Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2017

"Μυσταγωγία και Μυθαγωγία"


Στις δράσεις της «Μυσταγωγίας και Μυθαγωγίας», επιχειρούμε ανάμεσα στα άλλα, μία διαφορετική ανάγνωση της ιστορίας του παρελθόντος υπό το πρίσμα της μυθολογίας. Για αυτό τον λόγο προσεγγίζουμε την μυθολογία, όχι ως ένα σύνολο ευφάνταστων ανούσιων και παράλογων αφηγημάτων μυθοπλασίας, αλλά ως μία «αλληγορική» κωδικοποίηση του παρελθόντος. 

Ο Πλούταρχος (45-120 μ.χ) εξηγεί σχετικά (περί Ίσιδος και Οσίριδος 20F):

 «Οι ποιητές και οι λογογράφοι όπως οι αράχνες τον ιστό υφαίνουν από την αρχή δίχως βάση και τον επεκτείνουν, έτσι και αυτά (τα συμβολικά λόγια) περιέχουν μερικές ιστορίες και διηγήσεις αληθινές. Όπως οι μαθηματικοί λένε πως το ουράνιο τόξο είναι εικόνα του ήλιου και η χρωματική ποικιλομορφία του προκαλείται από την αντανάκλαση επάνω σε κάποιο νέφος, έτσι και ο μύθος/σύμβολο είναι εικόνα κάποιου άλλου λόγου ο οποίος ανακαλεί στην διάνοια μας συγκεκριμένα νοήματα.»

Αρκεί κάποιος να κατέχει τις κλείδες αποσυμβολισμού, ώστε να του αποκαλυφθεί, μία «άλλη» ιστορικά και μεταφυσικά πραγματικότητα, πίσω από το πέπλο της φαντασίας και του συλλογικού ασυνείδητου. Ο Carl Jung ορίζει το «Συλλογικό ασυνείδητο» ως την περιοχή της ψυχής που είναι άπειρα αρχαιότερη από την προσωπική ζωή του ατόμου.

Το συλλογικό ασυνείδητο, θα μπορούσαμε να το ορίσουμε με σύγχρονους όρους, ως μια «βάση δεδομένων», η οποία χρειάστηκε αιώνες για να συγκροτηθεί και συνοδεύει την ανθρώπινη ύπαρξη. Στο συλλογικό ασυνείδητο έχουν αποκρυσταλλωθεί πανανθρώπινα και διαχρονικά πρότυπα ψυχονοητικής συμπεριφοράς τα οποία ονομάζονται «αρχέτυπα».

Τα αρχέτυπα οποία αφορούν την κοινή πνευματική κληρονομιά της ανθρωπότητας και χρησιμοποιούν ως όχημα τα σύμβολα, καθώς η δύναμη της εικόνας και των συμβόλων είναι ισχυρότερη του λόγου. Ο όρος αρχέτυπο σημαίνει αρχικός τύπος, ό,τι δηλαδή θα χρησιμεύσει ως υπόδειγμα, πρότυπο, μοντέλο.

Το σύμβολο είναι «η τέχνη του σκέπτεσθαι με εικόνες». Μέσα από ένα μεγάλο αριθμό συμβόλων με τα οποία ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή, υπάρχει μία σχετικά μικρή, αλλά ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία που παίζει καθοριστικό ρόλο στην ζωή της ανθρωπότητας, όπως ο κύκλος, ο ζωδιακός, το σπήλαιο, το δέντρο της ζωής, ο θυσιασμένος θεός, οι δύο στήλες , η Παρθένα, ο αμνός, το φεγγάρι, ο ήλιος, το ξίφος, το κέρας, το φίδι, ο δράκος, το περιστέρι κ.λ.π.

Η λέξη σύμβολο βγαίνει από το συμβάλω, βάζω μαζί, σε αντίθεση με το διαβάλω. Συμβάλω, βάζω μαζί, τις επιμέρους προσωπικές εμπειρίες του καθενός έτσι ώστε να μπορούμε να συντονιζόμαστε, να συνεννοούμαστε να νοούμε το ίδιο πράγμα. Τα σύμβολα είναι για το πνεύμα ότι τα εργαλεία για τα χέρια, μεγιστοποιούν τις δυνατότητες αντίληψης.

Στον σύγχρονο κόσμο όπου επικρατεί ο ορθολογισμός δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί η μυθολογία με λογικούς όρους. Η μυθολογία δεν εκλογικεύεται, ερμηνεύεται όμως χρησιμοποιώντας μεθόδους τις οποίες μας άφησαν παρακαταθήκη ο Πλάτωνας, οι Στωικοί, οι Νέο Πλατωνικοί, αλλά και πιο σύγχρονοι ερευνητές, όπως ο Carl Jung και ο Joseph Campell. (*)

Για τον Jung, η ικανότητα της ορθής ανάγνωσης των συμβολικών εκπορεύσεων του ασυνείδητου απαιτεί, εκτός από τη γνώση των μυθολογικών μοτίβων, μια κατανόηση της διφορούμενης φύσης των συμβόλων και τη δυνατότητα να ερμηνευθούν ως αντισταθμιστικοί παράγοντες του «εγώ».

Μυθολογικά θέματα, σύμβολα ριζωμένα στην παγκόσμια ιστορία της ανθρωπότητας ή ψυχικές αντιδράσεις εξαιρετικής σφοδρότητας, υποδεικνύουν τη συμμετοχή βαθύτερων ψυχικών στρωμάτων, και εκδηλώνονται συνήθως στο υλικό που παρέχουν τα όνειρα, οι φαντασιώσεις και τα οράματα, υπερβαίνοντας την προσωπική σφαίρα και εμπλέκοντας τα περιεχόμενα του συλλογικού ασυνείδητου.

Αυτά τα κεντρικά θέματα και σύμβολα, ασκούν σύμφωνα με την άποψη του Carl Jung καθοριστική επιρροή στην ψυχική ζωή ως σύνολο, ελέγχοντας τον ανθρώπινο κύκλο ζωής. Καθώς ωριμάζουμε ως υπάρξεις τα αρχέτυπα ξεδιπλώνονται μέσω μιας προγραμματισμένης ακολουθίας, την οποία ο Carl Jung αποκάλεσε στάδια της ζωής. Κάθε στάδιο της ζωής εκπροσωπείται από ένα νέο σύνολο αρχετυπικών εικόνων που αναζητούν την εκπλήρωσή τους στη δράση.

Στα στάδια περιλαμβάνεται η παιδική ηλικία, η ερωτοτροπία, ο γάμος, óπως και η προετοιμασία για το θάνατο. Η προέλευση της έννοιας αρχέτυπο φθάνει χρονολογικά πίσω ως τον Πλάτωνα. Ο ίδιος ο Jung, σύγκρινε τα αρχέτυπα με τις Πλατωνικές ιδέες.

Οι ιδέες του Πλάτωνα ήταν αιώνιες, διανοητικές μορφές που αποτυπώνονταν στην ψυχή πριν να γεννηθεί στον κόσμο. Ήταν συλλογικές, υπό την έννοια ότι ενσωμάτωσαν τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά ενός πράγματος, παρά τις συγκεκριμένες ιδιαιτερότητές του. Για αυτό τον λόγο ο Jung υποστήριζε πως :

«Ο μύθος είναι μια ζωντανή διδασκαλία για την ανθρωπότητα από την αυγή της ύπαρξής της και εμπεριέχει όλη τη βιωμένη της εμπειρία».

Στην μυθολογία λοιπόν, βρίσκονται οι απαρχές της φιλοσοφικής και όχι μόνο, σκέψης. Θα μπορούσαμε να πούμε πως στους μύθους και τα παραμύθια, η ψυχή διηγείται την ιστορία της. Η επαφή μας με τον μύθο, είναι η επαφή με την υπέρ-συνείδηση, την συλλογική μνήμη. Αντιστοίχως τα παραμύθια σύμφωνα με τον Carl Jung, ήταν μέρος και απόδειξη του «συλλογικού ασυνείδητου», τις αρχετυπικές δηλ, ιδέες που έχουν αποτυπωθεί από γενιά σε γενιά, και τις οποίες κουβαλάμε όλοι μέσα μας, ανεξάρτητα από την κοινωνία στην οποία ερχόμαστε. Όπως χαρακτηριστικά υποστήριζε:

« Η αξία τους είναι αναμφισβήτητα παιδευτική και διδακτική».

Ιδέες όπως η τροφοδότης μητέρα-φύση, ο κύκλος της ζωής, το σκοτεινό και μαύρο άγνωστο ή το νερό ως έκφραση αναγέννησης, είναι μονάχα μερικές από τις κοινές αρχετυπικές ιδέες που υπάρχουν στις ιστορίες όλων των πολιτισμών.

Εμείς ως Έλληνες, είμαστε ευτυχείς, καθώς οι πρόγονοι μας, μας κληροδότησαν ίσως την πλουσιότερη, και σημαντικότερη μυθολογική παρακαταθήκη του δυτικού πολιτισμού.

Εάν κάποιος ασχοληθεί με αγάπη με την αρχαία Ελληνική μυθολογία, τότε τα αρχετυπικά μηνύματα που αυτή εντός της «κυοφορεί», μπορούν να γονιμοποιήσουν συνειδητά, και ασυνείδητα πρότυπα συμπεριφοράς, που αν και δεν αποτελούν σήμερα τα κυρίαρχα, είναι όμως ικανά να ενεργοποιήσουν τον δρόμο της ψυχής και του νου, σε ένα ταξίδι που οδηγεί στην Ιθάκη.

Μία Ιθάκη η οποία συμβολίζει μία χώρα όπου αποθεώνονται πανανθρώπινες άυλες αξίες, πρότυπα ηρωισμού, αρετής και ανθρωπισμού, στην πιο αυθεντική μορφή τους.

Ας ανιχνεύσουμε όμως σύμφωνα με τις πηγές τις απαρχές της αλληγορικές ερμηνείας. Σύμφωνα με τον Πορφύριο, πρώτος ο ραψωδός Θεαγένης από το Ρήγιο της κάτω Ιταλίας στο τέλος του 6ου αιώνα, παράλληλα με τα συνήθη σχόλια στον Όμηρο, ασχολήθηκε και με την αλληγορική ερμηνεία, η όποια, θα πρέπει να αφορούσε τόσο την παρουσίαση των Θεών, όσο και μεμονωμένες μυθολογικές αφηγήσεις.

Επίσης υπάρχουν μαρτυρίες για έναν μαθητή από την σχολή του Αναξαγόρα, τον 5ο π.χ αι., τον Μητρόδωρο τον Λαμψακηνό, ο οποίος εξήγησε κάποια αμφιλεγόμενα χωρία των Ομηρικών επών, με τρόπο παρόμοιο με αυτόν του Θεαγένη, δηλαδή είτε ως φυσικά φαινόμενα είτε ως ηθικά διδάγματα, χρησιμοποιώντας τις κοσμολογικές αρχές του Αναξαγόρα.

Από πολλούς άλλους πρώιμους εξηγητές του Ομήρου, όπως ο Διογένης από την Απολλωνία ο Δημόκριτος ή ο Πρόδικος, γνωρίζουμε σήμερα μόνο τα ονόματα τους, με την βοήθεια μεταγενεστέρων και εν μέρει αβέβαιων μαρτυριών μπορούμε να έχουμε μόνο μία ασαφή εικόνα της δικής τους αλληγορικής ερμηνείας.

Σε κάθε περίπτωση ακολουθώντας την αλληγορική ατραπό που ξεκινάει με τον Πλάτωνα, και φτάνει έως τους Νεοπλατωνικούς για τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, μπορούμε να υποστηρίξουμε πως οι μύθοι είναι ένας οδηγός συμβολισμού, μυσταγωγίας και μυθαγωγίας. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσονται και μέρος των δράσεων της «Μυσταγωγίας και Μυθαγωγίας».

Ας αφήσουμε όμως τους αρχαίους να μας αποκαλύψουν οι ίδιοι την σπουδαιότητα, την αλληγορική διάσταση, αλλά και τον λόγο απόκρυψης των αρχετυπικών μηνυμάτων των μυθολογικών αναφορών. Σύμφωνα με τον Πλωτίνο τα σύμβολα, συχνά μετατρέπονται σε αντικείμενα άσκησης διαλογισμού, των οποίων το νόημα μπορεί να «αποκαλυφθεί», μόνο μέσω της εντατικής διαδικασίας συγκέντρωσης, και αυτοστοχασμού. Το νόημα τους μπορεί να αποκαλυφθεί, μέσω τη διεύρυνσης του ίδιου μας του εαυτού. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει:

«Η ακριβής γνώση οποιουδήποτε πράγματος ισοδυναμεί με τη γνώση του εαυτού μας..Όταν ο άνθρωπος στρέφεται προς τον εσωτερικό του εαυτό, τότε δια μέσου του εαυτού επέρχεται η ενόραση.»

Και καταλήγει :

«Ο δρόμος προς τη Σοφία και την απελευθέρωση από την ύλη βρίσκεται μέσα στην συμβολική αντίληψη – την ανάπτυξη της ενεργητικής φαντασίας που «μεταφράζει» τα σύμβολα σε Γνώση. Η εστίαση της προσοχής, η συγκέντρωση, ο έλεγχος των σκέψεων, καθώς και η απορρόφηση στο αντικείμενο εν τη παρουσία του οποίου τελεί ο νους, όλα αυτά βρίσκονται σε επίπεδο εξάσκησης σε αυτό το στάδιο»..

Ο μαθητής του Πορφύριος, ορίζει την άσκηση αυτή, ως μία σταδιακή διαδικασία εσωτερικής μεταμόρφωσης, κατά την οποία η δύναμη της επίγνωσης προσδιορίζεται, εξαγνίζεται και εστιάζεται, έτσι ώστε να καλλιεργηθεί η σοφία που ενυπάρχει σε αυτή….! Ο Πρόκλος αναφέρει :

«Οι άνθρωποι της εποχής μας κατεξοχήν συνηθίζουν να επικρίνουν τους Παλαιούς Μύθους ότι ευθύνονται, υποτίθεται, για τη μεγάλη, αφ’ ενός, θρασύτητα στις περί Θεών δοξασίες και, αφ’ ετέρου, για τις πολλές, άτοπες και πλημμελείς φανταστικές εικόνες, και ότι δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να οδηγούν τους πολλούς ανθρώπους στη τωρινή φοβερή και ανώμαλη καταπάτηση των ιερών θεσμών.

Από πλευρά μας δεν θα χρειαστούμε πολλά λόγια για να απαντήσουμε σε αυτούς που ενοχοποιούν την παραδοχή των Μύθων για την αδιαφορία προς το Θείο∙ πρώτον, ότι εκείνοι που παραμέλησαν τη θεραπεία (=λατρεία) των κρειττόνων (=ανωτέρων) από εμάς λόγω των φαινομενικών πλασμάτων των Μύθων, αγνοώντας και το σκοπό της μυθοποιίας και τη δύναμή της, συνέβη να σωριαστούν στην αλόγιστη και Γιγαντική ανοσιότητα.

Διότι, αν οι μύθοι προέταξαν το φανερό τους περιεχόμενο στο σύνολό του αντί για την αλήθεια που είναι εγκαθιδρυμένη στην απόρρητη περιοχή και χρησιμοποιούν για τα αφανή και άγνωστα στους πολλούς διανοήματα [και το κατεξοχήν ιδιαίτερο αγαθό τους είναι το ότι δεν αποκαλύπτουν κανένα στοιχείο της Αλήθειας στου βέβηλους, αλλά φανερώνουν μόνο κάποια ίχνη της όλης Μυσταγωγίας τους σε εκείνους που από της φύση τους έχουν την ικανότητα να περιδιαβούν την απροσπέλαστη για πολλούς θεωρία (=θέαση)], και αν οι άλλοι, αντί να αναζητούν την Αλήθεια που βρίσκεται κρυμμένη μέσα στους Μύθους, ασχολούνται μόνο με την εξωτερική προσχηματική μορφή των μυθικών πλασμάτων και, αντί για την κάθαρση του νου, ακολουθούν τις φανταστικές και μορφοποιητικές εικόνες, τότε ποιο τέχνασμα μπορεί να βρεθεί ώστε να κατηγορηθούν οι Μύθοι για κάποια δική τους παρανομία και όχι εκείνοι που κάνουν κακή χρήση των Μύθων για τη δική τους αδιαφορία;

Έπειτα, μπορούμε να απαντήσουμε ότι βλέπουμε πως οι πολλοί βλάπτονται και από όλα τα άλλα, όσα φαίνονται εξαιρετικά σεμνά και τίμια, εγκαθιδρυμένα στους Θεούς και δημιουργημένα από Εκείνους, χωρίς όμως για το λόγο αυτό να μεμφόμαστε τη γένεση εκείνων αλλά τη ανόητη έξη της ψυχής που έχουν τούτοι.

Πράγματι, ποιος δεν θα συμφωνούσε ότι τα Μυστήρια και οι Τελετές ανυψώνουν τις ψυχές από την ένυλη και θνητή ζωή και τις συνάπτουν με τους Θεούς, ότι αφανίζουν όλη την ταραχή της αλογίας με τις νοερές ελλάμψεις τους, και ότι με το Φως των Θεών απομακρύνουν τον αόριστο και σκοτεινό χαρακτήρα των τελούμενων;……

Εξάλλου το ότι οι μύθοι επιδρούν και στους πολλούς το δείχνουν οι τελετές. Αυτές πράγματι, χρησιμοποιώντας τους μύθους, με σκοπό να κλείσουν μέσα τους την απόρρητη αλήθεια σχετικά με τους θεούς, αποβαίνουν για τις ψυχές αιτίες της ταύτισης αισθημάτων με τα δρώμενα κατά τρόπο άγνωστο σε εμάς και θεϊκό.

Έτσι άλλοι από αυτούς που μετέχουν στις ιερές τελετές καταπλήσσονται κυριευμένοι από το θεϊκό δέος , ενώ άλλοι που προσαρμόζουν την διάθεση τους προς τα ιερά σύμβολα και εξέρχονται από τον εαυτό τους, τοποθετούνται στην περιοχή των θεών και ευφορούνται από το πνεύμα τους. Και σε κάθε περίπτωση, τα επόμενα αυτών γένη, που είναι ανώτερα από εμάς, βάσει της εναρμόνισης και οικειότητας τους προς τα τέτοιου είδους σύμβολα, μας υψώνουν δια της συμπαθείας μέσω αυτών στους θεούς»,  και αλλού :

…«Αυτοί που μιλούν για τα θεϊκά πράγματα μέσω ενδείξεων (δι᾽ ἐνδείξεως) μιλούν είτε συμβολικά και μυθικά, είτε μέσω εικόνων, ενώ από όσους φανερώνουν τις σκέψεις τους χωρίς προκάλυμμα (ἀπαρακαλύπτως) , άλλοι εκφράζονται επιστημονικά (κατ᾽ ἐπιστήμην) και άλλοι σύμφωνα με την έμπνευση που στέλνουν οι θεοί (κατὰ τὴν ἐκ θεῶν ἐπίνοιαν).

Ο πρώτος τρόπος, αυτός που προτίθεται να ανακοινώσει τα θεία μέσω συμβόλων), ανήκει στον Ορφέα και είναι γενικότερα ταιριαστός σε αυτούς που γράφουν τους μύθους των θεών, ενώ ο τρόπος των εικόνων ανήκει στον Πυθαγόρα γιατί και τα μαθηματικά οι πυθαγόρειοι τα ανακάλυψαν για να τους υπενθυμίζουν τα θεία και προσπαθούσαν μέσω αυτών ως εικόνων να μεταβαίνουν σ’ εκείνα. […]

Από την άλλη μεριά, ο ένθεος τρόπος (ἐνθεαστικῶς), που εκφαίνει την ίδια την αλήθεια των θεών αυτή καθ᾽ εαυτή, εμφανίζεται κατ᾽ εξοχήν στους πιο τέλειους θεουργούς (παρὰ τοῖς ἀκροτάτοις τῶν τελεστῶν) – γιατί αυτοί δεν θεωρούν σωστό να παρουσιάζουν στους μαθητές τους τις θεϊκές τάξεις ή τις ιδιότητες των θεών μέσω κάποιων παραπετασμάτων (διὰ δή τινων παραπετασμάτων) αλλά εξαγγέλλουν τόσο τις δυνάμεις όσο και τις σειρές των θεών εμπνεόμενοι από τους ίδιους τους θεούς.

Ο τρόπος, τέλος, ο επιστημονικός (κατ᾽ ἐπιστήμην) βρίσκει το αποκορύφωμά του στη φιλοσοφία του Πλάτωνα».

Ο Σαλλούστιος εξηγεί για ποιο λόγο οι Μύθοι είναι Θεϊκοί :

«..Ότι οι μύθοι είναι θεϊκοί φαίνεται από εκείνους που τους χρησιμοποίησαν. Τους μύθους χρησιμοποίησαν θεόληπτοι ποιητές, οι καλύτεροι των φιλοσόφων, όσοι θέσπισαν μυστήρια και οι ίδιοι οι Θεοί στους χρησμούς. Το γιατί όμως οι μύθοι είναι θεϊκοί πρέπει να το ερευνήσει η Φιλοσοφία.

Επειδή κάθε όν χαίρεται με ό,τι είναι όμοιό του και αποστρέφεται τα ανόμοιά του, πρέπει και οι ιστορίες για τους Θεούς να είναι όμοιες με τους Θεούς, ώστε να γίνουν άξιες της θεϊκής ουσίας και να γίνουν οι Θεοί ευμενείς προς εκείνους που τις διηγούνται: τούτο θα επιτευχθεί μόνο με τους μύθους.

Οι μύθοι παρουσιάζουν τους ίδιους και την αγαθότητα των Θεών -σύμφωνα πάντα με τον διαχωρισμό ανάμεσα στο ρητό και το άρρητο, το αφανές και το φανερό, το σαφές και το κρυφό. Εφόσον, όπως ακριβώς οι Θεοί έχουν κάνει κοινά για όλους τα αγαθά των αισθήσεων, τα αγαθά όμως της νόησης τα έχουν δώσει μόνο στους σοφούς, έτσι και οι μύθοι λένε σε όλους ότι υπάρχουν οι Θεοί, αλλά ποιοί είναι αυτοί και ποιές οι δυνάμεις τους το φανερώνουν μόνο σε εκείνους που μπορούν να το κατανοήσουν.

Παρουσιάζουν επίσης και τις ενέργειες των Θεών. Διότι μπορούμε να ονομάσουμε και τον Κόσμο Μύθο, όπου σώματα και πράγματα είναι ορατά, αλλά ψυχές και νόες είναι κρυφοί. Επιπλέον, αν θέλεις να διδάξεις σε όλους την αλήθεια για τους Θεούς, από τη μια οι ανόητοι θα την περιφρονήσουν επειδή δεν είναι σε θέση να την κατανοήσουν, από την άλλη οι καλοί θα την βαρεθούν. Ενώ αν κρύψεις την αλήθεια με τους μύθους, αποτρέπεις την περιφρόνηση των ανοήτων και αναγκάζεις τους καλούς να ασκήσουν Φιλοσοφία».

Τέλος ο Ιουλιανός αναφέρει :

«Σχετικά με τους κλάδους της φιλοσοφίας ούτε στη λογική ούτε στα μαθηματικά ταιριάζει η μυθογραφία. Ταιριάζει μόνο στην ηθική που αφορά το άτομο και στο τμήμα εκείνο της θεολογίας που εξετάζει την μύηση στα μυστήρια. Διότι η «φύση αγαπά να κρύβεται» και δεν ανέχεται να φτάνουν στα αυτιά των ασεβών λόγια ξεκάθαρα πάνω στην απόκρυφη ουσία των θεών.

Για αυτό και πρέπει να μεταχειριζόμαστε την απόρρητη και άγνωστη φύση των ιερών συμβόλων. Τούτο ικανοποιεί όχι μόνο την ψυχή αλλά και το σώμα και μας αποκαλύπτει την παρουσία των θεών. Νομίζω πως και οι μύθοι φέρνουν πολλές φορές το ίδιο αποτέλεσμα, ανακατωμένοι δηλαδή με αινίγματα και με μυθική σκηνοθεσία, αποκαλύπτουν τις θείες αλήθειες σε όσους είναι ανίκανοι να τις δεχτούν αυτές καθαυτές.

Συνεπώς όχι μόνο πρέπει να προσεγγίζουμε τους μύθους με την προσμονή και την εστίαση του νου για την αποκρυπτογράφηση των εννοιών που κρύβονται μέσα τους, αλλά και ως σύμβολα τα οποία μέσω της συμπαθείας θα αποκαταστήσουν την επαφή της ψυχής μας με τον θείο κόσμο.»

Ο μύθος ποτέ δεν πέθανε, απλώς επιβιώνει μέσα από την σύγχρονη έβδομη τέχνη, και την λογοτεχνία. Δεν είναι τυχαίο πως οι μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες των τελευταίων ετών όπως, ο πόλεμος των άστρων, το Άβαταρ, ο άρχοντας των δαχτυλιδιών, ο Harry potter, αποτελούν σύγχρονες μυθολογικές αφηγήσεις βασισμένες σε διαχρονικά αρχετυπικά μοτίβα.

Ο George Lucas δημιουργός του πολέμου των άστρων, παραδέχεται πως ο πόλεμος των άστρων αποτελεί ένα κλασσικό έπος, σε ένα φουτουριστικό περιβάλλον. Αλλά τι είναι ένα κλασικό έπος; Ο Γερμανός ανθρωπολόγος Adolph Bastian, πρότεινε για πρώτη φορά την ιδέα ότι οι μύθοι από όλο τον κόσμο φαίνεται να κατασκευάζονται από τις ίδιες «βασικές ιδέες». Αυτές οι βασικές ιδέες είναι που ο Carl Jung ονόμασε «αρχέτυπα», τα οποία ο ίδιος πίστευε ότι είναι τα δομικά στοιχεία όχι μόνο του ασυνείδητου νου, αλλά ενός συλλογικού ασυνειδήτου.

Το 1949 ο Joseph Campbell ξεκίνησε μια επανάσταση στην ανθρωπολογία (τη μελέτη των ανθρώπων και του πολιτισμού) με το βιβλίο του «Ο ήρωας με τα χίλια πρόσωπα». Πάνω σε αυτό το βιβλίο βασίστηκε κυρίως η ιστορία του πολέμου των άστρων από τον George Lucas. Βασικό γνώρισμα όλων των μυθολογικών ηρώων, είναι να ξεχωρίσουν από το καθημερινό συνηθισμένο άνθρωπο, και να θυσιαστούν προς χάριν του κοινωνικού συνόλου.

Η ατραπός τους ξεκινά με ένα «εσωτερικό ταξίδι», το οποίο αντιστοιχεί, και μετουσιώνεται στην αναζήτηση της εξισορρόπησης του συνηθισμένου κόσμου, μέσα από συμβολικά ταξίδια και άθλους.

Το ταξίδι αυτό έχει ως σκοπό να μας υποδείξει, πως η ατραπός της αυτό-ανακάλυψης δεν σημαίνει να ψάχνεις μόνο για καινούργια μέρη, και να ξεπερνάς τα εμπόδια και τις αντιξοότητες, αλλά κυρίως αυτό: Nα έχεις «καινούργια μάτια», ώστε να βλέπεις τον κόσμο διαφορετικά!.Όπως λέει ο Πλωτίνος :

.. «Μία ψυχή δεν μπορεί να δει το ωραίο αν δεν είναι ωραία αυτή η ίδια…(...)... Κλειστείτε στον εαυτό σας και κοιτάξτε. Κι αν δε βρίσκετε τον εαυτό σας όμορφο, πράξτε όπως ο δημιουργός ενός αγάλματος που πρέπει να γίνει όμορφο ... κόβει από δω, λειαίνει από κει, κάνει αυτή τη γραμμή πιο ανάλαφρη, εκείνη πιο καθαρή, μέχρι που θα εμφανιστεί ένα όμορφο πρόσωπο...»

Συνοψίζοντας, η μυθολογία αποτελεί την πρωτότοκη αδελφή της ιστορίας, εφόσον είναι φορέας της συσσωρευμένης εμπειρίας του παρελθόντος. Ταυτόχρονα όμως ποιεί ήθος , και αποτελεί μία πανάρχαια ατραπό αυτογνωσίας. Την ατραπό αυτή ακολουθούμε, και αναδεικνύουμε..!

* Παραπομπή:

Σύμφωνα με την «εσωτερική» παράδοση, η ανθρωπότητα στο απώτατο παρελθόν, τόσο υλικά (σωματικά) όσο και πνευματικά, ήταν διαφοροποιημένη σε σχέση με το παρόν, αλλά και το αρχαίο (σε σχέση με εμάς) παρελθόν. Και αυτό διότι σύμφωνα με τον νόμο της αναλογίας/ αντιστοιχίας, κατά τα νηπιακά στάδια της ανθρωπότητας τα πάντα ήταν διαφορετικά τόσο στο φυσικό περιβάλλον, όσο και στον ψυχισμό του ανθρώπου, όπως ακριβώς συμβαίνει στα νήπια/βρέφη, και σήμερα σε σχέση με τους ενήλικες.

Στο απώτατο παρελθόν ο άνθρωπος ζούσε ανάμεσα σε πνευματικές οντότητες . Κατά τον ίδιο τρόπο για εμάς σήμερα, δεν χρειάζεται να μας αποδείξει κάποιος την υλική πραγματικότητα την οποία αντιλαμβανόμαστε δια μέσω των αισθήσεων μας, έτσι σε εκείνες τις αρχέγονες εποχές, δεν χρειαζόταν μαρτυρίες ή αποδείξεις για να πειστεί κάποιος για την ύπαρξη των πνευματικών όντων ή για το έμψυχο της φύσης (ανιμισμός).

Τα αισθητήρια όργανα μπορούσαν να συντονιστούν, και να αντιληφθούν άλλες διαστάσεις και συχνότητες. Η ψυχή και το πνεύμα, μεταλλάχτηκαν σταδιακά συν το χρόνω, σκλήρυναν, και έτσι, οι άνθρωποι έχασαν την «φυσική» επαφή με τον ενσυνείδητο θείο σύμπαν.

Οι παγκόσμιοι αρχετυπικοί μύθοι, είναι θραύσματα/απομεινάρια, της συλλογικής αυτής μνήμης, από εκείνη την εποχή. Συν το χρόνω όμως αυτό άλλαξε, οι άνθρωποι «μονώθηκαν τρόπο τινά από την φύση», η «συνέργεια’ μαζί της σταδιακά όλο και μειωνόταν, παρόλα αυτά τα απίστευτα τεχνολογικά τους επιτεύγματα, στέκουν ακόμη μάρτυρες αυτής της σύμπραξης τους με την φύση, και τις φυσικές δυνάμεις.

Η άμεση επίγνωση του πνευματικού κόσμου, γινόταν πλέον από λίγους οι οποίοι είχαν ακόμη μία ασαφή, αλλά ικανή συνείδηση αυτού του κόσμου. Αυτοί ήταν οι ιεροφάντες, οι οποίοι ανέλαβαν να αναπτύξουν στους υποψήφιους μυημένους την εσωτερική φύση της ψυχής και του πνεύματος μέσω ορισμένων αγνώστων σε εμάς μεθόδων, ώστε να έχουν μία αμυδρή εικόνα του υπερβατικού αυτού κόσμου. Για αυτό τον λόγο όποιος «μυήται», δεν έχει παρά ένα όργανο να τελειοποιήσει τον ίδιο του εαυτό. Για αυτό τον λόγο και υπάρχουν μαρτυρίες πως κατά την μύηση τους στα Ελευσίνια οι υποψήφιοι, περισσότερο «πάθαιναν’ (βίωναν), παρά «μάθαιναν», κατά τις τελετουργίες, και τα δρώμενα..




1 σχόλιο: