξε στη ζωή του μεγάλα και πολλά κακουργήματα, οι τιμωροί του άλλου κόσμου τον έδεσαν χειροπόδαρα και τον τραβούσαν πάνω στα αγκάθια των ασπαλάθων. Ύστερα μαζί με άλλους πολλούς που είχαν διαπράξει πολλά ανομήματα, τον πέταξαν στον Τάρταρο.
Επτά ημέρες έμειναν οι ψυχές στο λιβάδι και την όγδοη πορεύτηκαν σε ένα τόπο, όπου έβλεπαν ένα φως σαν ουράνιο τόξο, αλλά πολύ λαμπρότερο και καθαρότερο. Εκεί, μετά από μιας ημέρας δρόμο, είδαν να’ ναι τεντωμένες από τον ουρανό οι άκρες των δεσμών που το συγκρατούσαν. Αυτό το φως ήταν ο σύνδεσμος του ουρανού που συγκρατούσε την ουράνια περιφορά. Από τις άκρες των δεσμών του ήταν σφιχτά στερεωμένο το αδράχτι της Ανάγκης, το οποίο προκαλεί όλες τις κινήσεις .
Το αδράχτι είχε στέλεχος και αγκίστρι από σκληρό μέταλλο και σφόνδυλο που ήταν κοίλος και περιείχε άλλους επτά σφονδύλους. Στους κύκλους που σχημάτιζαν τα επάνω χείλη των σφονδύλων ήταν καθισμένες και περιστρέφονταν Σειρήνες, μια πάνω σε κάθε κύκλο. Κάθε Σειρήνα έβγαζε από μέσα της έναν ήχο και όλες μαζί σχημάτιζαν ένα αρμονικό ταίριασμα από νότες. Την κυκλική κίνηση των σφονδύλων, πάνω στα γόνατα της Ανάγκης, παρακολουθούσαν καθισμένες πάνω σε θρόνους οι τρεις Μοίρες, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος και τραγουδούσαν η καθεμιά πάνω στη μελωδία των Σειρήνων. Η Λάχεσις τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μελλούμενα.
Φθάνοντας εκεί οι ψυχές, ήταν αναγκασμένες να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους. Ένας προφήτης έπειτα πήρε από τα γόνατα της Λάχεσης πολλά παραδείγματα ζωής, τα τοποθέτησε μπροστά στις ψυχές και ανεβαίνοντας σε ένα βήμα ψηλό, απήγγειλε ένα λόγο της Λάχεσης που καλούσε τις ψυχές να τραβήξουν τον κλήρο τους για τη σειρά που θα διαλέξουν. Ο καθέναν έπρεπε ανάλογα με τη σειρά που προσδιόριζε ο κλήρος του, να επιλέξει ένα ορισμένο είδος ζωής.
Οι αφιλοσόφητες ψυχές έσπευσαν να επιλέξουν βίους ένδοξους, χωρίς να υπολογίσουν πόση δυστυχία κρύβουν μέσα τους τα αξιώματα και τα μεγαλεία. Όσες όμως ψυχές είχαν δοκιμαστεί σκληρά στην προηγούμενη ζωή τους, τώρα πρόσεχαν να μην απατηθούν από τη δολερή λάμψη. Είδε την ψυχή του Οδυσσέα, που ’χε τον τελευταίο κλήρο, να διαλέγει την ήσυχη ζωή ενός άσημου ανθρώπου. Επίσης είδε πολλές ψυχές ανθρώπων να επιλέγουν ζωές ζώων και πολλών ζώων να επιλέγουν ζωές ανθρώπων.
Μετά την επιλογή της κάθε ψυχή πήγαινε μπροστά στη Λάχεση και εκείνη έδινε στην καθεμιά ένα δαίμονα που θα τη συνόδευε στη ζωή που είχε διαλέξει. Ο δαίμονας πήγαινε πρώτα την ψυχή στην Κλωθώ για να επικυρώσει αυτή την επιλογή της μοίρας της κάθε ψυχής και μετά την πήγαινε στην Άτροπο, η οποία έκανε αμετάστροφη την επικύρωση της Κλωθώς. Έπειτα όλες οι ψυχές, χωρίς να κοιτάζουν πίσω, προχωρούσαν προς την πεδιάδα της λήθης όπου κατασκήνωναν εκεί και έπιναν από το νερό του Αμέλητα ποταμού και σιγά σιγά ο καθένας ξεχνούσε τα πάντα. Τα μεσάνυχτα, μετά από δυνατή βροντή και σεισμό οι ψυχές άρχιζαν να αναπηδούν προς τα πάνω για να ξαναγεννηθούν μέσα στα νέα τους σώματα. Τον ΄Ηρα μόνο δεν τον άφησαν να πιει νερό από τον Αμέλητα ποταμό. Το πώς ξαναγύρισε στο σώμα του δεν το ήξερε. Ξαφνικά ανοίγοντας τα μάτια του, απλώς είδε πως ήταν πρωί και βρισκόταν πάνω στην πυρά».
Μπορεί να ειπωθεί ότι ο μύθος του Ηρός αντιστρέφει την αλληγορία του σπηλαίου. Και αυτό γιατί το καλύτερο πρότυπο ζωής το διδάσκουν οι άνθρωποι που έρχονται από το βασίλειο των σκιών. Η ελεύθερη επιλογή του ορθού τρόπου ζωής δε γίνεται απριορικά αλλά είναι ένα γίγνεσθαι, μια διαδικασία με δική της δυναμική. Μέσα από ένα διαρκές continuum διαμορφώνεται ο χαρακτήρας. Οι ψυχικές αρετές δεν είναι εξασφαλισμένες, αλλά καταλήγουν απότοκα ενός ψυχικού αγωνίζεσθαι με τις εχθρικές δυνάμεις που υπονομεύουν την ψυχική καθαρότητα. Η καθαρότητα προϋποθέτει την ησυχία.
Η ηρεμία της ψυχής είναι μία μέση κατάσταση. Δεν είναι ούτε χαρά ούτε λύπη. Στο πεδίο της ετερότητας δεν υπάρχει αληθινή ηδονή αλλά γοητεία τις , μια φαντασμαγορία, μια αυταπάτη. Η καθαρή ηδονή είναι σε ανώτερο γνωσιολογικό και οντολογικό επίπεδο.
Πρέπει να προσεχθεί ότι στον εν λόγω μύθο πουθενά δεν αναφέρεται με σαφήνεια αν είμαστε στον κάτω κόσμο. Αντίθετα υπονοείται ότι βρισκόμαστε κάπου ανάμεσα. Ο τόπος είναι ένας λειμών, ένα πεδίον. Η περιγραφή από τον κάτω έρχεται με την ιστορία του Αρδιαίου του Τύραννου. Έτσι, εύκολο είναι να δούμε όλη αυτή την περιγραφή να αφορά τον κόσμο μας και τις ψυχές μας.
Ο Μύθος δίνει έμφαση στην ανθρώπινη ελευθερία. Η τάξη αφορά όλο τον κόσμο, αλλά η ευθύνη είναι σε αυτόν που επιλέγει. Η κοσμική τάξη και η ηθική τάξη ομονοούν και ομολογούν. Αλλά στην προσωπική ελεύθερη επιλογή ό,τι προτιμηθεί θα μείνει ανάλλαχτο. Το πολύ πολύ στη ζωή να βελτιώσει ή να χειροτερεύσει το λαχνό που ελεύθερα διάλεξε. Ελευθερία και ανάγκη είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος: της προσωπικότητας του ανθρώπου.
Το συναπάντημα των ψυχών είναι σαν πανηγύρι, όπου ανταλλάσσονται η πείρα και η γνώση προερχόμενη από αυτήν. Διαπιστώνεται ο συντροφικός μόχθος δύο ψυχών που αγωνίζονται για την αλήθεια. Η υπεύθυνη κρίση βασίζεται στην ανάμνηση της ψυχής του τι μεταφέρει από την προηγούμενη ζωή.
Η προσέγγιση του Αγαθού απαιτεί αρετή. Η αρετή όμως είναι αδέσποτος. Δηλ. Η αρετή είναι ελεύθερη. Και η ελευθερία είναι διττή. Δεν έχει κύριο , αλλά και κάθε άνθρωπος μπορεί να την τιμήσει η να την ατιμάσει. Η ελευθερία της αρετής και η ελευθερία του ανθρώπου είναι συνάλληλα. Η ελευθερία εξαρτάται από τη μάθηση, τη νόηση, τη φρόνηση. Άρα, η ζωή στη γη έχει απόλυτη αξία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι εδώ οι Μοίρες έχουν διαφορετικό ρόλο από ό,τι εννοούν τα ονόματά τους. Η Λάχεσις (Μοίρα) λέει το παρελθόν-τα γεγονότα, η Ατροπός που σημαίνει το απαράλλαχτο, λέει τα μέλλοντα, και η Κλωθός που αφορά μια περιδίνηση φαίνεται να είναι στη θέση που της αρμόζει, στη μέση, και λέει τα όντα. Φαίνεται λοιπόν ότι σε αυτό τον τόπο το μέλλον είναι το παρελθόν και το παρελθόν το παρόν, στο παρελθόν βρίσκεται το μέλλον και στο μέλλον βρίσκεται το παρελθόν.
Κατά συνάφεια, η ψυχή ριγμένη στην υλική πραγματικότητα ενέχει το θεϊκό, το λόγο. Και με τη βοήθεια του Δαίμονος που αντιστοιχεί στον καθένα από μας θα μπορέσουμε να θυμηθούμε το ξεχασμένο. Η ανάμνηση είναι μη – λήθη, α-λήθεια. Αυτό το μοίρασμα του θεϊκού που ενοικεί μέσα μας έγινε από τη Μοίρα και αυτό θα μας ωθήσει στις ορθές επιλογές της ζωής, στην ορθή επιλογή της ζωής. Η Μοίρα επιλέγει μόνο πότε θα ζήσουμε, όχι πώς θα ζήσουμε.
Επεξεργασία, επιμέλεια
αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος