Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

Ο Ελληνικός Μύθος της «Ευρωπαικής Ελληνικής ολοκλήρωσης και ευημερίας»


 

Την δεκαετία του '70 τη θυμάμαι σαν χθες. Κυκλοφορούσαν παντού τα Fiat 127, τα Zastava, και οι μηχανές Floretta. Οι σπορτίφ τύποι είχαν
Autobianchi Abarth (με 53 άλογα παρακαλώ), και οι σώφρονες. Austin Morris Allegro! Το σάντουιτς με γύρο αθώς κόστιζε 3 δραχμές, με σουτζουκάκι 2, και το λεωφορείο μία δραχμή (με πάσο 50 λεπτά). Αν έδινες εικοσάρικο, ο εισπράκτορας ή ο σουβλατζής σε μάλωνε, διότι δεν είχε να στο χαλάσει.
Τόσο καλά....


Και μετά ήρθε η δεκαετία του '80. Και το ΠΑΣΟΚ. Και γέλασε το χείλι του κάθε πικραμένου. Το δημόσιο άνοιξε τις πόρτες του στον κάθε αναξιοπαθούντα που δήλωνε σοσιαλιστής, η Ελλάδα απέκτησε «ανεξάρτητη» διεθνή φωνή, μια νέα τάξη αναδύθηκε απ` το πουθενά, και οι ρεμούλες έγιναν κανόνας. Η χαρά του αφισοκολλητή. Το βασίλειο της συνδικαλιστικής αυθαιρεσίας. Όπως και της φτηνής ρητορικής. «Έξω οι βάσεις του θανάτου», «Ζήτω η Λιβύη», μελετήστε το «πράσινο βιβλίο» του Καντάφι, και άλλα πολλά παρόμοια. Ώσπου ήρθε το τέλος. Τα αναπόφευκτα σκάνδαλα οδήγησαν σε ειδικά δικαστήρια, ψευδεπίγραφους κήνσορες, και στο «Τσοβόλα δώστα όλα», και από κει πάνε κι'άλλοι.


Την  δεκαετία του '90  που ακολούθησε, τα κεφάλια μπήκαν κάπως μέσα, αλλά τότε ήταν που ανδρώθηκαν τα πραγματικά λαμόγια. Τα σκυλάδικα γνώρισαν πιένες. Η Λιάνη ήταν απλά η κορυφή του παγόβουνου. Πίσω της υπήρχε μια ολόκληρη συνομοταξία πεινασμένων και συνάμα αγριεμένων ασύδοτων. Με το χαμόγελο της Κολυνός. «Σοσιαλιστικά» βαμπίρ. Μαζεύοντας όμως γύρω τους και τη πλέμπα. Και έτσι είδαμε το μοναδικό φαινόμενο, η κάθε γειτονιά να έχει και από μια ΕΛΔΕ, όπως κάποτε είχε από μια ντισκοτέκ. Χαμός στο ίσιωμα.


Κόσμος και κοσμάκης καταχρεώθηκε για να μπορεί να γίνει «παίκτης». Χα και πάλι χα. Κάποιοι όμως ανησυχούσαν από τότε. Είχαν υπόψη τους τη λευκή βίβλο της ΕΟΚ, που ελάχιστη της δόθηκε δημοσιότητα.


Την  δεκαετία του '00, που ήλθε το ευρώ. Στην αρχή χαρήκαμε, καθότι
αισθανθήκαμε Ευρωπαίοι. Το χρόνιο όνειρο της ψωροκώσταινας. Μέχρι που συνειδητοποιήσαμε πως το ευρώ, που είχε κλειδώσει στις 340 δραχμές, ισοδυναμούσε με το παλιό κατοστάρικο. 


Κάποτε αγοράζαμε το φραπέ 140 δραχμές και σκοτωνόμασταν με τον σερβιτόρο για τα ρέστα από τις 150. Τώρα έφτασε το φραπέ στα 5 ευρώ και αισθανόμαστε γύφτοι αν δεν αφήσουμε 1? πουρμπουάρ (340 δραχμές παρακαλώ).


Παρόλα αυτά, λίγο τα ευρωπαϊκά πακέτα, λίγο η Ολυμπιάδα, λίγο η τραπεζική απελευθέρωση της δανειοδότησης, λίγο η στρεβλή ανάπτυξη, λίγο η
kαρακατσουλίστικη τιβί μας, και γίναμε όλοι μπρούκληδες.
Πήξαμε να βλέπουμε
BMW και Μερτσέντες αγορασμένες με 136 άτοκες(!) δόσεις.


Γεμίσαμε από χάϊδες τυπάδες και αισθησιακές μοντέλες (όλες ξανθιές)
γκλαμουράτες. Εκεί που κάποτε βλέπαμε μόνο μουσάτους αγωνιστές, και αξύριστες κνίτισες, γεμίσαμε από τεκνά και σεξοβόμβες. 50 τηλεοπτικά κανάλια η Νέα Υόρκη; 150 εμείς.
Home Cinemas, Pentium, Playstation, lap tops, flat screen 42 inch HD TV's, και πάει λέγοντας. Όχι παίζουμε. Και νάσου Ολυμπιάδα σούπερ φαντεζί, και νάσου ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, και πίσω και σας φάγαμε κουφάλες λιγούρηδες Ευρωπαίοι. Ελλάδα ρε..


Ναι, αλλά ήρθε πλέον και η ώρα του λογαριασμού. Με πορδές αυγά δεν βάφονται.
Η αιώνια σοφία του απλού λαού επαληθεύτηκε για μια ακόμη φορά.
Όλα ήταν σικέ. Τεράστιο το έλλειμμα, τεράστιο το δημόσιο χρέος, και πάπαλα οι ντεμέκ σωτήρες πολιτικοί μας. Ανθρωπάκια και αυτοί, που ψάχνουν να κάνουν τη καλή τους με καμιά γρηγοράδα. Και μετά μην τους είδατε, μην τους απαντήσατε. 


Πάντα φταίνε οι προηγούμενοι. Και νάμαστε ξανά μανά, εσείς και
εγώ, οι μέσοι Έλληνες δηλαδή, ενώπιοι ενωπίω του ΔΝΤ και του κάθε Τρισέ.
Της σκληρής πραγματικότητας.
Και ξαφνικά έντρομοι συνειδητοποιούμε, πως τελικά οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι δεν μας πολυπάνε. Ήταν όλα μια αυταπάτη.


Τους αρέσουν τα τζατζίκια και οι παραλίες μας, αλλά πέραν τούτων ...
τίποτα. Μας απεχθάνονται και μας θεωρούν τσαμπατζήδες και απατεώνες. Και ο κύκλος κλείνει.


Μας βλέπω ξανά με λαχανί
Zastava και πειραγμένα Lada (με 6 προβολείς ομίχλης) να κάνουμε κόντρες στις παραλιακές. Αν φυσικά υπάρχουν χρήματα για βενζίνη. Αλλιώς υπάρχουν και τα παπάκια (με φωσφοριζέ ζάντες) για τα τρελά γούστα.


Το
ride είναι over, που λένε και οι Αμερικάνοι σύμμαχοί μας. Το ελληνικό λούνα παρκ τελείωσε. Εκτροχιάστηκε, όπως στις ταινίες με το δαιμονισμένο τρενάκι του τρόμου. Ήταν όμως εντυπωσιακό όσο κράτησε. Και όσοι το πρόλαβαν το απόλαυσαν.


Οι υπόλοιποι ας πρόσεχαν. Γεννήθηκαν αργά..!!!


Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Σελήνη και το Ταξίδι των Ψυχών (από τον Πλούταρχο)



Το πρόσωπο της Σελήνης τρομοκρατεί τις ψυχές, αναφέρει  ο Πλούταρχος λέγοντας  πως αυτό που βλέπουν οι ψυχές όταν αφήνουν το σώμα πίσω στη Γη δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα βάθος/κοίλωμα, το μεγαλύτερο μάλιστα από αυτά που αποκαλούν και μυχό της Εκάτης.  Στο μέρος αυτό, αναφέρει ο Πλούταρχος τιμωρούνται και παίρνουν εκδίκηση οι ψυχές για όσα υποστούν ή πράξουν. Ας δούμε πώς περιγράφει ο Πλούταρχος αυτό το σημείο:

«Τις φοβίζει [ψυχές] όμως και το αποκαλούμενο πρόσωπο, όταν φθάνουν κοντά, που είναι βλοσυρό και τρομακτικό να το βλέπεις. Ωστόσο στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε, αλλά, όπως ακριβώς η δική μας η γη διαθέτει κόλπους βαθείς και μεγάλους … έτσι και τούτα είναι τα βάθη της σελήνης και τα κοιλώματα. Από αυτά το μεγαλύτερο αποκαλούν μυχό της Εκάτης, όπου τιμωρούνται και παίρνουν εκδίκηση οι ψυχές για όσα τυχόν υποστούν ή πράξουν. Και δύο μεγάλες από αυτές ονομάζονται πύλες και από μέσα τους περνούν οι ψυχές, η μια προς τη μεριά της σελήνης που βλέπει προς στον ουρανό, την άλλη προς τη μεριά που βλέπει προς τη γη.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 944c)



Ας δούμε, όμως, από την αρχή πώς περιγράφει ο Πλούταρχος το ταξίδι αυτό των ψυχών. Στην ιστορία αυτή ο αναγνώστης θα διαπιστώσει πάρα πολλές ομοιότητες με τις ιδέες του Πλάτωνα και συγκεκριμένα με το τρόπο που παρουσιάζεται η ψυχή στο έργο του Τιμαίος.
Και για τους δύο συγγραφείς ο άνθρωπος αποτελείται από τρία μέρη: τον νου (πνεύμα), την ψυχή και το σώμα όπου προχέρχονται ή δίνονται στον άνθρωπο αντίστοιχα από τον Ήλιο, τη Σελήνη και τη Γη. Δεν θα πρέπει να θεωρείται ο νους σαν το μέρος της ψυχής, όπως θεωρείται η ψυχή σαν μέρος του σώματος. Στον Τιμαίο η ψυχή έχει ένα θνητό και ένα αθάνατο κομμάτι: στο μεν πρώτο κατοικεί το θυμοειδές και το επιθυμητικόν και στο αθάνατο κατοικεί το λογιστικόν. Για τον Πλούταρχο ο νους (πνεύμα) είναι ανώτερος και πιο θεϊκός από την ψυχή για όσο βρίσκεται η ψυχή στο σώμα. Η ανάμειξη της ψυχής και του σώματος δημιουργεί αίσθηση, ενώ η σύνοδος του νου και της ψυχής τον λόγο. Όλα αυτά τα αναφέρουμε γιατί κεντρικό θέμα της ιστορίας του Πλουτάρχου σχετικά με το ταξίδι των ψυχών στη Σελήνη έχει να κάνει με τον Διπλό Θάνατο.

«Όσο για το θάνατο που πεθαίνουμε, ο ένας [πρώτος θάνατος] κάνει τον άνθρωπο αντί για τρία [νους-ψυχή-σώμα] να αποτελείται από δύο στοιχεία· ο άλλος [θάνατος] αντί για δύο να αποτελείται από ένα. Ο πρώτος γίνεται στη γη της Δήμητρας [επίγειος θάνατος]…, μέσα σε αυτή γίνεται το μυστήριο και τους νεκρούς Δημήτρειους ονόμαζαν παλιά οι Αθηναίοι. Ο άλλος θάνατος γίνεται στη Σελήνη της Φερσεφόνης [Περσεφόνης]. Συνοικος της μίας είναι ο χθόνιος Ερμής, της άλλης ο ουράνιος. Λύνει όμως η Γη γρήγορα και με βία την ψυχή από το σώμα, ενώ η Φερσεφόνη μαλακά και επί μεγάλο χρονικό διάστημα λύνει τον νου από την ψυχή, για αυτό το λόγο έχει αποκληθεί και μονογενής, γιατί μένει μόνο του το καλύτερο μέρος του ανθρώπου, καθώς διαχωρίζεται από αυτήν.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 943a-c)

 Στο κομμάτι, λοιπόν αυτό είναι ξεκάθαρο ότι ο Πλούταρχος αναφέρεται στο διπλό θάνατο του ανθρώπου και στο πόσο διαφορετικά αυτοί συμβαίνουν. Στη συνέχεια περιγράφονται με αρκετές λεπτομέρειες τι συμβαίνει στις ψυχές μέχρι να έρθει ο δεύτερος θάνατός τους. Είναι αρκετά αξιοσημείωτο ότι για τον Πλούταρχο δεν έχουν όλες οι ψυχές αυτό που ονομάζει νου-πνεύμα, ή όπως θα λέγαμε θεϊκό σπινθήρα. Το πιθανότερο είναι να αναφέρεται σε αυτό που ονομάζουμε έμψυχα και άψυχα όντα, έμψυχοι και άψυχοι άνθρωποι. Αυτό που ακολουθεί είναι μία καταπληκτική περιγραφή της «ενεργειακής απογύμνωσης της ψυχής κατά επίπεδα.»

«Καθένας από αυτούς τους διαχωρισμούς (νου-ψυχής) επιτυγχάνεται κατά φύση με τον τρόπο αυτό: κάθε ψυχή, τόσο χωρίς όσο και με νου, όταν βγει από το σώμα, είναι ορισμένο από την ειμαρμένη να πλανηθεί στην περιοχή μεταξύ Γης και Σελήνης για ορισμένο διάστημα—όχι ίσο· αλλά οι άδικες και οι ακόλαστες ψυχές πληρώνουν για τα αδικήματά τους, ενώ οι άλλες όσο για να εξαγνιστούν, και, σαν να ήταν χαλασμένος ατμός, να εκπνεύσουν τα μιάσματα που προέρχονται από το σώμα, στο πιο γαλήνιο μέρος του αέρα που το αποκαλούν «τα λιβάδια του Άδη,» πρέπει να μείνουν για ορισμένο χρονικό διάστημα.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 943c)
  


Σε αυτό θα λέγαμε το μεσοδιάστημα, οι ψυχές πριν φθάσουν στη Σελήνη έχουν την ψευδαίσθηση της κίνησης και ζουν σε μία εικονική πραγματικότητα νιώθοντας ανάμεικτα συναισθήματα. Ο Πλούταρχος χρησιμοποιεί την εικόνα της θάλασσα και των κυμάτων για να αποδώσει το νόημα αυτό:

«Εκεί σαν να επαναφέρονται στην πατρίδα από την ξενιτιά της εξορίας γεύονται χαρά παρόμοια με εκείνη που νιώθουν όσοι μυούνται στα μυστήρια, συνδυασμένη με ελπίδα γλυκιά αλλά ανακατεμένη σε μεγάλο βαθμό με ταραχή και έξαψη.» Πράγματι, πολλές είναι εκείνες τις οποίες σπρώχνει εκείνη και απομακρύνει με το κύμα, μολονότι έχουν ήδη πιαστή από τη Σελήνη, ορισμένες πάλι από τις εκεί βλέπουν να αναποδογυρίζουν και να καταποντίζονται, λες, πάλι σε βυθό.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 943d)

Μετά από αυτό μεσοδιάστημα αγκιστρώνονται οι ψυχές στη Σελήνη τις οποίες ο Πλούταρχος παρομοιάζει με ακτίνες, που όμως έχουν φωτιά στην ψυχή που ελαφραίνει και πηγαίνει προς τα πάνω.

Εκτός από το πρόσωπο της Σελήνη που όπως αναφέραμε πιο πάνω τρομοκρατεί τις ψυχές, ένα άλλο στοιχείο που έχει την ίδια επίδραση είναι η σκιά της και συγκεκριμένα η σκιά της Γης που πεφτει πάνω της σε εκλείψεις. Σε αυτή την περίπτωση αναφέρει ο Πλούταρχος οι ψυχές των αγαθών την παροτρύνουν να κινηθεί πιο γρήγορα ώστε να βγει έξω από τη σκιά γιατί όταν βρίσκονται κάτω από αυτήν δεν ακούν την μουσική του ουρανού, ή αλλιώς τη θεία αρμονία κατά τον Πλάτωνα.




Στην αντίθετη περίπτωση, οι ψυχές των αδίκων περνούν μέσα από τη σκιά με οδυρμούς και αλαλαγμούς και αυτός είναι ο λόγος όπου και οι περισσότεροι άνθρωποι συνηθίζουν να κάνουν θόρυβο χτυπώντας μέταλλα κατά τη διάρκεια των εκλείψεων για να κάνουν πάταγο εναντίον των φαύλων ψυχών. Είναι γνωστό ότι το χτύπημα των μετάλλων στην αρχαιότητα θεωρούνταν πως έχει τη δύναμη να αποτρέπει το κακό και γι’αυτό το λόγο γινόταν κατά τη διάρκεια των εκλείψεων ώστε να διώξει τα κακά πνεύματα που τις προκαλούσαν.

Κάποιες από αυτές τις ψυχές εκεί, που ο Πλούταρχος αποκαλεί δαίμονες κατεβαίνουν στη Γη για να φροντίσουν τα μαντεία και να παρευρίσκονται και να να λαμβάνουν μέρος στις ανώτατες οργιαστικές τελετές, αλλά και να βοηθούν και να προστατεύουν όσους αδικούνται, να σώζουν ανθρώπους στους πολέμους και στη θάλασσα. Όσοι όμως από αυτούς σφάλλουν, φυλακίζονται και πάλι σε ανθρώπινα σώματα, δηλ. ενσαρκώνονται και πάλι πριν έρθει ο δεύτερος θάνατος όπως στις άλλες ψυχές.

Και από το σημείο αυτό ο Πλούταρχος μέσα σε μία παράγραφο περιγράφει ακριβώς τι είναι αυτός ο δεύτερος θάνατος, μία αλλαγή όπως λέει σε άλλο τόπο προς το άριστο. Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από τον διαχωρισμό του νου από την ψυχή, που για άλλες ψυχές έρχεται νωρίς και για άλλες πιο αργά. Είναι η στιγμή εκείνη που η ψυχή όντας το περίβλημα του νου, του πνεύματος, του θεϊκού σπινθήρα τον ξετυλίγει για να γυρίσει αυτός πίσω στην πηγή του, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τον ήλιο.


«Την πετυχαίνουν [την αλλαγή] τώρα άλλοι νωρίτερα άλλοι αργότερα, όταν ο νους διαχωριστεί από την ψυχή. Διαχωρίζεται μέσω του έρωτα για την εικόνα στον ήλιο, με την οποία λάμπει και φαίνεται επιθυμητό, το ωραίο, το θεϊκό και το μακάριο, το οποίο κάθε φύση, η κάθεμιά με το δικό της τρόπο λαχταρά … Η ουσία όμως της ψυχής (τῆς ψυχῆς φύσις) μένει πάνω στη σελήνη, διατηρώντας κάποια ίχνη και όνειρα ζωής, για να το πούμε έτσι, και γι’αυτήν να θεωρείς ότι σωστά έχει λεχθεί το «ψυχή σαν όνειρο φτερούγισε και πέταξε.» Στην πραγματικότητα δεν το παθαίνει αμέσως, ούτε αφού αποχωριστεί από το σώμα, αλλά αργότερα, όταν μείνει έρημη και μόνη, αφού χωριστεί από τον νου.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 944f)

Με λίγα λόγια αυτός ο δεύτερος θάνατος είναι η επιστροφή του παγιδευμένου θεϊκού σπινθήρα στην αρχική του πηγή· είναι το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδίσουν όλοι όσοι τον διαθέτουν για να μην κάνουν πάλι το σφάλμα της ενσάρκωσης, να μην υποστούν άλλη μία γένεση, άλλη μία δημιουργία. Και η Σελήνη παίζει έναν καίριο ρόλο σε αυτό το διαχωρισμό της ψυχής από το νου, ώστε ο δεύτερος να ξεφύγει από τη φυλακή της δημιουργίας και να επιστρέψει πίσω στη θεία φλόγα, όπως οι ψυχές που διαθέτουν σωφροσύνη και πόθησαν ζωή φιλοσοφημένη και χωρίς σκοτούρες, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος. Όπως στη Γη γίνεται ο διαχωρισμός του σώματος από τα δύο άλλα μέρη, έτσι γίνεται και στη Σελήνη που αποτελεί το σύνορο για τη φυλακή των ψυχών. Ο αγώνας για την απελευθέρωση είναι αρκετά δύσκολος αφού:

«Από τις ψυχές που αγαπούσαν τις τιμές, τη δράση, από τις ψυχές που ερωτεύονταν τα σώματα και λειτουργούσαν με το θυμικό ορισμένες ζουν σε ύπνο βλέποντας για όνειρα ό,τι θυμούνται από τη ζωή. Αν όμως το άστατο και το επιρρεπές στα πάθη στοιχείο τις ξεσηκώνει και τις τραβάει από τη σελήνη προς άλλη γένεση, δεν τις αφήνει η σελήνη … αλλά τις καλεί πίσω και τις κρατάει με μάγια να γείρουν προς τη γη.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 945b)




Στο τέλος του διαλόγου αναφέρεται εν συντομία και η αντίστροφη διαδικασία, αυτή της γένεσης: ο ήλιος θερίζει τη ζωτική δύναμη, τον νου. Κατόπιν η Σελήνη τον σπέρνει και δημιουργεί νέες ψυχές και στο τέλος η Γη τις ντύνει με σώματα. Η μεγάλη διαφορά μεταξύ των τριών αυτών ουράνιων σωμάτων είναι οτι τόσο ο Ήλιος όσο και η Γη δίνουν κάτι, ενώ μόνο η Σελήνη δίνει και παίρνει μαζί και συνθέτει και διαιρεί ανάλογα με τις διαφορετικές της δυνάμεις. Σε όλη αυτή τη διαδικασία της γένεσης, οι τρεις Μοίρες σύμφωνα με τους αρχαίους παίζουν μεγάλο ρόλο:η Άτροπος εγκατεστημένη στον Ήλιο δίνει αρχή στη γένεση, η Κλωθώ που κινείται γύρω από τη Σελήνη συνδέει και αναμειγνύει, ενώ τελευταία γύρω από τη γη συμμετέχει στο έργο η Λάχεσις. Κλείνοντας ο Πλούταρχος αναφέρει πως το άψυχο είναι από μόνο του αδύναμο και επηρεάζεται από άλλα πράγματα. Ο νους-πνεύμα αντίθετα είναι ανεπηρέαστος και αυτοκράτωρ.

Γένεσις και Απογένεσις: Ο Πορφύριος (3ος αι. μΚΕ) στο έργο του Περί του εν Οδυσσεία των Νυμφών Άντρου (Σχετικά με το στην Οδύσσεια Σπήλαιο των Νυμφών) συνδέει το γεγονός της απογένεσις, δηλ. της ανύψωσης της ψυχής από τον υλικό κόσμο με τον ήλιο, και τη διαδικασία της γένεσις με την κάθοδο της ψυχής στον υλικό κόσμο την συνδέει με τη Σελήνη. Αναφέρει, όπως και άλλοι θεολόγοι αλλά και προγενέστερες παραδόσεις, ότι τόσο ο ήλιος όσο και η σελήνη αποτελούν τις δύο «πύλες» μέσα από τις οποίες γίνεται η ανύψωση και η κάθοδος της ψυχής αντίστοιχα.



Ανεξάρτητα από το πόσες σφαίρες ή στρώματα διασχίζει η ψυχή για να ανυψωθεί έξω από τη δημιουργία, η Σελήνη σε όλες αυτές τις παραδόσεις είναι το τελευταίο και κατώτατο όριο-φυλακή πριν τον κόσμο της ύλης. Καθώς είναι η ίδια ο τελευταίος σταθμός της καθόδου της ψυχής, η Σελήνη είναι αυτή που ολοκληρώνει και τη διαδικασία την ενσάρκωσης. Αυτό ακριβώς διαπραγματεύεται όπως είδαμε και τμήμα του έργου Περί του Προσώπου της Σελήνης. 

Για να καταλάβουμε όμως το ρόλο της Σελήνης στο θέμα της γένεσης ας πούμε λίγα πράγματα το κοσμολογικό σύστημα στην αρχαιότητα και τις διαιρέσεις του. Εκτός από το διαχωρισμό του κόσμου σε επτά ουράνιες σφαίρες που ήταν αρκετά δημοφιλής στους Ελληνιστικούς και Ύστερους αρχαϊκούς χρόνους, ο διαχωρισμός του σύμπαντος γινόταν και σε τρεις άλλες σφαίρες: την υλική ή γήινη, την αιθερική ή κοσμική και την νοητική ή υπερκοσμική. Υπό αυτή την οπτική αντί να υπάρχουν άρχοντες που να ελέγχουν αυτές τις σφαίρες, κάθεμιά τους βρισκόταν υπό την επιρροή της Γης, της Σελήνης και του Ήλιου αντίστοιχα.

Η Σελήνη σε αυτό το σύστημα αποτελεί το κατώτατο σύνορο της κοσμικής σφαίρας και έτσι ο υλικός κόσμος που βρίσκεται κάτω από τον ουρανό συχνά αναφέρεται σαν υπο-σελήνιος τον οποίο και ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό οι δυνάμεις της Σελήνης. Οι δύο αυτές διαφορετικές διαιρέσεις του κόσμου (επτά σφαίρες και η τριμερής διαίρεση) δεν ακυρώνουν η μία την άλλη, απλά δίνουν έμφαση σε διαφορετικά ουράνια σώματα.

Το πρόσωπο της Σελήνης στην αρχαία Κοσμολογία: Η Σελήνη σύμφωνα με τις πηγές φαίνεται να μας δείχνει δύο πρόσωπα όσον αφορά τις ψυχές: ένα ευσπλαχνικό και ένα τρομακτικό. Αυτό θα δούμε ότι έχει να κάνει με το πώς αξιολογείται σε κάθε περίπτωση η γένεση-δημιουργία σαν κοσμολογικό σύστημα, δηλαδή είτε θετικά είτε αρνητικά.
Το θέμα της ενσάρκωσης και συγκεκριμένα ο/οι λόγοι της καθόδου της ψυχής μέσα από τη γένεση-δημιουργία, εκούσια ή ακούσια απασχόλησε αρκετούς τους φιλοσόφους είτε πρόκειται για την κάθοδο μεμονωμένων ψυχών μέσα στον υλικό κόσμο της Δημιουργίας είτε πρόκειται για την αρχική κάθοδο της Ψυχής γενικότερα από τις ανώτερες σφαίρες στις κατώτερες. Σε κάθε περίπτωση η ενσάρκωση-παγίδευση της ψυχής στον κόσμο της ύλης σημαίνει ότι δεν συμμετέχει στην τελειότητα των υψηλότερων σφαιρών.

Αυτή η απώλεια της τελειότητας μεταφράζεται με πολλούς τρόπους και κάθε τρόπος δίνει μια διαφορετική κοσμολογική θεώρηση για τη φύση του υλικού κόσμου και τη γένεση της ψυχής μέσα σε αυτό. Οι φιλόσοφοι λοιπόν στο έργο τους φαίνεται να αξιολογούν την ενσάρκωση της ψυχής άλλωτε θετικά και άλλωτε αρνητικά, γεγονός που συνδέεται με το ευσπλαχνικό και το τρομακτικό πρόσωπο της Σελήνης αντίστοιχα.




Έτσι και ο ρόλος της Σελήνης στη Γένεση-Δημιουργία εξαρτάται άμεσα από την οπτική—θετική ή αρνητική—και την αξιολόγηση της ίδιας της Γένεσης-Δημιουργίας σαν ένα κοσμολογικό σύστημα. Η πιο απαισιόδοξη θέση θεωρεί αυτή την πτώση απλά καταστροφική. Η πιο αισιόδοξη άποψη υποστηρίζει ότι η κάθοδος της ψυχής και η δημιουργία στο υλικό σύμπαν είναι μέρος της αποκάλυψης της θείας έκφρασης για την ολοκλήρωση του κόσμου. Τώρα σκεφθείτε καλά και προβληματιστείτε τι και ποιους εξυπηρετεί η διάδοση αυτής της θέσης.

Η Καθοδος της Ψυχής και η Δημιουργία: Ενδεικτικό του αρνητικού ρόλου της Σελήνης είναι η απουσία της σε διάφορα τελετουργικά της αρχαιότητας που αφορούν στην ανύψωση της ψυχής, την απογένεση όπως την αποκαλούσαν. Για παράδειγμα, στην τελετουργική προετοιμασία για ένα ξόρκι αθανασίας που βρίσκεται στη λεγόμενη Λειτουργία του Μίθρα είναι έτσι προγραμματισμένη ώστε να αποφευχθεί η παρουσία της Σελήνης κατά τη διάρκεια της ανύψωσης του μάγου στους ουρανούς για να συναντήσει τον ύψιστο θεό, ο οποίος αναφέρεται σαν Ήλιος Μίθρας. Αν και στο ταξίδι αυτό προβλέπεται να συναντήσει θεούς άλλων πλανητών και άστρων δεν φαίνεται να βλέπει ποτέ μα ποτέ τη Σελήνη. Γιατί όμως να συμβαίνει αυτό; Γιατί πρέπει πάση θυσία σε όλη αυτή την τελετουργική προετοιμασία να αποφύγει την επιρροή της Σελήνης;

Όταν πρόκειται για την αρχαία κοσμολογία που αφορά τη γένεση-δημιουργία η παρουσία της Σελήνης είναι επικίνδυνη και βλαπτική. Το πρόσωπό της που βλέπει στη Γη συνδέεται με τη μανία και με την τρέλα. Ο Κλήμεντας Αλεξανδρείας αναφέρει πως ο Ορφέας αποκαλούσε τη Σελήνη και γοργόνειο λόγω του τρομακτικού της προσώπου, μία άποψη που όπως είδαμε μοιράζεται και ο Πλούταρχος. Το πρόσωπό της αποτελεί το είδωλο της Φύσης, την προσωποποίηση του υλικού κόσμου.

Για την αρχαιότητα η Σελήνη αποτελούσε την μητέρα των δαιμόνων του κόσμου, εκεί που κατοικούν τα κακά πνεύματα. Όταν κάποιος την κοιτάει ή την καλεί με τα ονόματα που τις αποδίδονται τότε φέρνει τις δυνάμεις της γένεσης, με άλλα λόγια εκείνες τις δυνάμεις που δένουν την ψυχή στο σώμα, εκείνες τις δυνάμεις που κρατούν τον άνθρωπο φυλακισμένο στη δημιουργία. Η Σελήνη δεν αποτελεί το σκαλοπάτι ή το μέσο για την ανύψωση, αλλά μία επικίνδυνη δύναμη της οποίας κάθε επίκληση πρέπει να αποφευχθεί καθώς μόνο οι θετικές δυνάμεις μπορούν να απελευθερώσουν την ψυχή από τη μαύρη ύλη.

Αυτό που είναι σημαντικό για το διαχωρισμό του σύμπαντος στις διαφορετικές αυτές σφαίρες ή στρώματα βρίσκεται στην αντίληψη ότι η ψυχή ακολουθεί μία πορεία καθόδου μέσα από αυτές για να ενσαρκωθεί μέσα στον κόσμο της ύλης μέσα από την διαδικασία που ονομάζουμε Γένεση, ή διαφορετικά Δημιουργία. Σύμφωνα με την αρχαία κοσμολογία από κάθε στρώμα που περνάει η ψυχή στην πορεία της ενσάρκωσής της αποκτά και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά από την κάθε αντίστοιχη σφαίρα επιρροής. Η Σελήνη, λοιπόν με τη σειρά της γίνεται η πύλη δια μέσου της οποίας πραγματοποιείται η Γένεση και διαχωρίζονται τον θνητό-φθαρτό κόσμο από τον αθάνατο.

Για εκείνους όμως που θέλουν να ανυψωθούν στόχος είναι να υπερκεράσουν το ίδιο το εμπόδιο της Σελήνης, δηλαδή την ίδια την εκπρόσωπο της Γένεσης που φυλακίζει τις ψυχές όταν επέρχεται ο φυσικός θάνατος. Μάλιστα, όπως ανέφερε και ο Πλούταρχος αυτό δεν αρκεί από μόνο του καθώς χρειάζεται η ψυχή να πεθάνει για δεύτερη φορά πριν ακόμα πάρει το δρόμο της για ακόμα μία ενσάρκωση στον κόσμο της ύλης. Κάποια γνωστικά συστήματα αναφέρουν την παρουσία μία σειρά αρχόντων σε διάφορες βαθμίδες που συνομωτούν για να κρατήσουν την αδαή ψυχή στον υλικό κόσμο, παίρνοντας διάφορες μορφές κατά την άνοδο της ψυχής προς την απογένεση.




Ανάμεσα σε αυτούς τους θεούς ή δαίμονες συναντάμε την Περσεφόνη και την Εκάτη σαν την προσωποποίηση της ίδιας της Σελήνης που ρυθμίζει τον υλικό κόσμο και είναι η δύναμη που συγκρατεί τις ψυχές κλειδωμένες στον σκοτεινό κόσμο της ύλης.


© Stavroula Xoxlidaki, 

 Σύνδεσμος στην πηγή


Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

Συνέσιος της Κυρήνης, ο Έλληνας - Χριστιανός

“Το βύθισμα εντός του «αιωνίου» είναι το τέλος της φιλοσοφίας, όπως ακριβώς το τέλος της θρησκείας είναι το βύθισμα εντός των μυστηρίων”.
Πλούταρχος


Ο Συνέσιος, υπήρξε νεοπλατωνικός Φιλόσοφος, συγγραφέας, αλλά και επίσκοπος Πτολεμαΐδας. Γεννήθηκε το 370 μ.Χ. στην Πεντάπολη της Κυρηναϊκής. Ήταν γόνος "Εθνικής" οικογένειας αναγόμενος από το γένος των Ηρακλειδών. Αφού έλαβε βασική μόρφωση μετέβη με τον αδελφό του, Ευοπτίο, στην Αλεξάνδρεια όπου μαθήτευσε στην νεοπλατωνική φιλόσοφο Υπατία, την οποία σε όλο τον βίο του τιμούσε.

Τον 4ο αι. ο Χριστιανισμός κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος απέναντι στην «παλαιά θρησκεία». Η νέα θρησκεία έχει σταδιακά ενσωματώσει τον πολιτισμό και τα ιδανικά του ρωμαϊκού κόσμου και έχει ήδη βρει έναν τρόπο συνύπαρξης με τον προϋπάρχοντα πολιτισμό. Στην σχολή της Αλεξάνδρειας στα τέλη του 4ου αι. εκπροσωπείται από τον Θέωνα και την κόρη του Υπατία. Παρά τον βίαιο θάνατο της Υπατίας και τις συχνές συγκρούσεις μεταξύ ειδωλολατρών και χριστιανών, η στάση της σχολής απέναντι στο χριστιανισμό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί εχθρική και ανάμεσα στους μαθητές της Υπατίας συνυπάρχουν και διαλέγονται χριστιανοί και ειδωλολάτρες.

Μέσα σε αυτό το πνευματικό κλίμα ανατρέφεται και μορφώνεται ο Συνέσιος και ενώ άλλοι στρέφονται στη θεουργία, ο ίδιος εκχωρεί στον χριστιανισμό τον ρόλο της σωτηρίας που οι ύστεροι νεοπλατωνικοί εκχώρησαν στη θεουργία. Ο Συνέσιος  σε μία τέτοια μεταβατική  και συγκεχυμένη περίοδο, μάλλον προσπάθησε να συνενώσει τη νεοπλατωνική φιλοσοφία με τη χριστιανική διδασκαλία επικεντρώνοντας τη σκέψη του περισσότερο στα κοινά και λιγότερο στις διαφορές.

Το  399 εστάλη αρχηγός πρεσβείας της Πενταπόλεως στην Κων/πολη ώστε να πείσει τον αυτοκράτορα Αρκάδιο να μειώσει τους φόρους και να του προσφέρει χρυσό στεφάνι. Μετά από ένα έτος αναμονής κατάφερε να δει τον αυτοκράτορα όπου του εκφώνησε τον «περί βασιλείαν λόγον» όπου συνιστούσε σε αυτόν να είναι κοινός, αγαθός, εραστής της φιλοσοφίας και της αληθινής παιδείας. Το 402 μ.χ γύρισε στην πατρίδα του.

Μετά από λίγο καιρό επισκέφθηκε την Αθήνα όπου απογοητεύθηκε διότι δεν εύρε «ουδέν σεμνόν αλλά ή τα κλεινά των χωρίων ονόματα» και αντί σοφών «μελιττουργούς, περιφερόμενους με τα εξ Υμηττού σταμνία» (επιστ. 135).
Επανήλθε στην Αλεξάνδρεια όπου νυμφεύθηκε το 403 μ.χ μια Χριστιανή, αποκτώντας τρία τέκνα τα οποία αργότερα έχασε.

Το 404 μ.Χ. αποσύρθηκε σην Κυρηναϊκή με την γυναίκα του όπου ζούσε ήρεμα σε αγρόκτημα ασχολούμενος με την φιλοσοφία την ποίηση και την ρητορική όπως και με την κηπουρική, το κυνήγι τα όπλα και τα άλογα. Στενοχωριόταν όμως διότι δεν εύρισκε ανθρώπους να ενδιαφέρονται για ψηλότερα ζητήματα «της ηχούς μη αντιφθεγομένης ημίν» (επιστ. 100). Εκεί συνέγραψε διάφορα συγγράμματα ορισμένα από τα οποία σώθηκαν.

Λόγω του ήθους και της μόρφωσής του αλλά και της ευγενικής του καταγωγής, όταν το 409 μ.χ, πέθανε ο επίσκοπος Πτολεμαΐδας ο λαός τον ήθελε ως διάδοχο του. Ο Συνέσιος μάταια διαμαρτύρονταν ότι ήταν ανάξιος λόγω των προσόντων που απαιτούνταν.

Διεμήνυσε μάλιστα εις τον Θεόφιλο ότι επ’ ουδέν λόγο ήταν διατεθειμένος να αφήσει την σύζυγό που ο Θεός, ο νόμος και το ιερό χέρι του Θεόφιλου του έδωσαν ώστε να αποδεχθεί Χριστιανικά δόγματα που αντίκειται εις τα φιλοσοφικά του περί προϋπάρξεως ψυχών, αιωνιότητας κόσμου και μη ανάστασης σαρκός διότι θεωρούσε δύσκολα, αν όχι αδύνατον, «τα δ’ επιστήμης εις απόδειξιν ελθόντα δόγματα σαλευθήναι». Ναι μεν αναγνώριζε ότι η πλήρη αλήθεια θα ήταν δυνατό να βλάψει τα πλήθη όπως το απόλυτο φως τυφλώνει τον ασθενή οφθαλμό και γι'αυτό θα σέβονταν τις πεποιθήσεις των πολλών «τα μεν οίκι φιλοσόφων, τα δ΄ έξω φιλομύθων» αλλά δεν θα δίδασκε θεωρίες στασιάζοντας την γλώσσα του έναντι στην γνώση του. Τα λόγια που είπε έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον...

«Η φιλοσοφική νοημοσύνη, ενώ κοιτάει προς την αλήθεια, παραδέχεται την ανάγκη να ψεύδεται. Το φως έχει να κάνει με την αλήθεια, αλλά το μάτι έχει περιορισμένη όραση και δεν μπορεί να κοιτάξει κατευθείαν στο φως χωρίς να τραυματισθεί. Καθώς το μισόφωτο είναι πιο υποφερτό για το μάτι, έτσι πιστεύω, είναι και το ( ωφέλιμο ) ψέμα για τους απλούς ανθρώπους.
Η αλήθεια βλάπτει εκείνους που δεν μπορούν να κοιτάξουν προς την πραγματικότητα. Εάν οι κανονισμοί της ιεροσύνης μου επιτρέπουν να διατηρήσω μία τέτοια θέση, τότε δέχομαι την χειροτόνηση, εφόσον μπορώ να κρατώ την φιλοσοφία μου ως ιδιωτική υπόθεση στο σπίτι μου και να κηρύττω παραμύθια όταν βρίσκομαι έξω».

Παρ’ ταύτα ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας Θεόφιλος, προς τον οποίο ο Συνέσιος διεμήνυσε τις παραπάνω επιφυλάξεις του, ακούγοντας τις παρακλήσεις του λαού καθώς «προς την άλλην του ανδρός καλοκαγαθίαν και του καθαρού του βίου» χειροτόνησε επίσκοπο Πτολεμαΐδας και μητροπολίτη Πενταπόλεως το 410 μ.Χ., αν και  αμφισβητείται εάν ήταν βαπτισμένος Χριστιανός! 

Η διδασκαλία περί των θείων υποστάσεων είναι ασαφής στο Συνέσιο. Επιχειρεί να μιλήσει για τον Θεό στηριζόμενος στην ελληνική φιλοσοφία και χρησιμοποιώντας την τρέχουσα φιλοσοφική γλώσσα και ορολογία. Τα σχήματα και τα φιλοσοφικά αποφθέγματα του είναι τις περισσότερες φορές δάνεια από την φιλοσοφική παράδοση, που παραμένει ζωντανή μέσα στο όχημα του νεοπλατωνισμού. Ο Συνέσιος μας δίνει τη σχέση της ύψιστης θεότητας με την τριάδα, η μονάδα διαχέεται και σχηματίζει ενότητες, τριάδες και απλότητες. Όλα αυτά προέρχονται από την αρχική τριάδα και επιστρέφουν σ’ αυτήν.Ο Συνέσιος ταυτίζει την νεοπλατωνική τριάδα...με την χριστιανική τριάδα.

«Υμνώ σε, μονάς, υμνώ σε, τριάς: μονάς ει τριάς ών, τριάς ει μονάς ών. νοερά δε τομά ασχιστον έτι τό μερισθέν έχει».

O Συνέσιος  επηρεασμένος  εμφανώς από τον Πλάτωνα, πως ότι το ιδανικό ζητούμενο είναι να βρίσκεται η εξουσία στα χέρια ενός προσώπου που ταυτόχρονα όμως είναι βασιλεύς και φιλόσοφος. Ο βασιλιάς αντλεί την εξουσία του από τον ίδιο τον Θεό, ενεργεί κατά μίμηση Εκείνου και μεριμνά για τους υπηκόους του. Με τον τρόπο αυτό η εξουσία του «μεταφέρει» τη θεία πρόνοια στα γήινα πράγματα λειτουργώντας ως κατάβαση. 

Παράλληλα η φιλοσοφία συντελεί ώστε ο άνθρωπος να προσεγγίσει το θείον, λειτουργεί δηλαδή ως ανάβαση στη θεωρία. Κατά συνέπεια οι δύο αυτές εξουσίες λειτουργούν συμπληρωματικά. Από τη μια δηλαδή η προνοιακή παρέμβαση του θείου και από την άλλη η οντολογική ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής να επιστρέψει στο αρχικό της βασίλειο συναντιούνται.

Σε μια ιδανική πολιτεία στο πρόσωπο του βασιλέα φιλόσοφου θα ολοκληρωνόταν αυτή η ένωση, τώρα όμως που αυτό δεν φαίνεται εφικτό έρχεται το αξίωμα του επισκόπου να επιτελέσει αυτό το καθήκον, να ενώσει τις δύο φαινομενικά διακριτές εξουσίες. Ο επίσκοπος για τον Συνέσιο συνενώνει στο αξίωμά του την κατάβαση του Θεού και την ανάβαση του ανθρώπου. Με τον τρόπο αυτό ο φιλόσοφος-βασιλέας του Πλάτωνα γίνεται φιλόσοφος-επίσκοπος. 

Ο Συνέσιος αντιμετωπίζει τον εαυτό του όχι μόνο ως πνευματικό αλλά και ως κοσμικό ηγέτη, έτσι ερμηνεύεται η φράση του «Οτε φιλοσοφίαν πολίτευτος προελόμενος, καί τς φιλανθρωποτάτης θρησκείας ναγούσης ες θος φιλόκοινον πήκουσά τε καλούμενος φ’ μν»..


Μοναχοί και φιλόσοφοι έχουν κατά τον  Συνέσιο τον ίδιο στόχο, την προσέγγιση της αλήθειας, διαφοροποιούνται όμως ως προς τον τρόπο ή τη μέθοδο που χρησιμοποιούν. Ο Συνέσιος δεν στρέφεται εδώ εναντίον του μοναχισμού, αλλά εναντίον όλων εκείνων που θεωρούν ότι μόνον οι ίδιοι κατέχουν την αλήθεια και επαίρονται για τις γνώσεις τους .

Ο  Συνέσιος ως γνήσιος μαθητής της Υπατίας χρησιμοποιεί ένα γεωμετρικό σχήμα για να απεικονίσει τον κόσμο. Σφαιρικός, όπως και στον Πλάτωνα, ακέραιος και πλήρης ο κόσμος ορίζεται από ένα κέντρο από το οποίο πηγάζουν τα πάντα και στο οποίο επιστρέφουν τα πάντα. Στο κέντρο το Έν, το Θείον, ακίνητο και αμετάβλητο αποτελεί την αρχή και την πηγή όλων «περούσιος τέ παγά στέφεται κάλλεϊ παίδων πό κέντρου τέ θορόντων, περί κέντρου τέ υέντων» .

Ο κόσμος στο έργο του Συνέσιου διέπεται από μία αυστηρή ιεραρχία. Στο κατώτατο επίπεδο, στο τελευταίο στάδιο της δημιουργίας, βρίσκεται η ύλη, η γήινη πραγματικότητα, η οποία σε αντίθεση με τα ανώτερα όντα χαρακτηρίζεται από περιπλοκότητα.

Ο κόσμος στα έργα του Συνέσιου αποτελείται από επιμέρους τμήματα που συνδεόμενα μεταξύ τους και αλληλοεξαρτώμενα, συνιστούν μία ενότητα. «Σοφό» αποκαλεί ο Συνέσιος αυτόν που κατανοεί τη σχέση που διέπει αυτά τα επιμέρους τμήματα και διασαφηνίζει το είδος αυτής της σχέσης παραλληλίζοντάς την με τη συγγένεια των μερών του ανθρώπινου σώματος. Στην Επιστολή 105 απορρίπτει την άποψη που θέλει τον κόσμο και τα μέρη του να καταστρέφονται κάποια στιγμή. Υιοθετεί δηλαδή μια αρνητική θέση δηλώντας έμμεσα ότι θεωρεί τον κόσμο αιώνιο. Δεν δηλώνει όμως απερίφραστα την πίστη του σε έναν αιώνιο αδημιούργητο κόσμο και δεν μπορούμε με βεβαιότητα να υποστηρίξουμε ότι δέχεται την αϊδιότητα του κόσμου .

Αν λάβουμε όμως υπόψη μας ότι όλα αυτά διαμηνύονται στον Θεόφιλο και ότι αμέσως μετά ο Συνέσιος γράφει ότι, όταν γίνει επίσκοπος, δεν θα διδάσκει με βάση τις φιλοσοφικές του απόψεις οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι οι πεποιθήσεις του μάλλον αποτελούν ένα είδος προσπάθειας να συνδέσει το χριστιανικό δόγμα περί δημιουργού Θεού με την κλασική επιστημολογία και τις φιλοσοφικές καταβολές της σκέψης του.

Η ύλη στα έργα του Συνέσιου παρουσιάζεται ως δέσμευση, ως βάρος, ως οδύνη, ως κάτι που εμποδίζει ή δυσχεραίνει την προσέγγιση του θείου, γι’ αυτό ικετεύει τον Θεό να δείξει έλεος για την ψυχή που είναι δεμένη σε μέλη θνητά και υπόκειται, λόγω της σύναψής της στο θνητό ανθρώπινο σώμα, στους νόμους της ύλης. Για τον ίδιο λόγο μακαρίζει εκείνον που κατόρθωσε να «αποφύγει τους ψυχοφθόρους βρυχηθμούς της ύλης». Η ύλη με μέσα δόλια και με τεχνάσματα καθιστά τον άνθρωπο δούλο της και έτσι ενώ εκείνος κατέρχεται στην γη για να υπηρετήσει τον Θεό μετατρέπεται σε υπηρέτη της ύλης. Διάκειται εχθρικά προς την ψυχή και εξαπατά τον άνθρωπο, όπως η Πανδώρα τον Επιμηθέα..

Η ύψιστη όλων αρχή για τον Συνέσιο είναι ο Θεός. Ο Θεός είναι η πρώτη προερχόμενη από τον εαυτό της αρχή, ο αγέννητος και αΐδιος πατέρας, ο κυβερνήτης και ο προστάτης των πάντων, είναι η πρώτη μονάδα, η μονάδα των μονάδων, η αρχή των αρχών, η ρίζα των ριζών, η πηγή των πηγών και το σπέρμα των πάντων. Αυτή η αρχή, υπεράνω όλων, βρίσκεται «πέκεινα θεν καί πέκεινα νόων». Αυτό το Έν παρουσιάζεται «ήρεμο και ακίνητο» στα υψηλά του ουρανού, όπου εν ηρεμία και ακινησία «θαάσσει».

Το θείον μένει ακίνητο στην ηρεμία και την ενότητα του εαυτού. Αυτή η ενότητα και η ακινησία παραμένει πάντα αναλλοίωτη και ακόμη και μετά την γέννηση του Υιού ο Θεός μένει ένας, απλός, ενωμένος, αμέριστος και άτμητος. Εκχέεται ως ρίζα και δημιουργεί τις ρίζες των φυτών αλλά είναι και ο ίδιος ρίζα, γεννά και  παραμένει ενωμένος και αναλλοίωτος, ένας, αμερής και απαθής. 

Κατά τον Φ. Βαφείδη είναι εδώ εμφανές ένα είδος πανθεϊσμού, δυναμικού όμως και όχι ουσιώδους, δηλ. εκχέεται το θείον παντού και βρίσκεται παντού αλλά όχι κατ’ ουσίαν, δεν είναι η ουσία που απορρέει στον κόσμο αλλά οι δυνάμεις του
Ο υπερβατικός Θεός περιβάλλεται από σιγή και είναι ασύλληπτος από την ανθρώπινη διάνοια, έτσι τον αποκαλεί άγνωστο και άρρητο πατέρα και στο Περί Βασιλείας διευκρινίζει ότι δεν μπορούμε να αποδώσουμε στο Θεό ιδιότητες, χαρακτηρισμούς και ονόματα: 

«Οδέν οδαμ πω πέφηνεν νομα τς οσίας πτόμενον το θεο, λλ’ τευκτοντες ατο τς μφάσεως νθρωποι, διά τν π’ ατο ψαύειν θέλουσιν ατο. κν πατέρα, κν ποιητήν, κν τιον επς, κν ρχήν, κν ατιον, τατα πάντα σχέσεις εσίν ατο πρός τά παρ’ ατο».

Ο Χριστός στους ύμνους του Συνέσιου είναι ο Υιός του Θεού που γεννήθηκε επέκεινα του χρόνου. Παράλληλα είναι ο κτίστης, ο κυρίαρχος των πάντων και ο σωτήρας των ανθρώπων. Εμφανίζεται να επιτελεί κοσμολογική λειτουργία και να κυβερνά τον κόσμο ως νους του Πατρός, ως «μεσσοπαγής νος». Είναι η σοφία του πατρικού νοός, είναι η λάμψη του κάλλους, είναι το κρυφό σπέρμα του Πατρός που επιφορτίζεται από τον Πατέρα να δώσει στα σώματα μορφές Είναι η ρίζα που προήλθε από την πρώτη ρίζα (τον Πατέρα) για να γίνει στη συνέχεια η ρίζα των πάντων. Εμφανής παρουσιάζεται εδώ η επίδραση των χαλδαϊκών λογίων σύμφωνα με τα οποία τα πάντα δημιουργήθηκαν από τον Πατέρα και στην συνέχεια παραδόθηκαν στο νου Αξιοσημείωτο είναι ότι παραλείπεται η σταύρωση.

Ο Συνέσιος φαίνεται να αντιμετωπίζει την ενσάρκωση με τρόπο μάλλον νεοπλατωνικό. Ο Χριστός προσλαμβάνει το ανθρώπινο σώμα όπως η νεοπλατωνική ψυχή, η οποία ως μέρος της κοσμικής ψυχής, συνάπτεται στο σώμα. Με αυτόν τον τρόπο κατέρχεται στη γη και στη συνέχεια κατεβαίνει στον Άδη, για να αναληφθεί τελικά εν δόξη, αλλά πουθενά δεν τον βρίσκουμε να ζει και να δρα στη γη και κυρίως πουθενά δεν γίνεται αναφορά στο Πάθος και στην σταύρωση.

Μελέτησε την Βίβλο, αλλά ελάχιστα είναι, σε σχέση με το πλήθος των αποσπασμάτων των κλασικών συγγραφέων,  τα χωρία της Αγίας Γραφής που παραθέτει στα έργα του. Αν και έζησε σε μία ταραγμένη θεολογικά εποχή δεν υπάρχουν ενδείξεις που να πιστοποιούν την ανάμειξή του στις έντονες δογματικές διαμάχες, στις έριδες και στις θεολογικές ζυμώσεις που λαμβάνουν χώρα. Έμεινε ως το τέλος πιστός στην φιλοσοφία, την οποία πάντοτε αντιμετώπισε ως τον δρόμο που  οδηγεί στο Θεό. 

Είτε τον αντιμετωπίσουμε ως έναν ειδωλολάτρη που σταδιακά προσέγγισε τον χριστιανισμό είτε ως έναν άνθρωπο που ενώ ανατράφηκε χριστιανικά αργότερα στράφηκε στην φιλοσοφία, αδιαμφισβήτητο είναι το γεγονός ότι στα έργα του πάντοτε εμφανής παραμένει η νεοπλατωνική ορολογία και τα νεοπλατωνικά σχήματα μέσω των οποίων επιχείρησε να εκφράσει τις χριστιανικές αλήθειες. 

Φιλόσοφος πάνω από όλα αλλά και επίσκοπος, εν τέλει φιλόσοφος-επίσκοπος, λάτρης της κλασικής αρχαιότητας αλλά και χριστιανός, τίποτε δεν τον χαρακτηρίζει καλύτερα, από τον τίτλο που του αποδίδει ο C. Lacombrade Έλληνας-Χριστιανός.


Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος - Μυσταγωγία-Μυθαγωγία