Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

Ζεν το μονοπάτι του παραδόξου, OSHO



Το Ζεν λέει ότι ο Θεός δεν βρίσκεται έξω από τη θρησκεία, αλλά μέσα της. Δεν βρίσκεται εκεί, βρίσκεται εδώ. Για την ακρίβεια, δεν υπάρχει “εκεί” στο Ζεν. Τα πάντα βρίσκονται εδώ. Ο Θεός δεν βρίσκεται στο τότε, αλλά στο τώρα. και δεν υπάρχει άλλος χρόνος. Δεν υπάρχει άλλος χώρος, δεν υπάρχει άλλος χρόνος. Αυτή η στιγμή είναι τα πάντα. Μέσα σ’ αυτή τη στιγμή συγκλίνει όλη η ύπαρξη. Μέσα σ’ αυτή τη στιγμή είναι διαθέσιμα τα πάντα.Το Ζεν φέρει ιερότητα στην καθημερινή ζωή. 

Ο Μποκόζου, ο μεγάλος δάσκαλος του Ζεν, συνήθιζε να λέει: “Πόσο θαυμάσιο είναι αυτό! Πόσο μυστηριακό!” Μεταφέρω ξύλα, τραβάω νερό”. Αυτό είναι το πνεύμα του Ζεν. Μεταμορφώνει το συνηθισμένο σε ασυνήθιστο. Μεταμορφώνει το βέβηλο σε ιερό. Εγκαταλείπει κάθε διαχωρισμό ανάμεσα στον κόσμο και το θεϊκό .... Για το Ζεν, η θρησκεία είναι βίωμα. Στην Ιαπωνία έχουν μια ειδική λέξη γι’ αυτό. Το ονομάζουν σονομάμα, το είναι της ζωής. Αυτό το είναι της ζωής, είναι ο Θεός. Δεν είναι ότι ο Θεός υπάρχει, αλλά ότι το ίδιο το είναι, είναι θεϊκό.

Το είναι του δέντρου, το είναι του βράχου το είναι του άντρα, το είναι της γυναίκας, το είναι του παιδιού. Κι αυτό, είναι ένα απροσδιόριστο φαινόμενο. 
Μπορείς να διαλυθείς μέσα του, μπορείς να ενωθείς μαζί του, μπορείς να το γευτείς. Δεν μπορείς όμως να το προσδιορίσεις, δεν μπορείς να το επισημάνεις λογικά, δεν μπορείς να το διατυπώσεις με σαφείς έννοιες.

Η λογική είναι ένας φαύλος κύκλος και το Ζεν κάνει κάθε προσπάθεια για να σε βγάλει απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο. Με ποιο τρόπο είναι η λογική ένας φαύλος κύκλος; Η βάση του συλλογισμού ήδη από την αρχή εμπεριέχει μέσα της το ίδιο συμπέρασμα. Έτσι, το συμπέρασμα δεν πρόκειται να είναι κάτι καινούργιο, αφού ήδη εμπεριέχεται στον αρχικό συλλογισμό. Και ύστερα, ο αρχικός συλλογισμός εμπεριέχεται στο συμπέρασμα.

Είναι όπως ο σπόρος. Το δέντρο εμπεριέχεται στον σπόρο κι ύστερα το δέντρο θα γεννήσει πολύ περισσότερους σπόρους και μέσα σ’ εκείνους τους σπόρους θα εμπεριέχονται τα δέντρα. Είναι ένας κύκλος: σπόρος, δέντρο, σπόρος. Και συνεχίζεται. Ή: αυγό, κότα, αυγό, κότα, αυγό… Και συνεχίζεται ως το άπειρο. Είναι ένας κύκλος.

Το σπάσιμο αυτού του κύκλου είναι όλο το θέμα με το οποίο ασχολείται το Ζεν αποκλειστικά. Το να μην εγκαθίστασαι μέσα στο νου σου, μέσα σε λέξεις και έννοιες, αλλά να πέσεις μέσα στην ίδια την ύπαρξη. Το Ζεν δεν είναι φιλοσοφία, αλλά ποίηση. Δεν έχει σκοπό, δεν έχει επιχειρήματα ,απλώς τραγουδάει το δικό του τραγούδι.

Ο ίδιος του ο πυρήνας  είναι αισθητικός, δεν είναι ασκητικός. Δεν πιστεύει στην αλαζονεία, στην επιθετικότητα προς την πραγματικότητα. Πιστεύει στην Αγάπη. Πιστεύει ότι αν συμμετέχουμε στην πραγματικότητα, τότε η ίδια  η πραγματικότητα μας αποκαλύπτει τα μυστήριά της. Το Ζεν δημιουργεί διάθεση συμμετοχής. Είναι ποίηση, καθαρή ποίηση όπως είναι και η καθαρή θρησκεία [...] Η φιλοσοφία είναι προσανατολισμένη στο κεφάλι. Η ποίηση είναι περισσότερο συνολική. Η ποίηση ασχολείται περισσότερο με την ομορφιά. Και η ομορφιά είναι μη βίαιη. Και ομορφιά είναι αγάπη. Και η ομορφιά είναι συμπόνια.

Ο  ερευνητής του Ζεν κοιτάζει μέσα στην πραγματικότητα, για να ανακαλύψει την ομορφιά …στο τραγούδι των πουλιών, στα δέντρα, στο χορό του παγωνιού, στα σύννεφα, στην αστραπή, στη θάλασσα. στην άμμο. Προσπαθεί να βρει την ομορφιά.

Φυσικά, το να ψάχνεις για την ομορφιά, έχει μια εντελώς διαφορετική επίδραση. Όταν ψάχνεις για την ομορφιά είσαι περισσότερο θηλυκός. Όταν ψάχνεις για την αλήθεια, ενδιαφέρεσαι περισσότερο για τη λογική, όταν ψάχνεις για την ομορφιά, ενδιαφέρεσαι περισσότερο για τη διαίσθηση. Το Ζεν είναι θηλυκό. Η ποίηση είναι θηλυκή. Η φιλοσοφία είναι πολύ αντρική, πολύ επιθετική –είναι αντρικός νους.

Το Ζεν είναι παθητικό, αδρανές, υπομονετικό. Γι’ αυτό, στο Ζεν, το κάθισμα είναι ένας από τους σημαντικότερους διαλογισμούς. Απλώς κάθεσαι- ζαζέν. Οι άνθρωποι του Ζεν λένε ότι αν απλώς κάθεσαι, χωρίς να κάνεις τίποτα, τα πράματα θα συμβούν. Τα πράματα συμβαίνουν από μόνα τους. Δεν χρειάζεται να κυνηγάς εσύ, να τρέχεις από πίσω τους, να τα ψάχνεις. Θα έρθουν. Εσύ απλώς κάθισε. Αν μπορείς να καθίσεις σιωπηλά, αν μπορείς να πέσεις σ’ αυτή την τρομερή ηρεμία, αν μπορείς να χαλαρώσεις τον εαυτό σου, αν μπορείς να παρατήσεις όλες τις εντάσεις και να γίνεις μια σιωπηλή λίμνη, χωρίς να πηγαίνεις πουθενά, χωρίς να ψάχνεις τίποτα, η άνοιξη έρχεται και το χορτάρι μεγαλώνει από μόνο του.

Η λέξη αιώνιο στα λεξικά, σημαίνει για πάντα. Δεν είναι όμως αυτή η σημασία του αιώνιου –γιατί τότε το μόνιμο γίνεται αιώνιο– μα δεν είναι έτσι. Η αιωνιότητα δεν είναι διάρκεια. Είναι το βάθος της στιγμής. Η αιωνιότητα είναι μέρος του στιγμιαίου. Η αιωνιότητα είναι εναντίον της μονιμότητας. Αν πας βαθιά μέσα στη στιγμή, αν διαλυθείς εντελώς μέσα της, έχεις μια γεύση αιωνιότητας. Όταν ζεις κάθε στιγμή ολοκληρωτικά και χαλαρά, ζεις την αιωνιότητα. Ο Μπασό τραγουδάει:

“Όταν αστράφτει η αστραπή, πόσο θαυμαστός εκείνος που δε σκέφτεται πως  η ζωή δεν τρέχει γρήγορα”.

Τρομερή δήλωση! Αυτή είναι η ομορφιά των ανθρώπων του Ζεν. Δεν θα τη βρεις πουθενά αλλού. Αυτό είναι κάτι μοναδικό στο Ζεν .  

 Αποσπάσματα από το βιβλίο του Όσσο : Ζεν, το μονοπάτι του παράδοξου,

Εκδότης: Ρέμπελ



 Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος




Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

«ΤΟ ΩΚΕΑΝΙΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ»: Η μικρότητα και η μεγαλοσύνη του ανθρώπου

«Όταν κοιτάζω ψηλά προς τα αστέρια, καταλαβαίνω πως είμαι μικρός, αλλά επίσης πως είμαι μεγάλος. Είμαι μεγάλος επειδή είμαι συνδεδεμένος με το σύμπαν και το σύμπαν είναι συνδεδεμένο μαζί μου»
Νιλ ντεΓκρας Τάισον, Αμερικανός αστροφυσικός
            Κάποτε όλοι βρεθήκαμε καταμεσής του πελάγου, χαθήκαμε σε ένα δάσος που δεν ξεχωρίζαμε που αρχίζει και που τελειώνει, ξαπλώσαμε σε ένα απέραντο λιβάδι – πεδιάδα που τα χρώματα των λουλουδιών θόλωναν την όρασή μας, αφεθήκαμε μια φεγγαρόφωτη βραδιά στην αναζήτηση του πιο φωτεινού αστεριού και σίγουρα βρεθήκαμε κάποτε μαζί με πολλούς χιλιάδες συνανθρώπους μας και νιώσαμε τόσο δυνατοί αλλά και τόσο «μόνοι».
             Οι παραπάνω εμπειρίες συνοδεύτηκαν – ονται από αντικρουόμενα συναισθήματα και από έναν προβληματισμό για τη θέση μας στο σύμπαν. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενεργοποιούμε τους νοητικούς μας μηχανισμούς για να προσδιορίσουμε με ευκρίνεια το περιεχόμενο των συναισθημάτων μας, που τείνουν να αυτονομηθούν και να απελευθερωθούν από τα δεσμά της λογικής. Πάντοτε τα συναισθήματα αυτά είναι δύσκολο να περιγραφούν, να ερμηνευτούν και να αποδοθούν με μια έννοια – λέξη που να τα καθιστά κατανοητά, τόσο από το υποκείμενο (Εγώ) όσο κι από το αντικείμενο (οι άλλοι…).
Η μικρότητα και η μεγαλοσύνη του ανθρώπου

            Αυτή η υπερβατική εμπειρία βίωσης συναισθημάτων που καταδεικνύουν τη μικρότητα αλλά και τη μεγαλοσύνη του ανθρώπου είναι μοναδική και συγκλονίζει συθέμελα την ύπαρξή του. Γιατί αναδεικνύει τόσο την ατομικότητά μας αλλά και την εξάρτηση σύνδεση με τον περίγυρο φυσικό – κοινωνικό (συλλογικότητα). Είναι ένα συναίσθημα απροσδιόριστο εννοιολογικά αλλά τόσο έντονο και βαθύ αφού διαχέεται και διαποτίζει κάθε πτυχή των υποστάσεων του ατόμου.
            Είναι το λεγόμενο «ωκεάνιο συναίσθημα» (oceanic feeling). Ένα συναίσθημα ηρεμίας και ευτυχίας. Ένα συναίσθημα πληρότητας και αγαλλίασης. Σε αυτό η αίσθηση του χρόνου και του χώρου χάνονται. Τα όρια μεταξύ της περατότητας της ανθρώπινης ύπαρξης και της απεραντοσύνης και αιωνιότητας του σύμπαντος δεν γίνονται κατανοητά. Το συναίσθημα αυτό μοιάζει ή βιώνεται ως ένα κύμα που μας γεμίζει με εσωτερική γαλήνη και ευφορία.
            Είναι, επίσης, ένα συναίσθημα ενός ισχυρού δεσμού με τον εξωτερικό κόσμο και το «όλον». Ταυτιζόμαστε με αυτό κι αδυνατούμε να υπάρξουμε βιολογικά και συναισθηματικά ως μονάδες. Συνειδητοποιούμε την απεραντοσύνη του «ωκεανού» που μας περιβάλλει τη στιγμή που ταυτιζόμαστε με αυτόν. Αυτός μας υπερβαίνει και μας περιέχει.
            Το μέγεθος αλλά και το περιεχόμενο αυτής της κοσμικής σύνδεσης αποτύπωσε με την ποιητική του γλαφυρότητα ο Ουίλιαμ Μπλέικ «Για να δεις τον κόσμο σ’ έναν κόκκο άμμου/ και τον παράδεισο σ’ ένα αγριολούλουδο/ κράτα το άπειρο στην παλάμη του χεριού σου/ και την αιωνιότητα σε μια ώρα».
Φρόιντ και Ωκεάνιο συναίσθημα

            Γεννήτορας του όρου «ωκεάνιου συναισθήματος» θεωρείται ο Ρομαίν Ρολάν. Πρώτος ο Φρόιντ στο έργο του «Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας» περιγράφει το συναίσθημα αυτό ως «ένα συναίσθημα, που θα ήθελε να το ονομάσει αίσθηση της «αιωνιότητας», ένα αίσθημα σαν για κάτι απεριόριστο, άπειρο, θα λέγαμε «απέραντο».
            Ο Φρόιντ συνέδεσε το «ωκεάνιο συναίσθημα» με τη θρησκεία «πηγή θρησκευτικής ενέργειας». Προχωρώντας στα έσχατα της ανθρώπινης ψυχοδομής διαπίστωσε πως ο άνθρωπος αδυνατεί να συνειδητοποιήσει τα όρια του Εγώ προς το Αυτό (id) αλλά και προς εκείνο το πρόσωπο που συνιστά αντικείμενο του έρωτά του. «Στο ανώτατο σημείο του έρωτα τείνει να εξαλειφθεί το σύνορο ανάμεσα στο Εγώ και στο αντικείμενο. Παρά τις μαρτυρίες των αισθήσεων ο ερωτευμένος ισχυρίζεται πως το Εγώ και το Εσύ είναι ένα».
             Έτσι αυτή η συνειδητοποίηση της στενής σύνδεσης με το «όλον» καθιστά δυσδιάκριτα τα όρια του Εγώ με τον εξωτερικό κόσμο. Σύμφωνα με τους ειδικούς το συναίσθημα αυτό κατακλύζει τον άνθρωπο κατά τη βρεφική ηλικία, όπου καθίσταται δύσκολη η διάκριση εσωτερικού και εξωτερικού κόσμου. Η σχέση του βρέφους με τη μητέρα είναι απόλυτη και ιδιαίτερα, το στήθος. Η σχέση Μητέρας – Βρέφους λειτουργεί ως μια «συμβιωτική μεμβράνη». Κι αυτή η εμπειρία συνοδεύει το άτομο σε όλη του τη ζωή, γιατί όπως είναι γνωστό δεν χάνεται κανένα ψυχικό στάδιο.
            Και όταν ο άνθρωπος αποκοπεί από το «μητρικό στήθος» νιώθει τόσο ανασφαλής που ασυνείδητα και με ποικίλους τρόπους αναζητά επιστροφή στην εστία, στο χαμένο παράδεισο. Έτσι κάθε ρήξη – αποδέσμευση από τη μητέρα αναζητά μια νέα σχέση – δεσμό (φύση, θεό, κοινωνία, ομάδα, ιδεολογία). Γιατί ο άνθρωπος όταν απουσιάζει η σύνδεσή του με κάτι ευρύτερο ή μεγαλύτερό του, νιώθει πως έχει χαθεί ένα κομμάτι της ψυχής του.
            «Ο μοναχός είναι ένας άνθρωπος που έχει αποκοπεί από τα πάντα και βρίσκεται σε αρμονία με τα πάντα» (Ευάγριος Σχολαστικός).
            Αξίζει να σημειωθεί πως το «ωκεάνιο συναίσθημα» δεν έχει γίνει δεκτός ως όρος από όλες τις γλώσσες, άσχετα αν όλοι οι άνθρωποι το βιώνουν. Στην Ιαπωνία αντίστοιχος όρος είναι το amae και υποδηλώνει την «άνεση λόγω της απόλυτης αποδοχής μας εκ μέρους ενός άλλου ατόμου». Το κινέζικο ιδεόγραμμα «παρίστανε ένα μωρό να θηλάζει, πράγμα που υποδηλώνει μια απώλεια διαχωρισμού, μια επιστροφή στην αίσθηση ενότητας ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί» (Dylan Evans «Συναίσθημα»).
            Η απουσία αντίστοιχου όρου στα Αγγλικά πιστοποιεί το διαφορετικό αξιακό σύστημα. Στον Αγγλόφωνο κόσμο δεσπόζει η αξία της ανεξαρτησίας, της αυτοπροβολής και της αυτονομίας – ατομικότητας, ενώ στην Ιαπωνία η συνύπαρξη και η συλλογικότητα.
Το Ωκεάνιο συναίσθημα και η θάλασσα 

            Το «ωκεάνιο συναίσθημα», λοιπόν, «ως η απόλυτη αίσθηση αρμονίας με το σύμπαν, την απόλυτη αρμονία με έναν άλλο άνθρωπο» μόνο μια θαλασσινή λέξη θα μπορούσε να την περιγράψει, γιατί μόνον μέσα στη θάλασσα το σώμα μπορεί να θυμηθεί την αγαλλίαση που ένιωσε ως έμβρυο. Γιατί μόνο η θάλασσα σε αναγκάζει να βιώσεις το απέραντο και το συνεχές που σε εξουσιάζει αλλά και σε εμπνέει, σε κρατά αλλά και σε απελευθερώνει.
            Όσο κι αν ο σύγχρονος ναρκισσισμός μας εμποδίζει τη βίωση αυτού του συναισθήματος, τίποτα δεν μπορεί να μας αποκόψει από την απεραντοσύνη του σύμπαντος. Είμαστε τέκνα του συνεχούς χρόνου (Παρελθόν – Παρόν – Μέλλον) αλλά και του ενιαίου συμπαντικού χώρου.
            «Τα ανθρώπινα πράγματα είναι ένα απειροελάχιστο σημείο στην απεραντοσύνη του σύμπαντος» (Πιέρ Σντό, Γάλλος Φιλόσοφος)
            Εκείνος, όμως, που απέδωσε – περιέγραψε με ένα συγκλονιστικό τρόπο το «ωκεάνιο συναίσθημα» είναι ο εξερευνητής Τζον Μιούιρ, που εξερευνούσε το φιόρδ και τα βραχώδη τοπία του Εθνικού Πάρκου Γκλέισερ Μπέι κι ένιωσε ξαφνικά ένα πολύ δυνατό συναίσθημα.
            «Νιώθουμε τη ζωή και την κίνηση γύρω μας, όπως και την ομορφιά του σύμπαντος: οι παλίρροιες πάνε κι έρχονται με ακούραστη φιλοπονία, βρέχοντας τις όμορφες ακτές και κάνοντας τα σκουροκόκκινα φύκια στα ατέλειωτα λιβάδια της θάλασσας να χορεύουν ρυθμικά, εκεί όπου τα ψάρια βρίσκουν τροφή, τα άγρια ποτάμια καταλήγουν σε λευκούς καταρράκτες, πάντα σε άνθιση, πάντα τραγουδώντας, κι απλώνοντας τους χειμάρρους τους σε χίλια βουνά˙ τα τεράστια δάση τρέφονται από τις ηλιαχτίδες που πέφτουν πάνω τους, κάθε κύτταρο σε μια δίνη απόλαυσης˙ σμάρια από έντομα στροβιλίζονται στον αέρα, άγρια πρόβατα και κατσίκες στις καταπράσινες πλαγιές πάνω από τα δάση, αρκούδες χωμένες σε θάμνους με μούρα, μινκ και κάστορες και ενυδρίδες στο βάθος ενός ποταμού και μιας λίμνης˙ Ινδιάνοι και εξερευνητές που συνεχίζουν τον μοναχικό τους δρόμο˙ πουλιά που σκύβουν προσφέροντας τροφή στα μικρά τους – παντού, παντού ομορφιά και ζωή, και ευτυχισμένη, χαρούμενη δράση» (Πηγή «Το Εγώ είναι ο εχθρός» Ryan Holiday)
            Αυτή η σύνδεση του εαυτού μας με τον κόσμο συνιστά και το βαθύτερο περιεχόμενο του «ωκεάνιου συναισθήματος» , αυτό που οι Στωικοί αποκαλούσαν «συμπάθεια» (η αλληλεπίδραση όλων των όντων του κόσμου).
 Tου συνεργάτη της Μυσταγωγίας – Μυθαγωγίας, Ηλία Γιαννακόπουλου, Φιλόλογου. E-mail: iliasgia53@gmail.com
Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Οι μυθικοί Κένταυροι, αποσυμβολισμός


Centaur Statue, Jardin des Tuileries, Paris, France

Σύμφωνα με την μυθολογία  οι Κένταυροι, ήταν γιοί της  Νεφέλης και του  Ιξίονα. Ήταν  πλάσματα βίαια και  άγρια,  με σώματα που είχαν  κατά το ήμισυ την  μορφή ανθρώπου και κατά το άλλο, κατώτερο ήμισυ, μορφή την αλόγου. Για ποίο λόγο όμως από την  ένωση της Νεφέλης με τον Ιξόνα  γεννήθηκαν τα υβριδικά αυτά πλάσματα οι  Κένταυροι, τι υποκρύπτει ο μύθος;

Ας ξετυλίξουμε τον μίτο της μυθολογίας, από την αρχή. Σύμφωνα με την μυθολογία, ο  Ιξίωνας ήταν ένας από τους Λαπίθες, βασιλιάς της Θεσσαλίας (με έδρα πιθανόν την Ιωλκό) και γιος του Φλεγύα. Γιος του ήταν ο Πειρίθους. Έλαβε ως σύζυγο τη Δία, θυγατέρα του Δηιονέα ή Δηίονα, υιού του Αιόλου, βασιλέα της Φωκίδας.

Υποσχέθηκε στον πεθερό του ένα πολύτιμο δώρο, αθέτησε όμως την υπόσχεσή του. Ο Δηϊονεύς σε αντίποινα έκλεψε μερικά από τα άλογα του Ιξίονα. Ο τελευταίος απέκρυψε την οργή του και προσκάλεσε τον πεθερό του σε εορταστικό γεύμα στη Λάρισα. Μόλις έφτασε ο Δηϊονέας, ο Ιξίωνας τον δολοφόνησε. Με τη φρικτή πράξη του αυτή ο Ιξίωνας παραβίασε τον ιερό για τους Έλληνες νόμο της φιλοξενίας, προστάτης του οποίου ήταν ο Ξένιος Ζεύς. Οι γειτονικοί άρχοντες, προσβεβλημένοι, αρνήθηκαν να του προσφέρουν άσυλο ή να εκτελέσουν τα τελετουργικά που θα του επέτρεπαν να αποκαθαρθεί από την ενοχή του. Έκτοτε, ο Ιξίωνας κηρύχθηκε εκτός νόμου, έζησε ως απόβλητος και τον απέφευγαν οι πάντες. Σκοτώνοντας τον πεθερό του, έγινε ο πρώτος άνθρωπος στην Ελληνική μυθολογία που σκότωνε συγγενή του. Η τιμωρία που επέσειε κάτι τέτοιο ήταν τρομερή.

Κάποτε, ο Ιξίωνας, για να ξεφύγει από τους διώκτες του, κατέφυγε ικέτης σε ναό του Δία. Εκείνος συμπόνεσε τον Ιξίωνα, για την κατάσταση και τον έφερε στον Όλυμπο μαζί του. Ο Ιξίονας λοιπόν από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκε ανάμεσα στους 12 Θεούς του Ολύμπου, έλαβε την αθανασία τρώγοντας την θεϊκή τροφή τους, την αμβροσία, και πίνοντας το νέκταρ και ζούσε ανάμεσα τους. Σύντομα άρχισε να ποθεί την Ήρα, την βασίλισσα των υπολοίπων Θεών και την προστάτιδα του γάμου. Αρχικά η Ήρα προσπάθησε να τον αποκρούσει διακριτικά, σύντομα όμως οι βλέψεις του Ιξίονα έγιναν εμφανείς και στους υπόλοιπους Θεούς, ακόμα και στον Δία.

Έτσι ο Δίας, έφτιαξε ένα ομοίωμα της Ήρας από νεφέλη (σύννεφο) και του το έστειλε. Από την ένωση τους γεννήθηκε ο ανθρωποφυής Κένταυρος. Ωστόσο, ο Κένταυρος ήταν ανθρώπινη μορφή και προκειμένου να εξηγηθεί η διπλή φύση των Κενταύρων, πλάστηκε ο μύθος, σύμφωνα με τον οποίο ο Κένταυρος είχε ερωτική επαφή με μια φοράδα και από αυτή την ένωση δημιουργήθηκαν οι Κένταυροι με την γνωστή τους μορφή. Εκτός από τον Χείρωνα και τον Φόλο,όλοι οι υπόλοιποι  θεωρείται ότι  ήταν  ερωτομανείς  και ασελγείς, στοιχεία που είχαν κληρονομήσει από τον πατέρα  τους,Ιξίωνα.

Ο Όμηρος (Ιλ. Α 268) αναφερόμενος στους Κενταύρους τους χαρακτηρίζει “φήρας ορεσκόμενους” (= άγριους). Και αυτό αληθεύει καθώς σε όλη την ελληνική μυθολογία οι Κένταυροι, με εξαίρεση τον Χείρωνα και τον Φόλο, λογιζόταν ως ερωτομανείς και ασελγείς τόσο που θύμιζαν τους Σάτυρους. Οι Σάτυροι ήταν μία μίξη  ανθρώπου και τράγου,  και όπως και οι Κένταυροι, είχαν επίσης την φήμη ερωτομανών και ασελγών πλασμάτων, κάτι που αποτυπώνεται και στις καλλιτεχνικές απεικονίσεις τους, οποίες έχουν υπερβολικά μεγάλους φαλλούς.

Σύμφωνα με τον Διόδωρο το Σικελιώτη, οι Κένταυροι  ήταν οι πρώτοι  άνθρωποι που ίππευαν  άλογα (ίππους). Έτσι το πρώτο τους όνομα ήταν Ιπποκένταυροι. Όσοι τους έβλεπαν από μακριά να καλπάζουν πάνω στα άλογα κολλημένοι και σκυμμένοι επάνω στο ζώο,είχαν την εντύπωση ότι δεν έβλεπαν τον άνθρωπο να ιππεύει άλογο,αλλά ένα είδος αυτοτελούς όντος το οποίο είναι μισό ζώο και μισό άνθρωπος.

Τι συμβολίζουν άραγε  λοιπόν οι Κένταυροι; Η όψη τους δεν μπορεί παρά να είναι «σημαίνουσα», εφόσον  φυσικά δεχθούμε πως δεν ισχύει η άποψη του Σικελιώτη. Γενικά όλα τα μυθικά ημιανθρώπινα πλάσματα όπως λ.χ ο Μινώταυρος, η Μέδουσα, η Σκύλλα, η Χάρυβδης, η Χίμαιρα, οι κένταυροι, συμβόλιζαν με ψυχολογικούς όρους, τις φοβίες που γεννούσε το ασυνείδητο στον αρχαίο Έλληνα, το οποίο αντιπροσώπευε την σύγκρουση ανάμεσα στις απειλητικές μορφές ενός άγνωστου και σκοτεινού κόσμου, έναντι του γνωστού και τακτοποιημένου κόσμου της λογικής συνείδησης. Αυτή αρχετυπική σύγκρουση την συναντάμε επίσης με διαφορετική μορφή, ως σύγκρουση ανάμεσα στο Διονυσιακό και το Απολλώνιο στοιχείο. Συνοψίζοντας,  οι τερατόμορφες   μορφές  αλληγορούν τα ανεξέλεγκτα πάθη και ένστικτα του ανθρώπου. Απεικονίζονται έτσι διότι δεν αδυνατούμε να τα ελέγξουμε. Και δεν τα ελέγχουμε διότι δεν είναι ορατά. Γι’ αυτό τα τέρατα απεικονίζονται ως πλάσματα που δεν υπάρχουν στην φύση.

Το σύμπαν για τον αρχαίο (αλλά και για τον σύγχρονο) άνθρωπο ήταν χαώδες και ανεξέλεγκτο, γεμάτο φόβους. Αυτούς τους φόβους προσπάθησε  το Ολύμπιο πάνθεο με προεξέχουσα την θεά Αθηνά, ήρθαν να καθυποτάξουν  (βλέπε Αθηνά και Μέδουσα).  Τέρατα με μη ανθρώπινη ή ημιανθρώπινη μορφή,  αλληγορούσαν τη μάχη ανάμεσα στον πολιτισμό και τον ευρύτερο κόσμο.

Είναι συνεπώς προφανές, πως οι Κένταυροι συμβολίζουν  με την ανθρώπινη μορφή τους, το πνευματικό εκείνο  νοήμων όν,  το οποίο αποτελεί  την κορωνίδα της δημιουργίας, τον άνθρωπο, ο οποίος φέρει εντός του τόσο τον Θεϊκό σπινθήρα. Σηματοδοτούν όμως ταυτόχρονα και  το Α-ΛΟΓΟ στοιχείο με την μορφή του κτήνους,  το οποίο  λειτουργεί αντανακλαστικά, όταν κυριαρχείται από τα πάθη και τα ένστικτα του, στοιχεία τα οποία τρέφονται από τον εγωισμό, τη φιλοδοξία, την υπεροψία, την μισαλλοδοξία. Η μορφή των Κενταύρων κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλληγορεί την εικόνα του ανθρώπου ο οποίος  αποπροσανατολισμένος ανάμεσα στα πάθη και την λογική χάνει τον προσανατολισμό στον σκοτεινό λαβύρινθο του υποσυνείδητου του.  Αν κυριαρχήσουν τα κατώτερα ένστικτα και πάθη,  τότε έρχεται στην επιφάνεια ο ερπετικός εγκέφαλος (1), επικρατούν η αγριότητα αισχρό,  που χαρακτηρίζει τους Κενταύρους.

Η απεικόνιση των Κενταύρων στο μύθο συμβολίζει την πολιτισμική ανάγκη να εδραιωθεί η θέση του ανθρώπου στην φύση, να ερμηνευθεί ο  κόσμος λογικά, και να καθυποταχτεί εν τέλει το άγνωστο,  τόσο της φύσης όσο και της εσωτερικής και ανεξερεύνητης ανθρώπινης φύσης.  Για να το επιτύχουν αυτό οι αρχαίοι, δημιούργησαν τους αρχετυπικούς ήρωες, χαρακτήρες, οι οποίοι αν και ήταν υποταγμένοι στην μοίρα και τις αδυναμίες των θνητών,  δημιούργησαν τα πρότυπα ενός πολιτισμού υπέρβασης των συλλογικών φόβων και κινδύνων,  δαμάζοντας μυθικά ή υπερφυσικά πλάσματα.

Οι  πρόγονοι μας  απεικόνισαν καλλιτεχνικά την μάχη αυτή, στις παραστάσεις των Κονταρομαχιών στην Νότια μετώπη του Παρθενώνα του ναού της Σοφίας, συμβολίζοντας την καταλυτική υπεροχή της ηθικής και της λογικής,  απέναντι στο παράλογο και ανεξέλεγκτο συναίσθημα. Στο εξωτερικό τμήμα του ναού, αναδεικνύεται ο ασταμάτητος πόλεμος πνεύματος και ύλης, λογικής και παραλόγου.  Όπως ακριβώς η Παρθένα Αθηνά γεννήθηκε  δίχως,  μητέρα μέσα από το κεφάλι του Δία, έτσι και ο άνθρωπος που γνωρίζει ποιά είναι η πραγματική του υπόσταση, έχει κατακτήσει συνεπώς το « γνώθι σαυτόν», εντός του ναού αποτίει τιμή στην πραγματική του φύση, η οποία είναι ομοούσια προς τους θεούς.  Στο εσωτερικό του ναού κατοικεί η θέα της νόησης και της σοφίας, όπως και στο εσωτερικού του ανθρώπου βρίσκεται ο θεϊκός σπινθήρας του ανθρώπου..

Οι πρόγονοι μας χρησιμοποίησαν την λέξη Ενθουσιασμός για να περιγράψουν αυτή την μαγική στιγμή, που αναγνωρίζουν τον Θεό μέσα  τους.. Ο Πλάτων στον Φαίδων (62b2-5), αναφέρει αλληγορικά, σχετικά με την μυσταγωγική αυτή ένωση:

«Θα έχετε ακούσει, ότι εις κάποιον απόκρυφον λόγον λέγεται σχετικά με το ζήτημα τούτο, ότι ημείς οι άνθρωποι ευρισκόμεθα τρόπον τινά υπό φρούρησιν [των θεών] και δεν πρέπει κανείς να δοκιμάση ούτε να ελευθερωθεί ούτε ν’ αποδράση. Στο νόημα του λόγου τούτου μου φαίνεται βαθύ, αλλά δύσκολον να συλληφθεί»...

Ο Σωκράτης έλεγε πως την ανεξερεύνητη ζωή δεν αξίζει να τη ζει κανείς. Όσοι δεν γνωρίζουν τον εαυτό τους και δεν έχουν γνώση των ικανοτήτων τους, βρίσκονται σε μειονεκτική θέση είτε στη σχέση τους με τους άλλους, είτε στην ενασχόληση τους με οποιαδήποτε δραστηριότητα. Για τον Freud επίσης, ακόμα και στις σύγχρονες κοινωνίες η αιτία πολλών ψυχολογικών ασθενειών είναι ο φόβος να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του, τα συναισθήματα, τις παρορμήσεις, τις αναμνήσεις, τις ικανότητες, τις δυνατότητες, το πεπρωμένο του. 

Γενικά, αυτού του είδους ο φόβος είναι αμυντικός, με την έννοια ότι είναι μια προστασία της αυτοεκτίμησης μας, της αγάπης και του σεβασμού που τρέφουμε για τον εαυτό μας. Τείνουμε να φοβόμαστε οποιαδήποτε γνώση θα μπορούσε να μας κάνει να απεχθανόμαστε τον εαυτό μας ή να μας κάνει να νιώθουμε κατώτεροι, αδύναμοι, ανάξιοι, κακοί. Προστατεύουμε τον εαυτό μας και την ιδανική εικόνα του εαυτού μας με την απώθηση και παρόμοιους αμυντικούς μηχανισμούς, οι οποίοι είναι κυρίως τεχνικές μέσω των οποίων αποφεύγουμε να συνειδητοποιήσουμε δυσάρεστες ή επικίνδυνες αλήθειες.

Αλλά υπάρχει ένα άλλο είδος αλήθειας το οποίο τείνουμε να αποφεύγουμε. Όχι μόνο μένουμε προσκολλημένοι στην ψυχοπαθολογία μας, αλλά επίσης τείνουμε να αποφεύγουμε την προσωπική ανάπτυξη γιατί και αυτή, επίσης, μπορεί να επιφέρει ένα άλλο είδος φόβου, δέους, αισθημάτων αδυναμίας και ανεπάρκειας. Και έτσι, χρησιμοποιούμε ένα άλλο είδος αντίστασης, μια άρνηση της καλύτερης πλευράς μας, των ταλέντων μας, των καλύτερων ενορμήσεών μας, των ανώτερων δυνατοτήτων μας, της δημιουργικότητας μας. Με δυο λόγια, αυτή είναι η μάχη με το δικό μας μεγαλείο, ο φόβος της ύβρεως.

Αυτό μας θυμίζει ότι ο μύθος του Αδάμ και της Εύας, με το επικίνδυνο δέντρο της Γνώσης που πρέπει κανείς να αγγίξει, έχει το αντίστοιχό του σε πολλές άλλες κουλτούρες, οι οποίες πιστεύουν επίσης ότι η ύψιστη γνώση είναι προνόμιο των θεών. Οι περισσότερες θρησκείες έχουν μια τάση αντί-νοησιαρχίας (μαζί με διάφορες άλλες τάσεις, φυσικά), κάποιο ίχνος προτίμησης για την πίστη και όχι τη γνώση, ή το αίσθημα ότι ορισμένες μορφές γνώσης είναι υπερβολικά επικίνδυνες για να ανακατεύονται οι άνθρωποι με αυτές και καλό είναι να απαγορευτούν ή να διαφυλαχτούν με τους λίγους εκλεκτούς.

Στις περισσότερες κουλτούρες, οι επαναστάτες εκείνοι που αψήφησαν τους θεούς αναζητώντας τα μυστικά τους, τιμωρούνταν αυστηρά, όπως ο Αδάμ και η Εύα, ο Προμηθέας και ο Οιδίποδας, και έμειναν στην μνήμη των ανθρώπων σαν προειδοποιήσεις ότι δεν πρέπει να προσπαθούν να μοιάσουν στον Θεό.

Η στιγμή του φόβου είναι αρκετά κατανοητή αλλά πρέπει παρόλα αυτά να ξεπεραστεί αν πρόκειται να υπάρξει δημιουργία. Έτσι, το να ανακαλύψει κανείς στον εαυτό του ένα μεγάλο ταλέντο μπορεί αναμφίβολα να φέρει ευφορία αλλά φέρνει επίσης και ένα φόβο των κινδύνων, των ευθυνών και των καθηκόντων του να είσαι ηγέτης και του να είσαι μόνος σου.

Η υπευθυνότητα φαίνεται κάποτε βαρύ φορτίο και τότε προσπαθεί το άτομο να την αποφύγει όσο περισσότερο είναι δυνατό.  Για τον  Σωκράτη  όμως  είναι  η   ίδια η φύση μας –ομοούσια προς την φύση-,  η οποία μας  κατευθύνει να χρησιμοποιούμε τη λογική για να κυριαρχούμε επί των πραγμάτων, αλλά και του πραγματικού εαυτού, μας αναγνωρίζοντας τα προτερήματα και τα μειονεκτήματα μας.
(2)

Η ίδια η λέξη «άνθρωπος» για τον Σωκράτη σημαίνει ότι τα μεν άλλα ζώα τίποτε από όσα βλέπουν δεν μελετούν, δεν συλλογίζονται και δεν αναθρούν,  τίποτε  δεν παρατηρούν με προσοχή. Ο  άνθρωπος  αντίθετα άπαξ και δει κάτι – άπαξ δηλαδή και«όπωπε» κάτι – και αναθρεί και συλλογίζεται ό,τι όπωπε. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο άνθρωπος σωστά ονομάστηκε «άνθρωπος», διότι είναι το μοναδικό ζώον, το οποίον «αναθρεί ά όπωπε», παρατηρεί δηλαδή με μεγάλη προσοχή ό,τι έχει δεί..

Στην διαφορετική περίπτωση ο άνθρωπος μόνο κατά «όψη» είναι άνθρωπος. Και τότε ο  τροχός του ιξίωνα θα είναι αμείλικτος και θα μας καταδικάζει σε αιώνιο μαρτύριο. Γεγονός  που δικαιολογεί τον λόγο για τον οποίο το άγριο  ποδοβολητό των μισαλλόδοξων  Κενταύρων δεν έπαψε  ποτέ  να πανικοβάλει τις ανθρώπινες  ψυχές, από την αρχαιότητα έως σήμερα. 

Ο  Χείρωνας  θα μπορούσε να θεωρηθεί η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα σε ότι αφορά στο συμβολισμό του κενταύρου στον ελληνικό κόσμο. Εκεί που οι άλλοι Κένταυροι αντιπροσώπευαν την κτηνωδία και τον κίνδυνο του φυσικού κόσμου, ο Χείρων αντιπροσωπεύει την αφθονία και την ευλογία του, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι δίδαξε σε διάφορους ήρωες τις εν δυνάμει αγαθοεργές δυνάμεις του φυσικού κόσμου – τις τέχνες της αστρολογίας, της βοτανικής, της θεραπείας, του κυνηγιού, της πολεμικής τέχνης, και της άσκησης των δικών τους εσωτερικών, φυσικών χαρισμάτων, δώρα των θεών μέσω κληρονομικής διαδοχής ή προστασίας. Χρειαζόμαστε σοφούς Χείρωνες ώστε η ανθρωπότητα να ισορροπήσει την αγριότητα με την σοφία, και την επίγνωση, ώστε να σπάει ο κύκλος του μαρτυρίου.

Ας μην λησμονούμε πως αυτό  που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο και τον προβιβάζει στην κορυφή της θεϊκής – φυσικής δημιουργίας είναι το συνειδητό ενδιαφέρον του για το «καλό» και την ευημερία του συνανθρώπου του...!

Παραπομπές

·         Ο εγκέφαλος χωρίζεται σε τρία βασικά μέρη, τον μεσεγκέφαλο ή παλαιό- θηλαστικό, τον νεοφλοιό και τον ερπετικό εγκέφαλο. Το κεντρικό τμήμα του εγκέφαλου, ο μεσεγκέφαλος, λειτουργεί ως διαμεταβιβαστής, εκεί δέχεται όλες τις πληροφορίες του περιβάλλοντος και τις προωθεί. Ο μεσεγκέφαλος δεν κάνει κάποιες ιδιαίτερες λειτουργίες, αλλά η ουσιαστικότερη λειτουργία του είναι να στέλνει τις διάφορες πληροφορίες στα διάφορα τμήματα του εγκεφάλου. Ο ερπετικός είναι ο εγκέφαλος των ενστίκτων, αυτός που κουβαλάμε από τότε που ζούσαμε στις σπηλιές και μας βοηθούσε να επιβιώσουμε. 

2.  Αβραάμ Μάσλοου, “Ψυχολογία της ύπαρξης”, εκδ. Δίοδος, 1994

Απρίλιος 2018